Με την αλματώδη αύξηση της ανεργίας, η οποία τα τελευταία τέσσερα χρόνια μαστίζει τη χώρα μας, έχει ανέβει δραματικά και ο αριθμός των ανασφάλιστων πολιτών, με αποτέλεσμα να είναι πολλοί αυτοί -και, δυστυχώς, ολοένα και περισσότεροι- που δεν έχουν πρόσβαση στο εθνικό σύστημα υγείας.
Ο άνεργος, που μετά από λίγο καιρό θα είναι και ανασφάλιστος, δεν έχει τη δυνατότητα επίσκεψης σε γιατρό, καθώς και της συνταγογράφησης φαρμάκων και διαγνωστικών εξετάσεων. Τουλάχιστον στη δεκαετία του ’60 υπήρχαν δομές, για τους απόρους, όπως η πρόνοια και το ΠΙΚΠΑ…
Ωστόσο, σήμερα δεν εξυπηρετούνται επαρκώς στο χώρο της υγείας ακόμα και αυτοί που συνεχίζουν να εργάζονται και να διατηρούν τα ασφαλιστικά δικαιώματά τους, αφού η οικονομική κρίση, αντί για το χρέος της χώρας, «κούρεψε» τις παροχές υγείας.
Ας δούμε, για παράδειγμα, την κατάσταση στο Δήμο Κορδελιού – Ευόσμου, όπου εργάζομαι και κατοικώ. Έχουμε δύο μονάδες του ΕΟΠΥΥ (πρώην ΙΚΑ), μία στο δημοτικό διαμέρισμα του Ελευθερίου – Κορδελιού και μία στο δημοτικό διαμέρισμα του Ευόσμου και ένα κέντρο υγείας αστικού τύπου. Και ενώ οι παραπάνω -ικανοποιητικές σε αριθμό- μονάδες είναι εξοπλισμένες για να εξυπηρετούν επείγοντα και προγραμματισμένα περιστατικά και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού, σημαντικός αριθμός ασθενών δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί. Γιατί άραγε;
Η έλλειψη προσωπικού, η μείωση των οικονομικών πόρων, η παύση της λειτουργίας των μικροβιολογικών εργαστηρίων και η απουσία εξειδικευμένου ακτινολόγου για την αξιοποίηση των σύγχρονων μηχανημάτων στο Κέντρο Υγείας (π.χ. ο ψηφιακός μαστογράφος παραμένει ανενεργός ή στην καλύτερη των περιπτώσεων εξυπηρετεί ελάχιστα περιστατικά μηνιαίως) αποτελούν τις βασικότερες αιτίες της ανεπαρκούς εξυπηρέτησης των ασθενών.
Για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα σχετικά με την υγεία προβλήματα σε μία πόλη περίπου 150.000 μόνιμων κατοίκων, θα πρέπει να μπει μπροστάρης η τοπική αυτοδιοίκηση. Να υπάρξουν ουσιαστικές παρεμβάσεις προς την κεντρική εξουσία και να στηρίξουν και οι δημότες προς αυτήν την κατεύθυνση. Και βέβαια, να κατατεθούν συγκεκριμένες και ρεαλιστικές προτάσεις, οι οποίες να θέτουν τις βάσεις για τη βελτίωση των παροχών υγείας και κυρίως για να έχουν δυνατότητα πρόσβασης σ’ αυτές οι άπορες οικογένειες και οι άνεργοι.
Τι μπορεί να γίνει, για παράδειγμα, χωρίς να απαιτούνται υψηλά κονδύλια;
Να οργανωθεί ουσιαστικά και να στελεχωθεί επαρκώς ένα κοινωνικό ιατρείο, να λειτουργεί αποτελεσματικά ένα κοινωνικό φαρμακείο, να συναφθούν συμφωνίες με ιδιωτικές εταιρίες στο χώρο της υγείας και να γίνεται ενημέρωση των πολιτών με ημερίδες από αναγνωρισμένες επιστήμονες στο χώρο της υγείας (πρόληψη – αντιμετώπιση).
Βέβαια, για να υπάρξει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, απαραίτητη είναι η αφύπνιση και η συμμετοχή των πολιτών σε εθελοντικές δράσεις, όπως, για παράδειγμα, στη δημιουργία μιας τράπεζας αίματος, αλλά και των επαγγελματιών στο χώρο της υγείας (γιατρών, νοσηλευτών, κοινωνικών λειτουργών κ.λπ.), προκειμένου να δημιουργηθεί δίκτυο εθελοντών.
Η πρόσβαση στην υγεία, όπως και στην παιδεία, αποτελούν αναφαίρετα δικαιώματα των πολιτών σε μια ευνομούμενη κοινωνία. Στις σημερινές αντίξοες οικονομικές συνθήκες που βιώνουμε, είναι απαραίτητο να αποτελούν και τις πρώτες προτεραιότητες της εκάστοτε κεντρικής ή τοπικής εξουσίας.