Θυμάσαι τότε που ήσουν παιδάκι και η μάνα σου σε έτρεχε κάθε μεσημέρι στο μπάνιο για να πλύνεις τα χέρια σου;
Αν ζούσες τον 19ο αιώνα και πιο πριν, να είσαι σίγουρος πως δεν θα σου έπρηζε τον έρωτα, βέβαια, το πιο πιθανό θα ήταν να πέθαινες από κάποια όμορφη μολυσματική νόσο.
Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, και πριν σκάσει μύτη ο θείος Louis και τα βακτηρίδια του, οι άνθρωποι τα πήγαιναν πολύ χειρότερα απ’ ότι τα πάει ο τζιβάτος συγκάτοικος σου με την υγιεινή. Εκτός απ’ το ότι ‘κάναν μπάνιο όποτε θυμόταν ή όποτε έβρεχε, δεν είχαν καν ιδέα πως έπρεπε, έστω, να πλένουν τα χεράκια τους. Ακόμα και οι γιατροί. Και φυσικά, ξέχνα αποστειρωμένα νυστέρια και άλλα τέτοια που σήμερα θεωρείς δεδομένα. Μιλάμε για χαρντκοριλίκια. Ο δόκτωρας πρώτα έκανε αυτοψία σε πτωματάκι μίας βδομάδας και μετά ερχόταν να σε ξεγεννήσει μάνα μου. Όπως είπε σοφά και το ο φίλος ο Σάκης κάποτε: “Τα πλένουμε τα χεράκια πριν πιάσουμε το πουλί μας“.
Και αν για το πουλί θέλουμε ένα σετ πλυσίματος με απλό σαπουνάκι, για να χώσουμε τα χέρια μας μέσα σε εκείνη τη τρομακτική μαύρη τρύπα που έχουν οι γυναίκες ανάμεσα από τα πόδια τους και να ψαρέψουμε τον διάδοχο, ε, θέλουμε κάτι παραπάνω από ένα απλό σαπούνι.
Όμως, όπως σου είπα, η έννοια της υγιεινής, που στις μέρες μας είναι κάτι αυτονόητο, για τους περισσότερους έστω, τότε ήταν κάτι το εξωγήινο. Μέχρι που έσκασε μύτη ο δόκτορ Ignaz Semmelweis και άρχισε να ωρύεται: “Πλύνετε τα χέρια σας γαμώ το χωριό σας!“ Οι υπόλοιποι γιατροί, βέβαια, τον κοίταξαν με ύφος προσβεβλημένης θεατρίνας που μόλις την είπες “ατάλαντη”, του φόρεσαν λευκή ρομπίτσα με πολύ μακριά μανίκια και τον έκλεισαν στο τρελάδικο.
Ο Ignaz λοιπόν, ήταν ένα από τα πρώτα άτομα που του έκοψε πως η καθαριότητα αποτρέπει τις μολύνσεις. Και ενώ αυτός προσπαθούσε να βοηθήσει τους ασθενείς του, η ιατρική κοινότητα τον πήρε με τις πέτρες γιατί “δεν είχε αποδείξεις”. Ο δόκτορ μας ήταν η τυπική περίπτωση ατόμου που κυνηγήθηκε για τις ιδέες του εν ζωή και όταν επιτέλους τα τίναξε, και πέρασαν μερικά χρόνια, πετάχτηκαν δυο τρεις και είπαν “Καλέ! Δίκιο είχε!“. Τους άκουσαν και μερικοί ακόμη, συμφώνησαν και έτσι ο μπάρμπας από “τρελάκιας” έγινε “άξιος λόγου” και “σωτήρας των μανάδων”.
Άνθρωποι χρυσό μου. Άντε να βγάλεις άκρη.
Ας περάσουμε όμως στην βιογραφία του μπαρμπα Ignaz Semmelweis (ελληνικά: Ίγκνατς Ζέμελβαϊς) και ας δούμε λίγο αναλυτικότερα τι έπαιξε με τη πάρτη του και που στράβωσαν οι υπόλοιποι δόκτορες μαζί του.
Ο Ignaz Philipp Semmelweis (όπως ήταν ολόκληρο το πραγματικό του όνομα) γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1818 στο Taban, μια περιοχή που στις μέρες μας αποτελεί μέρος την Βουδαπέστης. Ήταν το πέμπτο από τα δέκα παιδιά της Teresia Muller και του Joseph Semmelweis. Ο πατέρας του, πριν ακόμα παντρευτεί, είχε ανοίξει παντοπωλείο στο Taban και τα πήγαινε περίφημα — χρήμα σε λέω, πολύ χρήμα!
Ο μικρός Ignaz όταν ξεμπέρδεψε με το σχολείο to 1837 μπήκε στη Σχολή Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης για χάρη του μπαμπά. Όμως ήθελε να γίνει γιατρός. Βλέποντας λοιπόν πως δεν τη παλεύει την νομική, την επόμενη χρονιά άλλαξε τη κατεύθυνση σπουδών του και το γύρισε στην Ιατρική. Το 1844 ολοκλήρωσε τις σπουδές του και παρέμεινε στην Βιέννη, επαναλαμβάνοντας τη πρακτική του στη μαιευτική και παίρνοντας το Master του πάνω σε αυτό τον τομέα. Στην συνέχεια, υπό την εποπτεία του γιατρού Josef Skoda, μέχρι τον Φεβρουάριο του 1946 ειδικεύτηκε σε μεθόδους στατιστικής και διάγνωσης. Ο τύπος όπως βλέπεις είχε γερή καύλα με την τέχνη του.
Την ίδια χρονιά έγινε βοηθός του καθηγητή Johann Klein στην Πρώτη Μαιευτική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου της Βιέννης. Η αλήθεια είναι πως δούλευε σα το σκυλί εκεί. Επέβλεπε δύσκολες γέννες, εξέταζε ασθενείς, έδειχνε στους φοιτητές του Klein τα τερτίπια της μαιευτικής και επέβλεπε τα αρχεία με τα ιστορικά των ασθενών.
Ιστορικά… ‘Ντάξει… Εκείνο τον καιρό, οι περισσότερες γυναίκες γεννούσαν στο σπίτι τους με την βοήθεια ιδιώτη ιατρού και μαίας, ενώ στα νοσοκομεία συνήθως πήγαιναν γυναίκες φτωχών οικογενειών, πόρνες και όσες παρουσίαζαν χοντρά προβλήματα εγκυμοσύνης. Το ποσοστό της θνησιμότητας μητέρων και νεογνών στα νοσοκομεία της Ευρώπης εκείνο τον καιρό κειμένοταν στο 25-30%. Γενικά οι δημόσιες κλινικές είχαν πολύ πιο σάπια στάνταρ σε σχέση με σήμερα, όχι πως σήμερα είναι αποστειρωμένοι παράδεισοι, αλλά τότε έμπαινες και δεν ήσουν καθόλου σίγουρος αν θα βγεις ζωντανός.
Στη Βιέννη, οι κατατρεγμένες από την ζωή και τη μοίρα γυναίκες που ήθελαν να φέρουν στο κόσμο το κουτσούβελο τους, είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο μαιευτικές κλινικές: τη “Πρώτη” και τη “Δεύτερη“. Και εδώ παίζει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Στη Πρώτη κλινική που δούλευε ο δικός μας, το ποσοστό θνησιμότητας από επιλόχειο πυρετό ήταν τίγκα υψηλότερο απ’ ότι στην Δεύτερη. Ενώ στην Δεύτερη το ποσοστό ήταν με το ζόρι 2,3% στην Πρώτη έφτανε στο 13,10%. Αποτέλεσμα αυτού, όλες οι γκαστρωμένες πάλευαν με νύχια και με δόντια να χωθούν στην Δεύτερη, ενώ όσες είχαν την ατυχία να τις δηλώσουν στην Πρώτη, πολλές φορές θεωρούσαν και προτιμότερο να γεννήσουν στον δρόμο. Τα πάντα για να μη μπουν εκεί μέσα! Το καμένο της όλης υπόθεσης, είναι πως ακόμα και αυτές που γεννούσαν στο δρόμο είχαν χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από αυτές που γεννούσαν στην Πρώτη κλινική — τι στο διατανο;
Όλοι ξύναν τις κουρούπες τους με απορία, αλλά δεν έκαναν τίποτα, θεωρώντας πως δεν υπήρχαν προληπτικά μέτρα για τον επιλόχειο πυρετό. Όλοι εκτός από τον Ignaz που ήθελε οπωσδήποτε να μάθει τι πάει στραβά και του πεθαίνουν οι μανάδες και τα μωρά, μήπως και μπορέσει να βελτιώσει την κατάσταση. Εδώ θα σου δώσω την βασική διαφορά μεταξύ Πρώτης και Δεύτερης Κλινικής: στη πρώτη έκαναν πρακτική γιατροί, ενώ στην δεύτερη μαίες. Έτσι στην Πρώτη, οι μέλλοντες ιατροί άνοιγαν τα πτωματάκια τους και μετά πήγαιναν και πασπάτευαν τις ετοιμόγεννες. Οπότε να σου ο επιλόχειος πυρετός, να σου και ο θάνατος από σηψαιμία!
Όμως τότε όπως προανέφερα, δεν είχαν ιδέα για το πως μεταδίδονταν οι αρρώστιες. Οι λέξεις “μικροοργανισμός”, “βακτήριο”, “μικρόβιο” και “ιός” ήταν έννοιες ανύπαρκτες. Μέχρι να σκάσει μύτη ο Pasteur, ο κόσμος πίστευε ότι οι αρρώστιες μεταδίδονται μέσω του μιάσματος, δηλαδή του “κακού αέρα” που έφερε μαζί του ο ασθενής. Του Ignaz όμως αυτό δεν του κολλούσε ιδιαίτερα. Το μόνο που έμενε ήταν να γίνει κάποιο καταλυτικό συμβάν για να αρχίσει να πιάνει ένα clue για το τι μπορεί πραγματικά να συμβαίνει. Και επειδή το Σύμπαν, ο Θεός, η Μοίρα ή ότι άλλο σου αρέσει να πιστεύεις, φαίνεται να έχει ιδιαίτερο χιούμορ, άκου το περιστατικό που άνοιξε τα μάτια -και έκλεισε το σπίτι- του Ignaz:
Το 1947 ενώ ο Ignaz πήγε διακοπές στην Βενετία, ένας πολύ καλός του φίλος και γιατρός, ο Jacob Kolletchka τρυπήθηκε κατά λάθος με το νυστέρι του κατά την διάρκεια μιας νεκροψίας και πήγε στον Άλλο Κόσμο. Η αυτοψία που έγινε στο πτώμα του άτυχου και ατζαμή γιατρού, αποκάλυψε μια παθολογική κατάσταση παρόμοια με αυτή των γυναικών που πέθαιναν από επιλόχειο πυρετό.
Ταντά!
Ο δικός μας έκανε τις συνδέσεις και συνειδητοποίησε πως τα πτώματα ήταν η πηγή του κακού. Η θεωρία του ήταν πως αυτός και οι μαθητές του κουβαλούσαν στα χέρια τους μολυσμένα σωματίδια από την εξέταση των πτωμάτων και τα μετέφεραν στη συνέχεια και στις γυναίκες που εξέταζαν, με αποτέλεσμα αυτές να παρουσιάζουν επιλόχειο πυρετό και να πεθαίνουν. Nice find dude!
Ωραία, βρήκαμε το πρόβλημα! Ας βρούμε και τη λύση του!
Η λύση ήταν το απλό και εύκολο καθάρισμα των χεριών. Έτσι ο Ignaz λάνσαρε στη Πρώτη Κλινική το πλύσιμο χεριών με διάλυμα χλωριωμένου ασβέστη μετά το παιχνίδι με τα πτώματα. Στην αρχή βέβαια, οι φοιτητές του αλλά και οι υπάλληλοι του νοσοκομείου, άρχισαν την γκρίνια. Ο δικός μας όμως επέμεινε και του έγινε το χατήρι.
Μάντεψε τι έγινε πουλάκι μου όταν άρχισαν όλοι να πλένουν τα χεράκια τους. Μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα, τα ποσοστά θανάτου από επιλόχειο πυρετό έπεσαν από το 12,24% στο 2,38% — WIN! WIN! EPIC WIN! Υπήρχαν μάλιστα μήνες που όλες οι έγκυες από το τμήμα του Ignaz έβγαιναν ζωντανές! Χαρές και αλαλαγμοί!
Τα φοιτητάκια του τον παραδέχτηκαν και υποστήριζαν τη παλαβοσύνη του με τη καθαριότητα, οι ανώτεροι του πάλι τον βλέπανε με μισό μάτι, γιατί αναιρούσε δοξασίες αιώνων και γιατί δεν ήθελαν μάλλον να μπουν στον κόπο να τον καταλάβουν. Η αλήθεια είναι βέβαια πως τα τραβούσε ο κώλος του. Δεν ήθελε να ανακοινώσει επίσημα την ανακάλυψη του στους κύκλους της Βιέννης, ούτε να κάτσει να το αναλύσει γραπτώς. Αφού δούλευε και δεν πήγαιναν άκλαφτες τόσες μάνες και νεογνά αυτός ήταν ευχαριστημένος. Βέβαια, ένας συνάδελφος και φίλος του, ο Ferinand Von Hebra, ανέλαβε να γράψει δυο άρθρα επί του ζητήματος εκπροσωπώντας τον Ignaz. Υπήρξαν γιατροί, Βιεννέζοι αλλά και άλλων εθνικοτήτων που ενθουσιάστηκαν με την ανακάλυψη του Ignaz, αλλά λόγω των ελλιπών στοιχείων η άποψη του δεν έγινε κοινώς αποδεκτή.
Μέσα στον επόμενο χρόνο χάρη στην τεχνική του Ignaz, τα κρούσματα του πυρετού εξαλείφθηκαν από τη πτέρυγα του και ο Scoda ήθελε να κάνει μια επίσημη επιτροπή για να μελετηθούν τα αποτελέσματα και να καθιερωθεί η πρακτική υγιεινής του Ignaz σε γενικότερο επίπεδο. Εξαιτίας όμως της πολιτικής ανακατωσούρας που επικρατούσε εκείνο τον καιρό (το συντηρητικό κόμμα της Αυστρίας νίκησε το φιλελεύθερο) η πρόταση του Scoda πήγε στα αμελέτητα.
Στα καπάκια, το 1849, ο Klein σπασμένος με την επιτυχία του Ignaz, αλλά και φοβούμενος ότι οι αμφιλεγόμενες τακτικές και οι πολιτικές του απόψεις (φιλελεύθερος γαρ) βάζουν και τον ίδιο στο στόχαστρο των επικριτών του, αρνήθηκε να τον ξαναδιορίσει. Ο δικός μας δεν πτοήθηκε. Ξεκίνησε να παραδίδει τσάμπα μαθήματα μαιευτικής και ταυτόχρονα παρέα με τον Ernst Brucke άρχισε τις δοκιμές πάνω σε ζωάκια για να αποδείξει τα κλινικά του συμπεράσματα — έλα μη μου τρως φρίκες, εκείνον τον καιρό το τελευταίο που ένοιαζε τον άνθρωπο ήταν “τα δικαιώματα των ζώων”, απο τη στιγμή που ο ίδιος δεν είχε καν δικαιώματα. Στο κάτω κάτω πάντα το ότι κοιτούσαμε πρώτα το δικό μας τομάρι μας έσωζε σαν είδος.
Όπως και να ‘χει, τα πράγματα δεν πήγαιναν και πολύ καλά για τον Ignaz εκείνο τον καιρό. Ήδη από το 1948, επειδή τα αδέρφια του είχαν πάρε δώσε με επαναστατικούς κύκλους, βρισκόταν στη μπούκα του κανονιού από την συντηρητική κυβέρνηση. Το 1850 έδωσε δύο διαλέξεις πάνω στα ιατρικά του ευρήματα, οι οποίες πήγαν σχετικά καλά, όμως την ίδια χρονιά ήρθε μια καλή χαστούκα: μπορεί να τον πήραν στο Privatdozent για να διδάξει μαιευτική, αλλά η καινούρια κυβέρνηση όριζε πως μπορούσε να διδάξει μόνο χρησιμοποιώντας ανθρώπινο ομοίωμα – νιώσε λίγο την ξεφτίλα: δίδασκε ξεγέννημα χρησιμοποιώντας κούκλα! Να ξεριζώσω τις παρδαλές μου τρίχες και μετά να τις κάνω θηλιά και να κρεμαστώ! Και αν γυρίζουν τα δικά μου τα μυαλά μία, που είμαι εξωτερικός παρατηρητής, φαντάσου πόσο του γύρισαν του Ignaz.
Μην αντέχοντας το ξεφτιλίκι, γύρισε πίσω στην Ουγγαρία χωρίς να πει τίποτα σε κανέναν. Εκεί με συντηρητικό επίσης κόμμα στην εξουσία, τα πράγματα ήταν εξίσου δύσκολα, αλλά το 1851 κατάφερε να βρει θέση στο St. Rochus Hospital. Πριν προλάβει να πατήσει το πόδι του στη πτέρυγα με τις λεχώνες, έκανε “κούκου!” επιδημία επιλόχειου πυρετού. Εδώ είμαστε! Ο δόκτορας και το μαγικό του διάλυμα ήρθαν να καθαρίσουν και να γλιτώσουν τις μανάδες! Στο 0.85% την έριξε τη θνησιμότητα ο μπαγάσας! Έστρωσε την ζωή του στην Ουγγαρία, παντρεύτηκε, αμόλησε και 5 κουτσούβελα (φαντάζομαι ξεγέννησε ο ίδιος την γυναίκα του και τις 5 φορές). Το 1857 μάλιστα, του προτάθηκε η θέση του διευθυντή στη μαιευτική κλινική της Ζυρίχης, αλλά αυτός την απέρριψε.
Παράλληλα στην Αυστρία, οι επικριτές του έβγαζαν αφρούς και επέμεναν “να σταματήσει τις ασυναρτησίες του για το πλύσιμο των χεριών“. Μπορεί να σου φαίνεται περίεργο αλλά οι περισσότεροι γιατροί το θεωρούσαν προσβολή. Ήταν τόσο καβαλημένοι που έβρισκαν ανήκουστο το να πλένουν τα χέρια τους. Αυτοί ήταν gentlemen! Λόγω κοινωνικής θέσης τα χέρια τους ήταν από μόνα τους καθαρά! Ακόμα και σκατά να ‘πιάναν — νιώσε λίγο τι βλακεία κουβαλάει ο κόσμος ανά τους αιώνες.
Όμως για τον Ignaz, παρά την ύπαρξη επικριτών ήταν μια αρκετά καλή περίοδος. Έκανε διαλέξεις, συμμετείχε σε πανεπιστημιακά δρώμενα, σε επιτροπές που ασχολούνταν με την ιατρική παιδεία και σε οργάνωση βιβλιοθηκών.
Το 1861 δημοσίευσε την μελέτη του με τίτλο “Etiology, Concept and Prophylaxis of Childbed Fever“. Οι αρνητικές κριτικές ‘σκάγαν σαν μολότοφ σε πορεία μπαοκτζίδων. Ο Ignaz άρχισε να απαντάει ανοιχτά στους επικριτές του, ρίχνοντάς τους τρελό κραξίδι, πράγμα που δεν βοηθούσε την πλέον δυσμενή του θέση.
Άρχισε σιγά-σιγά να τρώει φρικάρες. Να παρουσιάζει έντονη απάθεια και εκρήξεις θυμού. Άρχισε να γερνάει απότομα, γυρνούσε πάντα το θέμα της συζήτησης στους πυρετούς και στα μέσα του 1865 άρχισε να τα τσούζει πολύ παραπάνω από το επιτρεπτό όριο και να σκάει μεγάλο μέρος των χρημάτων του σε πόρνες. Φυσικά ο στενός του κύκλος είχε αγανακτήσει με τη κατάσταση του. Δεν ξέρουμε την ακριβή φύση της ψυχολογικής κατάπτωσης του πάντως. Υπάρχουν θεωρίες που λένε για Alzheimer ή για τρίτο στάδιο της σύφιλης, ασθένεια που κουβαλούσαν πολλοί γυναικολόγοι και μαιευτήρες εκείνο τον καιρό. Πολύ πιθανό είναι βέβαια πως όλο αυτό ήταν μια ψυχολογική εξάντληση, λόγω των επιθέσεων που έτρωγε από παντού.
Τελικά το 1865 ο Hebra ανέλαβε να τον βάλει στο ίδρυμα. Του είπε πως θα πάνε να δούνε τα καινούρια ινστιτούτα που άνοιξε. Όταν πήρε χαμπάρι ο Ignaz πως πάνε να τον βάλουν σε άσυλο ήταν ήδη αργά. Τον ‘πιάσαν τα παλικάρια της ασφάλειας του ιδρύματος, τον έκαναν στουπί στο ξύλο, του φόρεσαν ζουρλομανδύα και τον έκλεισαν στην απομόνωση. Επίσης για δύο βδομάδες τον έλουζαν με κρύο νερό και τον μπούκωναν με καθαρτικά και καστορέλαιο. Και πάνω στις δύο βδομάδες (13 Αυγούστου 1865) ο Ignaz πέθανε. Η εκδοχή που βγήκε τότε ήταν πως πέθανε από σηψαιμία, εξαιτίας μια εγχείρησης που έκανε στο δάχτυλο. Παπάρια πράσινα. Η σηψαιμία προκλήθηκε επειδή κανείς δεν βρέθηκε να τον περιθάλψει από το ξυλίκι που του έδωσαν τα ανθρώπινα μαντρόσκυλα του ιδρύματος.
Δυο μέρες αργότερα έγινε η κηδεία του. Ελάχιστοι την παρακολούθησαν, μικρή εώς μηδαμινή σημασία δόθηκε στον θάνατο του από την ιατρική κοινότητα και την θέση του στην κλινική της Πέστης, όπου δούλευε τότε, την πήρε ο Janos Balassa, ο οποίος είχε ρίξει την ιδέα να κλειστεί ο Ignaz στο ίδρυμα. Φυσικά με το που πήρε τα ηνία δαύτος το ποσοστό θανάτων αυξήθηκε κατά 36%. Και κανείς δεν παραπονέθηκε γι’ αυτό. Αρκεί να μην έδιναν δίκιο στον Ignaz.
Έπρεπε να αρχίζει να πειραματίζεται ο Pasteur τον χρόνο που πέθανε ο Ignaz με τους φίλους μας τα βακτήρια για να αποδειχθεί εν τέλει πως όντως ο καράφλας είχε βρει τη σωστή λύση.
Τη κέρδισε την υστεροφημία ο Ignaz, αλλά τι να το κάνεις; Όσα γραμματόσημα, όσα χρυσά νομίσματα και να βγάλουν με την φάτσα του, σε όσα ινστιτούτα και πανεπιστήμια και αν δώσουν το όνομα του, δεν αναιρούν το κυνήγι και την καταστροφή που έφαγε λόγω άγνοιας και ηλίθιας υπεροψίας των συνεργατών του. Θλιβερό, αλλά αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά περιστατικά τέτοιου τύπου. Αν δεν στρώσουν τα μυαλά τους οι άνθρωποι, όσα χρόνια και αν περάσουν θα υπάρχουν άτομα που θα υποτιμούνται και θα διώκονται ενώ θέλουν να δώσουν κάτι θετικό, ενώ στον αντίποδα θα υπερτιμούνται και θα λατρεύονται σούργελα που χαίρουν πάσης κενότητας. Αλλά στρώνουν άνθρωποι;
Εν κατακλείδι, αν μπορεί να σου μάθει κάτι η παραπάνω ιστοριούλα, ας είναι το να μην απορρίπτεις (αλλά και να μην αποδέχεσαι) άκριτα. Το έχουν πει πολλοί πριν από εμένα αλλά ας σου τριβελίσω και εγώ λίγο τα αυτιά, μήπως και το πιάσεις κάποια στιγμή — είμαι ακόμα σε ηλικία που μπορώ να ελπίζω, θαρρώ.
Και πριν πέσεις σε περισυλλογή και συνάμα σε θλίψη θα σου δώσω λίγες ακόμη σημαντικές πληροφορίες για τον Ignaz Semmelweis.
Το κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι, το στέλνουν στο πυρ το εξώτερο όσοι θέλουν να έχουν την σκέψη τους “ανοιχτή” — τι είναι;
Είναι το Semmelweis Effect!
Ονομασμένο από τον κυνηγημένο μας ιατρό, το Semmelweis Effect είναι η αντανακλαστική άρνηση και απόρριψη απέναντι σε οτιδήποτε προφανές, χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς έρευνα και πειραματισμό, επειδή αυτό πάει κόντρα σε ήδη υπάρχουσες και επικρατούσες δοξασίες.
Definition by the courtesy of Robert Anton Wilson / fnord.