Αναγέννηση! Μια αχτίδα φωτός στον μίζερο και πανουκλιασμένο Μεσαίωνα! Γεμάτη τέχνη και γυμνά κορμάκια!
Όχι, εντάξει, υπερβάλουμε, η τέχνη ήταν μόνο για όσους είχαν μπακίρι: ευγενείς, εμπόρους, πάπες και άλλους τέτοιους “άτυχους”. Οι υπόλοιποι συνέχιζαν να γίνονται μπάρμπεκιου ή να πεθαίνουν από λοιμούς, αλλά πάντα αυτή δεν ήταν η μοίρα των “πολλών”;
Ας τους αφήσουμε όμως τους “πολλούς” και ας μιλήσουμε για την τέχνη. Η Αναγέννηση ήταν όπως όλοι ξέρουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος για τα καλλιτεχνικά χαΐρια, όχι μόνο για τον όγκο και την ποιότητα των έργων που δημιουργήθηκαν εκείνη την εποχή, αλλά και για ένα ακόμη βασικό πραγματάκι: ως τότε οι καλλιτέχνες θεωρούνταν κοινοί χειρώνακτες, όπως οι γεωργοί, οι ράφτες, οι επιπλοποιοί και όσοι τέλος πάντων δημιουργούσαν κάτι κουράζοντας και λερώνοντας τα χεράκια τους.
Κατά την Αναγέννηση που λες, κυρίως εξαιτίας κάτι καβαλημένων ιδιοφυϊών (βλέπε Michelangelo και Leonardo Da Vinci) οι καλλιτεχνοτέτοιοι άρχισαν να αποκτούν σιγά σιγά κύρος και να χώνονται μαζί με τα πινέλα τους στους χώρους της διανόησης και της εξουσίας.
Από την μία αυτό ήταν καλό, γιατί με την απόδοση κύρους δικαιώθηκε ο κόπος πολλών σκληρά εργαζόμενων καλλιτεχνών. Από την άλλη βέβαια πολύ κακό, γιατί κάπως έτσι άρχισαν να σκάνε μύτη πολλά καβαλημένα φρούτα με αποτέλεσμα να φτάσει το καλλιτεχνιλίκι στα χάλια που έχει την σήμερον ημέρα — πέρνα μια βόλτα από όποια “Σχολή Καλών Τεχνών” βρεις εύκαιρη και θα καταλάβεις τι εννοώ.
Γυρνώντας πίσω στην τέχνη της Αναγέννησης όμως, όπως πρέπει να γνωρίζεις τα δύο μεγάλα κεφάλια της περιόδου ήταν ο Da Vinci και ο Michelangelo. Στριμμένα weirdos αμφότεροι, αλλά διαβολικά ταλαντούχοι με την παραξενιά τους έκαναν τους κύκλους των ματσωμένων και των διαβασμένων να τους σεβαστούν.
Όμως πέρα αυτών των δύο υπάρχει και ένα τρίτο μεγάλο κεφάλι, που απλά περνάει μερικές φορές στο “ντούκου” επειδή δεν κουβαλούσε την πετριά των προαναφερθέντων κυρίων. Αυτό το τρίτο κεφάλι της “Αναγεννησιακής Τριανδρίας” είναι ο Raphaello Sanzio da Urbino. Γνωστός απλά και ως “Raphael“, ήταν ένα γλυκύτατο τυπάκι με καταπληκτική δεξιοτεχνία στην δουλειά του.
Οι τρόποι του σε συνδυασμό με το ταλέντο που κουβαλούσε, τον έκαναν να ανέβει με αξιοπρέπεια τα σκαλοπάτια του κοινωνικού status, ενώ παράλληλα άφησε πίσω του έναν μεγάλο αριθμό αξιόλογων έως αριστουργηματικών έργων, παρά το ότι την έκανε για τον άλλο κόσμο νωρίς.
Το ξέρω ίσως σου κάνει εντύπωση διάλεξα μια τόσο low profile περίπτωση να σου παρουσιάσω, αλλά πες μου, τόσους μήνες τώρα, οι πυροβολημένοι δεν έχουν καταντήσει ρουτίνα; Όπως και να χει, ας μην πλατειάσω άλλο. Ας πούμε ένα “γεια” στον Raphaello.
Ο Ραφαήλ γεννήθηκε το 1483 στις 28 Μαρτίου ή στις 6 Απριλίου, δεν είμαστε και σίγουροι, στο Urbino της κεντρικής Ιταλίας. Ο πατέρας του, Giovanni Santi ήταν ζωγράφος στην αυλή του Δούκα του Urbino, αναγνωρισμένος για την δουλειά του. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο μικρός Raphael να πάρει από νωρίς βάσεις για τη ζωγραφική, αλλά και για τους τύπους και τα πρωτόκολλα ευγενείας.
Για την αρχική του εκπαίδευση ως ζωγράφος, πέρα από το τι διδάχτηκε από τον πατέρα του, υπάρχουν δύο εκδοχές: η πρώτη και πιο αμφισβητήσιμη λέει πως ο πατέρας του τον έστειλε όταν ήταν μόλις 8 ετών να μαθητεύσει στο εργαστήρι του Pietro Perugino, ενώ η άλλη λέει πως τον πήρε υπό την εποπτεία του ο Timoteo Viti που ήταν επίσης αυλικός ζωγράφος.
Στα 8 του χρόνια επίσης ο Raphael έχασε την μητέρα του και τρία χρόνια μετέπειτα του κούνησε το μαντίλι για τον άλλο κόσμο και ο πατέρας του. Την κηδεμονία του παιδιού την πήρε ο αδερφός του πατέρα του Bartolomeo, αν και ο μικρός ζούσε με την μητριά του.
Το πρώτο του γνωστό έργο είναι μια η τοιχογραφία που έκανε για το παρεκκλήσι του Andrea Baronci στην εκκλησία του Αγίου Αυγουστίνου στη Citta de Castello. Η παραγγελία αυτή έγινε σε συνεργασία με τον Evangelista da Pian di Meleto ο οποίος δούλευε στο εργαστήρι του πατέρα του Raphael.
Η εν λόγω παραγγελία δόθηκε το 1500 και ολοκληρώθηκε ένα χρόνο αργότερα, αλλά δυστυχώς εν έτη 1789 το παρεκκλήσι χόρεψε ένα άγριο τσιφτετέλι κατά την διάρκεια σεισμού, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της τοιχογραφίας να υποστεί φθορά. Ότι σώθηκε το πήρε ο Πάπας Πίος ο 6ος για την συλλογή του Βατικανού, αλλά μετά το 1849, για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο τα κομμάτια αυτά χάθηκαν (κάποιο καλόπαιδο θα τα πούλησε υποθέτω) και καιρό μετά, 6 από αυτά βρέθηκαν σε διάφορα μουσεία και συλλογές σε Αμερική και Ευρώπη.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1490 επίσης, μάλλον ξεκίνησε επίσημα να εργάζεται στο εργαστήριο του Perugino. O Raphael προφανώς ήταν το καμάρι του εργαστηρίου, αφομοιώνοντας σε καταπληκτικό βαθμό την τεχνική του δασκάλου του, σε σημείο που η “γραφή” τους έμοιαζε σε τρομακτικό βαθμό. Σκέψου πως το 1501 ο Raphael θεωρούταν “master” στην δουλειά του.
Από το 1504 περίπου άρχισε να έχει πολλά πάρε δώσε με την Φλωρεντία. Θα ακούσεις πως οι χρονολογίες 1504 με 1508 ήταν η “Φλωρεντινή Περίοδος” του δικού μας, αν και για να λέμε την αλήθεια ποτέ δεν έκατσε μόνιμα εκεί. Είχε γενικά μια πιο μποέμικη νοοτροπία εκείνο τον καιρό και προτιμούσε να ταξιδεύει από τη μια μεριά της Βόρειας Ιταλίας στην άλλη, ολοκληρώνοντας τις εκάστοτε παραγγελίες.
Βέβαια το πίτσι πίτσι με την Φλωρεντία επηρέασε την δουλειά του. Έχοντας ρίξει πολλά βλέφαρα στους “παπάδες” που έκανε ο Da Vinci, άρχισε να προσδίδει νταβιντσική δυναμικότητα στις μορφές του, συνδυάζοντας την βέβαια με την γλυκύτητα που είχε τόσο καιρό διδαχθεί από τον Perugino. Γενικά εκείνη την περίοδο πήρε στοιχεία του Da Vinci και τα μετέπλασε με δικό του τρόπο, έτσι ώστε να “ραφαϊλίζουν”.
Το 1508 πήγε στην Ρώμη, όπου ο Πάπας Ιούλιος ο 2ος, υπό την προτροπή του αρχιτέκτονα του Αγίου Πέτρου, Donato Bramante, του ανέθεσε να κάνει ένα fresco για την βιβλιοθήκη του Πάπα στο Βατικανό.
Εκείνη την περίοδο στο Βατικανό γινόταν ένα σούσουρο από ομάδες ζωγράφων που έτρεχαν να καλύψουν ότι τοιχογραφία είχε γίνει κατά την περίοδο του Πάπα Αλέξανδρου του 6ου, για τον οποίο ο Ιούλιος δεν έτρεφε χριστιανική αγάπη ή κάτι παρεμφερές.
Επίσης εκείνη την περίοδο ο Michelangelo ήταν κλεισμένος στην Capella Sixtina και κρεμασμένος από το ταβάνι της, δουλεύοντας τις, ξέρει ο κόσμος όλος, τοιχογραφίες του παρεκκλησιού. Περιττό να σου πω πως ήταν αρκετά παρανοϊκός ώστε να θεωρήσει πως ο Raphael, συνωμοτούσε εναντίον του. Για το Michelangelo, όλοι συνωμοτούσαν εναντίον του βέβαια, ακόμα και τα ντουβάρια που ζωγράφιζε.
Ίσως η μόνη ατιμία που έκανε ο Raphael στον Michelangelo ήταν πως πήρε μάτι κρυφά την Capella Sixtina πριν γίνουν τα αποκαλυπτήρια, έχοντας βέβαια τις ευλογίες του Πάπα και του Bramante για αυτό. Αυτό το μάτι που πήρε το εκμεταλλεύτηκε στην δική του δουλειά, προσθέτοντας πολλά στοιχεία του Michelangelo στις τοιχογραφίες του στα δωμάτια του Βατικανού.
Τα τέσσερα fresco που έκανε είχαν σαν θέμα την Ποίηση, τη Νομική, τη Φιλοσοφία και τη Θεολογία. Το έργο του για τη Φιλοσοφία είναι η γνωστότατη “Σχολή των Αθηνών” μέσα στην οποία έμπασε όλη την αφρόκρεμα της αρχαίας διανόησης, το μούτρο του Da Vinci ως Πλάτωνα, το μούτρο του Michelangelo ως Ηράκλειτο (μήπως και εξευμενίσει τον τρελάκια) τον Ζωροάστρη, τον Μέγα Αλέξανδρο, μερικούς ευαγγελιστές και αρκετό άλλο κόσμο. Σχολή των Αθηνών και μαλακίες, ταράτσα πάρτυ ήτανε.
Το 1513 ο Πάπας Ιούλιος πέταξε προς τις αγκάλες του Δημιουργού του και τον διαδέχτηκε ο Λέοντας ο 10ος των Μεδίκων. Μεγάλος ο έρωτας του Πάπα για τον Raphael! Ο δικός μας έγινε με διαφορά ο αγαπημένος παπικός καλλιτέχνης. Τι και αν ήταν άθεος (ή έστω όχι ένθερμα θρήσκος); Ο Λέοντας έστρωνε ροδοπέταλα για πάρτη του. Οι εργασίες στο παπικό παλάτι συνεχίστηκαν κανονικά μέχρι το πέρας τους.
Παράλληλα με τις υπερπαραγωγές για το Βατικανό ο Raphael δούλευε και σε άλλα έργα, κυρίως πορτραίτα. Πολύ γνωστά εξ αυτών είναι τα πορτραίτα των δύο λατρεμένων του παπικών πατρόνων.
Α, ξέχασα να σου αναφέρω πως του ζητήθηκε να ζωγραφίσει και άλλα δωμάτια του Βατικανού, για τα οποία όμως απλά έκανε τα προσχέδια και έβαλε τα παλικαράκια από το εργαστήριο του να βγάλουν το φίδι από την τρύπα.
Βλέπεις κάθε μεγαλοζωγράφος εκείνο τον καιρό έσερνε από πίσω του ένα εργαστήριο-συντεχνία, με καλλιτέχνες εκπαιδευόμενους στην ζωγραφική, που αρχικά κάνανε lackey’s work όπως το να προετοιμάζουν τα υλικά του master και με την πάροδο του χρόνου, αν έκοβε το μάτι τους και έπιανε το χέρι τους, να βάζουν και οι ίδιοι χέρι στην δουλειά του αφεντικού. Το εργαστήριο του Raphael ήταν το πιο πολυπληθές εκείνο τον καιρό με 50 μαθητές και βοηθούς. Κακός χαμός!
Το 1514 πέθανε και ο Bramante που εκείνο τον καιρό ταχτάριζε τον καθεδρικό του Άγιου Πέτρου. Μεγάλο δράμα αυτός ο Άγιος Πέτρος! Ήταν από τις εκκλησίες που χτίστηκαν “For the Glory of Pope”, αλλά όσοι μπλέχτηκαν μαζί του πέρασαν τα πάνδεινα για να βάλουν το λιθαράκι τους και εν τέλει ο ναός δεν έγινε το μεγαθήριο που είχε πρωτοσχεδιάσει ο Bramante, αλλά εντάξει, παραμένει εντυπωσιακός.
Με τον θάνατο του Bramante λοιπόν, ο Λέοντας έχωσε τον Raphael ως αρχιτέκτονα του ναού. Τζάμπα ο κόπος βέβαια, γιατί μετά τον θάνατο του δικού μας τον διαδέχτηκε στο αρχιτεκτονιλίκι ο Michelangelo και απάλειψε τα περισσότερα αρχιτεκτονικά στοιχεία που είχε προσθέσει ο Raphael. Έρωτας γλυκός αυτός του Michelangelo!
Πάνω στον έναν χρόνο μετά από την ανάθεση της δουλειάς από τον Πάπα, ο Raphael θεωρούνταν ο κορυφαίος αρχιτέκτονας της Ρώμης.. Βέβαια στις μέρες μας το μόνο κτίριο με αποκλειστικά δικό του σχεδιασμό το οποίο έχει μείνει όρθιο είναι το παρεκκλήσι του Chigi. Όλα τα υπόλοιπα ή κατεδαφίστηκαν ή καταστράφηκαν ή τα ολοκλήρωσε άλλος αρχιτέκτονας, αλλάζοντας τους τα φώτα μετά τον θάνατο του. Και στο παρεκκλήσι του Chigi μπήκε χέρι έναν αιώνα και αργότερα, αλλά αυτό είναι άλλο καπέλο.
Τι θάνατος και αυτός! Θα ξεπεράσω την εκδοχή που λέει πως τον τσίμπησε κάποιο ζουζούνι, ανέβασε πυρετό και οι μεσαιωνικοί γιατροί ότι και να κάνανε για την πάρτη του δεν κατάφεραν να τον σώσουν.
Θα πιάσω από τα μαλλιά την εκδοχή του Giorgio Vasari που είναι πιο εφετζίδικη. Ο Raphael που λες ήταν μέγας γυναικάς. Τσιλημπούρδιζε ανελέητα από εδώ και από εκεί, κάποια στιγμή είχε έναν ατυχή αρραβώνα με την Maria Bibbiena, ανιψιά του καρδινάλιου Bibbiena των Μεδίκων, ο οποίος ποτέ δεν προχώρησε σε γάμο, γιατί ο Raphael σκεφτόταν σοβαρά το ενδεχόμενο να γίνει καρδινάλιος — είχε γερό βύσμα άλλωστε στους κόλπους της εκκλησίας. Πέρα του ατυχούς αρραβωνιάσματος και των διάφορων χωσιμάτων κάτω από φούστες κορασίδων, είχε και μια ερωτική σταθερά την Margherite Luti γνωστή και ως “La Formarina” (η Φουρνάρισσα).
Που το πάω με τον όλο πρόλογο περί ερωτικών περιπετειών του Raphael; Στην εκδοχή του Vasari φυσικά που λέει πως μετά από ένα βράδυ άγριου και παθιασμένου σεξ με την Margherite, ο Raphael έπεσε βαριά άρρωστος στο κρεβάτι με πυρετό και (κατά τον Vasari πάντα) επειδή δεν είπε εξ αρχής τα αίτια της αρρώστιας του στους γιατρούς του, αυτοί του έδωσαν λάθος αγωγή, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η κατάσταση του και εν τέλει να σβήσει στις 6 Απριλίου του 1520, την Μεγάλη Παρασκευή, σε ηλικία 37 ετών.
“Το σεξ είναι του Διαβόλου!” θα έλεγε κάποιος μεσαιωνικός περιέργος τύπος για την παραπάνω περίπτωση.
Όπως και να το κάνουμε ήταν ολίγον τι κομματάκι τραγικό (με κωμικά στοιχεία) το τέλος του Raphael. Πρέπει να σου γυρίζει άσχημα η ρέντα για να είσαι ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του καιρού σου και να πηγαίνεις στον τάφο στα 37 σου από ένα γαμήσι.
Μεγάλη γκαντεμιά. Όποιον ιστορικό τέχνης και αν ρωτήσεις επί του θέματος, κατά πάσα πιθανότητα θα σου κλαφτεί λέγοντας πως “ποιος ξέρει τι αριστουργήματα θα είχε κάνει αν ζούσε παραπάνω!” Εδώ που τα λέμε, κρίνοντας από την ιδιοσυγκρασία και τον τρόπο δουλειάς του, αν δεν πατούσε την μπανανόφλουδα που του άφησε ο Χάρος τόσο νωρίς, στανταράκι η Τέχνη θα έβλεπε να γεννιούνται από τα χεράκια του και άλλα καλλιτεχνικά καλούδια υψηλού επιπέδου. Επίσης ίσως να μην έπεφτε η Τέχνη στην λούπα του Μανιερισμού αν ο Raphael δεν πέθαινε τόσο πρόωρα.
Weh, τι να κάνεις, η ανθρώπινη ζωή, η τύχη, η μοίρα, το ριζικό, ή όπως σκατά θέλει κάποιος να αποκαλεί τους απρόβλεπτους παράγοντες έχει απίστευτο γούστο στην ειρωνεία. Όπως και να ‘χει ο Raphael ήταν μεγάλο κεφάλι, μεγάλο ταλέντο, ωραίος τύπος και καλό είναι να τον μνημονεύουμε σαν ένα από τα γαμάτα παιδιά της Τέχνης.
Αυτά για σήμερα. Από βδομάδα θα επιστρέψουμε στις τις βιογραφίες διαφόρων παρανοϊκών προσωπικοτήτων.