Έχοντας μεταβεί στο Λονδίνο αρκετές φορές, δεν σας κρύβω πως τους τελευταίους μήνες, για ένα ανεξήγητο λόγο, έχω αρχίσει να λησμονώ τούτη την πόλη. Όχι πως ήταν ποτέ για εμένα κάτι ξεχωριστό, και πως δεν υπάρχει κάτι ομορφότερο σε ολόκληρο τον πλανήτη, αλλά το μόνο στοιχείο που με κεντρίζει ιδιαίτερα είναι ότι φιλοξενεί δεκάδες εθνικότητες, καθιστώντας την ως μία μοντέρνα βαβυλώνα.
…Τα νεανικά χρόνια, κυρίως, όταν δεν σε νοιάζει να περιφέρεσαι μάταια, αναζητώντας την επόμενη «φοβερή σκηνή» από τη μια άκρη της πιο αχανούς πόλης του κόσμου στην άλλην, παγιδευμένος σ’ έναν απίστευτα πυκνό και ζόρικο στη διαχείρισή του αστικό ιστό. Έχουν μαζευτεί πλέον αρκετά χρόνια –7, 8– από την τελευταία φορά που έζησα την ατμόσφαιρα του Λονδίνου, σούρουπο με κρύο (τα καλοκαίρια που ’χω βρεθεί τα έχω ξεχάσει) έξω στους μισοφωτισμένους δρόμους και να μην ξέρεις αν ανήκεις στο πλήθος που επιστρέφει σπίτι ή στο πλήθος που βγαίνει με διάθεση να τον καταπιεί η μεγάλη μητρόπολη των φυλών, η σύγχρονη Βαβυλώνα του αγγλόφωνου σύμπαντος.
Δεν πρόκειται για σχήμα υπερβολής: το Λονδίνο είναι η σύγχρονη Βαβυλώνα, με την πανσπερμία φυλών και την πολυσυλλεκτικότητα εθνοτήτων, αντιλήψεων, συμπεριφορών, διατηρώντας παράλληλα κάτι απ’ το ντικενσιανό, βικτοριανό του υπόβαθρο. Το Λονδίνο, στο οποίο ακόμα και πρόσφατα σχετικά (στα τέλη των ’80s που το είχα πρωτοεπισκεφθεί ψαρωμένος και περιδεής) δεν έβρισκες να φας τίποτα της προκοπής, αλλά εδώ και χρόνια υπάρχουν τα πάντα από παντού σε κάθε είδους τροφή, υλική ή διανοητική.
«Λέγανε ότι η Νέα Υόρκη είναι το απόλυτο χωνευτήρι πολιτισμών, αλλά δεν είναι. Το Λονδίνο είναι. Το Μανχάταν είναι χωριό, το κεντρικό Λονδίνο είναι εκατό χωριά μαζί».
Εν ολίγοις, μπορείς να βρεις τα πάντα κι από παντού. Αρκεί να μη χαθείς. Λέγανε κάποτε ότι η Νέα Υόρκη είναι το απόλυτο χωνευτήρι πολιτισμών, αλλά δεν είναι. Το Λονδίνο είναι. Στο Μανχάταν όμως αποκλείεται να χαθείς, ενώ στο Λονδίνο –μια πόλη που δεν έχει νοητό κέντρο ή downtown– είναι δύσκολο να μη σε παρασύρει η χαώδης γεωγραφία έτσι και ξεφύγεις από τις κλασικές και αβάσταχτα περιοριστικές τουριστικές διαδρομές.
Το Μανχάταν είναι χωριό, το κεντρικό Λονδίνο είναι εκατό (τουλάχιστον) χωριά μαζί. Πολλοί που ζουν εκεί σου λένε ότι πας παντού με τα πόδια, αλλά αυτό πρόκειται για βαριάς μορφής ψευδαίσθηση. Γνωρίζω περιπτώσεις φίλων που ζουν στο Λονδίνο χρόνια και δεν ανταμώνουν ποτέ λόγω της απόστασης μεταξύ των περιοχών που ζουν.
Είναι βάσανο η διαχείριση μιας τέτοιας αχανούς τοπογραφίας, από την άλλη όμως είναι ανεκτίμητη η αίσθηση ότι βρίσκεσαι στο κέντρο του (Δυτικού τουλάχιστον) κόσμου, έστω και ως ανθρώπινη κουκίδα σ’ ένα πολυδαίδαλο σύστημα που μοιάζει να μη σε περιλαμβάνει. Πριν από δυο χρόνια, ο Άγγλος συγγραφέας Γουιλ Σελφ είχε γράψει για λογαριασμό των New York Times ένα κείμενο για την πόλη του, στο οποίο παρουσιάζεται χωρίς πολλές αναλύσεις η σύγχρονη διάσταση του πολυμορφικού, πολυπολιτισμικού αλλά συγχρόνως και αιώνιου, στοιχειωμένου Λονδίνου:
«Δεν υπάρχει καμιά φυσιογνωμική διαφορά ανάμεσα σε μας που κατοικούμε και σε σας που επισκέπτεστε. Είμαστε ίδιοι… Στο καφέ που συχνάζω εργάζονται άτομα από 24 διαφορετικές εθνικότητες, απ’ όλες τις ηπείρους εκτός της Ανταρκτικής. Λονδρέζοι όλοι… Καμιάς πόλης η εξαγόμενη εικόνα δεν απέχει τόσο πολύ από την ντόπια αντίληψη όσο του Λονδίνου. Μας έχουν τελειώσει προ πολλού τα cockney χαμίνια και οι εκκεντρικοί αριστοκράτες. Δεν θα συναντήσεις την ψυχεδέλεια των ’60s στην Carnaby Street. Δεν υπάρχουν punks κάτω των 50 ετών στην King’s Road.
Δε θα πετύχεις μουστακαλήδες κρυφογκέι συγγραφείς στο Bloomsbury, ούτε τον Χάρι Πότερ στο King’s Cross. Δεν υπάρχει ομίχλη, δεν υπήρξε ποτέ, όπως δεν υπήρξε ποτέ ακριβώς το Λονδίνο του Ντίκενς, το Λονδίνο του Σέξπιρ, ή το swinging Λονδίνο… Το Λονδίνο είναι μια πόλη φαντασμάτων, το νιώθεις παντού. Όχι μόνον ανθρώπων που έζησαν κάποτε, αλλά και εποχών που πέρασαν. Το φάντασμα της αυτοκρατορίας, του βομβαρδισμού, της πανούκλας, της Μεγάλης Φωτιάς…».
