Πέρα από το θέσφατο ότι το γέλιο είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση, και οι ίδιοι οι κωμικοί, σε ζητήματα στυλ, παραδίδουν πολύ σοβαρά μαθήματα κομψότητας. Ανέκαθεν οι κωμικοί ήταν έτοιμοι να κάνουν την ανατροπή, και μέσα από το στυλ τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το bowler hat, ένα αξεσουάρ συνδεδεμένο με το look των χρηματιστών του Σίτι, στο Λονδίνο. Στις περιπέτειες του Charlie Chaplin ή των Laurel και Hardy ήταν το πρώτο πράγμα που την πάθαινε, πριν ακόμη και από αυτούς τους ίδιους.
Και όλα αυτά άρχισαν πολύ ταιριαστά με ένα αστείο: Ήταν ακόμη 1906, όταν ο Stan Laurel, σε ηλικία 16 ετών, στάθηκε στη μέση της σκηνής ενός μιούζικ χολ στη Γλασκώβη φορώντας το «καλό» κοστούμι του πατέρα του και γιουχαΐστηκε αγρίως από το κοινό. Αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να τον τρομάξει. Ο πανικός ήρθε όντως όταν εντόπισε τον πατέρα του έξω φρενών κάπου στο βάθος, με αποτέλεσμα να φύγει τρέχοντας, να πατήσει πάνω στο καπέλο του, να παραπατήσει και να σκάσει στο πάτωμα σκίζοντας το κοστούμι. Όλοι ξεκαρδίστηκαν, και εκείνη τη στιγμή μια μεγάλη καριέρα στην κωμωδία ξεκίνησε με ένα πατημένο καπέλο. (Και) ως βασιλιάς του ψάθινου μπαγιασόν έχει μείνει στην ιστορία ο υπέροχος Buster Keaton, ο οποίος μάλιστα κατασκεύαζε μόνος του τα καπέλα που χρησιμοποιούσε στις ταινίες του.
Σε μια συνέντευξη το 1964 είχε εξηγήσει ότι τα έφτιαχνε κόβοντας ένα Stetson και σκληραίνοντας το γείσο με συμπυκνωμένο ζαχαρόνερο, ήταν, έλεγε, τυχερός όταν του αρκούσαν μόνο έξι για μία ταινία. Αδυναμία στο μπαγιασόν είχε και ο Harold Lloyd. Ο Lloyd προσωποποιεί τον σύγχρονο κωμικό όχι μόνον επειδή πραγματοποιούσε ο ίδιος τα περισσότερα stunts του, αλλά και επειδή ήταν ίσως ο πρώτος που έκανε κωμωδία μέσα σε άψογα μοδάτα σύνολα, ούτε τεράστια παπούτσια ούτε τίποτα. Η «νορμάλ» κωμική περσόνα του ντυνόταν με τα ρούχα που φορούσε ο ίδιος στην καθημερινή του ζωή: Μαύρα blazers και λευκά παντελόνια, τουίντ κοστούμια, preppy κολεγιακά σύνολα.
Η άλλη μεγάλη συνεισφορά του στο look του σύγχρονου κωμικού (βλέπε Woody Allen) είναι τα μεγάλα στρογγυλά κοκάλινα γυαλιά μυωπίας, εξού και το ακόλουθο περιστατικό: Τα πρώτα γυαλιά που είχε αγοράσει ο Lloyd από τη Νέα Υόρκη του κράτησαν έναν χρόνο και τότε έστειλε στο κατάστημα μια επιταγή ζητώντας καινούργια. Το κατάστημα απάντησε επιστρέφοντας του την επιταγή και μαζί της είκοσι καινούργια ζευγάρια γυαλιών, ευχαριστώντας τον για τη διαφήμιση. Λίγα χρόνια αργότερα ο Lloyd ασφάλισε τα γυαλιά του στους Lloyd’s (χμ…) του Λονδίνου αντί 25 χιλιάδων δολαρίων. Το πιο αστείο από όλα: Η όρασή του ήταν άριστη μέχρι και τα 60 του χρόνια. Στις ταινίες του φορούσε μόνο τον σκελετό.