ΑρχικήΤι είναιLucian Freud: Ο βαρεμένος εγγονός του Sigmund Freud

Lucian Freud: Ο βαρεμένος εγγονός του Sigmund Freud

Lucian Freud: Ο ζωγράφος που διέσωσε το πορτρέτο

Για πολλούς ο σπουδαιότερος ρεαλιστής ζωγράφος της Βρετανίας για τον 20ό αιώνα, ο Lucian Freud, είχε ορκιστεί ότι δεν θα σταματούσε ποτέ να δουλεύει και ότι σκόπευε να ζωγραφίζει μέχρι θανάτου.

Τελικά, σταμάτησε την Τετάρτη 20 Ιουλίου σε ηλικία 88 ετών, πεθαίνοντας στο σπίτι του στο Λονδίνο μετά από άγνωστη ασθένεια, βάζοντας έτσι τελεία σε 70 χρόνια δημιουργίας. Γεννημένος στο Βερολίνο το 1922, αλλά πολιτογραφημένος Βρετανός, ο Freud εγκατέλειψε τη ναζιστική Γερμανία το 1933, με την εβραϊκή οικογένειά του και φυσικά τον διάσημο παππού του, πατέρα της ψυχανάλυσης, Sigmund Freud. Στο Λονδίνο, όπου εγκαταστάθηκε στα 10 του χρόνια, αναγνωρίστηκε ως εξαιρετικό ταλέντο από την εφηβεία του και παρακολούθησε μαθήματα σε κολέγια τέχνης. Μετά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας, αλλά κι ένα ταξίδι λίγων μηνών στη χώρα μας, ο Freud ξεκίνησε την περιπέτειά του στον κόσμο της ζωγραφικής.

Η ένταση και η ζωντάνια των πορτρέτων και των γυμνών του, για τα οποία έγινε πιο γνωστός, επαναπροσδιόρισε τη μοντέρνα βρετανική τέχνη, σε μια περίοδο που κυριαρχούσε ο δρόμος της αφαίρεσης. Ο Freud αποκατέστησε την καλλιτεχνική τιμή του πορτρέτου – γι’ αυτόν έχουν ποζάρει η βασίλισσα Ελισάβετ και η βασίλισσα της μόδας Kate Moss, αλλά και εκατοντάδες «άγνωστα» πρόσωπα και σώματα. Ζωγράφιζε τα θέματά του χωρίς διάθεση κολακείας ή σεμνοτυφίας, και δεν ήταν λίγοι όσοι έβρισκαν τα έργα του «ενοχλητικά». Κι αυτό γιατί αναζητούσε μοντέλα λιγότερο λαμπερά από το συνηθισμένο, προβάλλοντας τις ασχήμιες τους με τον πιο δυναμικό τρόπο.

Ο ίδιος έλεγε πως όλη του η δουλειά ήταν αυτοβιογραφική, γιατί επέλεγε να ζωγραφίζει πάντα πρόσωπα που τον ενδιέφεραν βαθιά, και όσοι είχαν την τύχη να ποζάρουν γι’ αυτόν μιλούν για μια σχεδόν θρησκευτική εμπειρία, που πολλές φορές διαρκούσε για μήνες και αποκάλυπτε τις πιο μύχιες πλευρές τους.

Οι καμβάδες του ξεχωρίζουν για τις μικρές κι επαναλαμβανόμενες πινελιές του, την περιορισμένη χρωματική παλέτα και το κλειστοφοβικό κάδρο, μαρτυρία της έντασης με την οποία παρατηρούσε τα θέματά του. Η αναγνώριση του καλλιτεχνικού μεγαλείου του αντικατοπτρίστηκε και στο χρηματιστήριο της τέχνης, όπου η αξία των έργων του ανέβηκε κατακόρυφα, με αποκορύφωμα το 2008, όταν το «Benefits Supervisor Sleeping», το πορτρέτο μιας υπέρβαρης ξαπλωμένης γυναίκας, πουλήθηκε σε δημοπρασία έναντι 33,6 εκατ. δολαρίων – τιμή ρεκόρ για εν ζωή καλλιτέχνη. Ένας από σπουδαιότερους απεικονιστικούς ζωγράφους έφυγε από τη ζωή «απομακρυσμένος από τη φασαρία του κόσμου της τέχνης», όπως επισήμανε ο ατζέντης του William Acquavella, αλλά ριζωμένος βαθιά μέσα του.

Τσάκα – Τσούκα έκανε το σάπιο μαρκαδοράκι με πάχος μύτης 0,3, γεμίζοντας αργά και μεθοδικά την κόλλα seller με βουλίτσες. Ο ήχος και η κίνηση του έμοιαζαν σαν να της κάνει βασανιστικά γλυκό έρωτα. Και αφού την μπουκάκωσε με το μαύρο σπέρμα του, είπε να κλείσει το καπάκι του και να πέσει για ύπνο.

Μόνο που η πραγματική ένοχη για αυτό το κακό παραστράτημα, για αυτήν την ανίερη συνουσία, δηλαδή η γραφούσα, δεν μπορούσε να πέσει για ύπνο, γιατί είχε πρόβλημα, μήπως και καταφέρει να περάσει το μάθημα του γραμμικού.

Πολύ έρωτας έπεσε, ε αναγνώστα; Που να δεις τι σε περιμένει παρακάτω. Όλος αυτός ο πρόλογος γίνεται για να προϋπαντήσει έναν κύριο με ιδιαίτερα έντονη σεξουαλικότητα, παρόλο που δεν έγινε γνωστός για αυτήν, αλλά για το ζωγραφικό του ταλέντο. Έλα όμως που το στοιχείο της έντονης σεξουαλικότητας και της μάλλον παραβατικής του συμπεριφοράς, του δίνει παραπάνω kudos, όπως η σαντιγί στις φράουλες.

Σήμερα λοιπόν θα μας απασχολήσει το ταλαντούχο, σεξομανές και ολίγον τι βαρεμένο εγγόνι του Sigmund Freud, ο Lucian Freud (Λούσιαν Φρόιντ). Τέκνο του νεότερου γιου του αγαπημένου μας πουροφόρου, sugar daddy της ψυχανάλυσης, Ernst Freud και της Lucie Bransch, γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1922 στο Βερολίνο. Να σου σημειώσω εδώ, αν δεν το έχεις στα υπόψιν σου, ότι όλα τα φροϊδάκια έτειναν να είναι μεγαλοπιασμένα.

Ο μπαμπάς του Lucian ήταν αρχιτέκτονας ας πούμε, ή ο μεγάλος του αδερφός, ο Clement, πολιτικός. Το σόι μάλλον είχε όλες τις ευλογίες του παππού Sigmund για να μεγαλουργήσει. Μια γεύση για την υπέροχη αυτή φαμίλια μπορείς να πάρεις εδώ.

Ας γυρίσουμε πίσω στον μικρό Lucian. Στα 11 του, εν έτη 1933, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια έφυγαν από τη Γερμανία και εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι, έχοντας μυριστεί το τι κακά τράβαλα θα είχαν με τους ναζίδες -όντας Εβραίοι- αν παρέμεναν στην γενέτειρα τους. Με το που πήγαν στο Λονδίνο, ο Lucian άρχισε να αλλάζει σχολεία σαν πουκάμισα. Πέρασε από πολλά high class ιδιωτικά και καλλιτεχνικά σχολεία και παντού κατάφερνε να αποδεικνύει πως ήταν μεγάλο κωλόπαιδο. Για να μην στα πολυλογώ, μέχρι τα 21 του τον ήξεραν σε όλα καλά σχολεία και σχολές τέχνης του Λονδίνου, και όχι για τις εκπληκτικές του επιδόσεις.

Παράλληλα το 1941, έκανε ένα break από τις εκπαιδευτικές αλλαξοκωλιές για να υπηρετήσει στο ναυτικό, αλλά και εκεί τον άντεξαν μόνο για ένα χρόνο. Η πρώτη του επαγγελματική δουλειά ήταν η εικονογράφηση του βιβλίου του Nicholas Moore “The Glass Tower” το 1943, αν και καλλιτεχνικά ανοίγματα είχε από τα 17 του έχοντας δημοσιεύσει δουλειά του στο περιοδικό Horizon και έχοντας μπλεχτεί με τους ομοφυλοφιλικούς καλλιτεχνοτέτοιους, avand garde κύκλους του Λονδίνου.

Τον επόμενο χρόνο έκανε την πρώτη του ατομική έκθεση στην Alex Reid & Lefevre Gallery, ενώ το ’46 πέρασε μια βόλτα από το Παρίσι και μετά κατέβηκε προς τα μέρη μας (ναι, εδώ στο Ελλάντα) όπου έμεινε για μερικούς μήνες.

Κάπου στις αρχές των 50s έγινε μέρος του γκρουπ καλλιτεχνών που είχε οργανώσει ο Αμερικάνος Ronald Kitaj, στο οποίο μεταξύ των άλλων συμμετείχαν ο Francis Bacon, o Reginald Gray, o Leon Kossoff και άλλα ζωγραφικά καλόπαιδα εκείνης της εποχής.

Ξέχασα να σου αναφέρω πως το 1948 έκανε το λάθος να παντρευτεί για πρώτη φορά. Η άτυχη ήταν η Kathleen “Kitty” Epstein, κόρη του γλύπτη Jacob Epstein και ανιψιά της Lorna Garman, μεγάλη καπάτσα της εποχής και πρώην γκόμενας του Lucian. Η Kitty που λες, κατά την διάρκεια του έγγαμου βίου τους, ήταν το πιο προσφιλές του μοντέλο. Βλέπεις ο Lucian αποφάσισε πως θέλει να επιδοθεί στην ζωγραφική ανθρώπινων μοντέλων και να βγάζει αποτελέσματα με όση μεγαλύτερη πιστότητα και ένταση μπορούσε.

Ο γάμος του με την Kitty, άρα και η συνεργασία της ως μοντέλο, κράτησαν για μια τετραετία. Το 1952, ο γάμος κατέρρευσε, αλλά ο Lucian ήταν απτόητος. Στο κάτω ,κάτω πρέπει ήδη να είχε νταραβέρια με την Lady Caroline Blackwood την οποία παντρεύτηκε ένα χρόνο αργότερα. Άλλη μεγαλοπιασμένη από εκεί. Ο μπαμπάς της ήταν μαρκήσιος και μαμά της ήταν η Maureen Guinness, κληρονόμος της ομώνυμης εταιρίας μπύρας. Ο γάμος τους κράτησε για 6 χρόνια.

Εν ουσία η Caroline τον παράτησε και “του έσπασε την καρδιά” για να κάνει καριέρα στο Hollywood. Μετά από αυτό ο Lucian το έριξε στο αλκοόλ, ενώ πηδοβολούσε από εδώ και από εκεί, αφήνοντας πίσω του τουλάχιστον μια ντουζίνα ‘ξώγαμα τέκνα, άλλα αναγνωρισμένα και άλλα όχι, ενώ οι φήμες θέλουν το φροϊδικό του γονίδιο να κυκλοφορεί σε περίπου σαράντα κόπιες — δεν μπορείς να πεις, καρπερός ο Lucian.

Παρά τα όλα σεξουαλικά του issues, πάνω στην ζωγραφική δουλειά του ήταν εργατικότατος, πωρωμένος θα έλεγε κανείς. Ήθελε, όπως σου είπα, να αποδίδει πιστά τα μοντέλα του, προσδίδοντας τους όμως κάτι έντονο και ψυχογραφικό, πράγμα που πετύχαινε κυρίως με την πινελιά του, χρησιμοποιώντας πάστες (κοινώς το χρώμα έτσι όπως βγαίνει από το σωληνάριο) και σκληρά πινέλα. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούσε διαφορετικά επίπεδα χρώματος πάνω στις μορφές του. Συν τοις άλλοις, πέρα από το έντονο οπτικό αποτέλεσμα, είχε την τάση να ψυχογραφεί τα μοντέλα του, ωσάν τον παπούκα του τον Sigmund. Πολλοί μάλιστα παραλληλίζουν την ξαπλωτή ή καθιστή στάση των περισσότερων μοντέλων του, με την θέση που είχαν οι ασθενείς του παππού του όταν αυτός τους εξέταζε.

Άλλες ζωγραφικές του πετριές ήταν να ζωγραφίζει τα μοντέλα του μαζί με τα κατοικίδια τους, μαζί με φυτά εσωτερικού χώρου (έργο τέτοιου τύπου ήταν το “Interior Paddigton“, έργο της νιότης του δικού μας, το οποίο κέρδισε βραβείο στο Festival of Britain) μαζί με τα λινά στα οποία σκούπιζε τα πινέλα του και δίπλα σε παράθυρα που είχαν θέα τις σκεπές των σπιτιών του Λονδίνου. Συν τοις άλλοις είχε ένα life (και time) commitment με τα περισσότερα μοντέλα του.

Πολλά από αυτά ήταν συγγενείς του (ας πούμε η μάνα του, με την οποία έχει κάνει μια μεγάλη σειρά μοντέλων) ή ερωμένες του -είχε μπόλικες άλλωστε- διάφοροι φίλοι του, αλλά και συνεργάτες ζωγράφοι. Πέραν του ότι ψύριζε πολύ την δουλεία του, κάνοντας έργα που του έπαιρναν πολλούς μήνες για να ολοκληρωθούν και χρησιμοποιώντας τα μοντέλα του σε πολλές πόζες, από ένα σημείο και μετά είχε μια πολύ συγκεκριμένη μανιέρα στην τεχνική που χρησιμοποιούσε.

Αφού σχεδίαζε το μοντέλο με κάρβουνο πάνω στον καμβά, ξεκινούσε να το δουλεύει με χρώμα από το κεφάλι για “να κάνει μια πρώτη γνωριμία με το θέμα του” και σιγά σιγά επεκτεινόταν και στον υπόλοιπο πίνακα για να ξαναγυρίσει το κεφάλι στα τελειώματα του έργου και να κάνει την εμβάθυνση του. Περιττό να σου πω πως ήταν αρκετά απαιτητικός με τα μοντέλα του, αναγκάζοντας τα να ποζάρουν, ακόμα και αν αυτός χρωμάτιζε τα πέριξ του μοντέλου και όχι το ίδιο. Τουλάχιστον τα περισσότερα από αυτά πρέπει να τα έπαιρνε ο ύπνος, οπότε μάλλον δεν είχαν και πολύ μεγάλο πρόβλημα.

Από το 1977 και μετά άρχισε να κυριαρχεί στη δουλειά του το γυμνό μοντέλο. Αρχικά το γυναικείο και μετέπειτα το ανδρικό, με πολύ χαρακτηριστική δουλειά του το “Man with rat“. Επίσης είναι γνωστό πως το αγαπημένο του ανδρικό μοντέλο ήταν ο Leigh Bowery, τον οποίο γνώρισε το 1990 σε μια γκαλερί όπου ο Bowery έκανε performance. Ο Lucian τον βρήκε εκπληκτικά όμορφο και σύντομα άρχισε να τον σχεδιάζει. Βέβαια ο Bowery τον εγκατέλειψε 4 χρόνια αργότερα και πήγε στον παράδεισο των ομοφυλόφιλων ή όπως είπε και ο ίδιος: “για εκτροφή γουρουνιών στην Βολιβία“.

Ο Lucian όμως αφότου έχασε τον Bowery, πήρε από το χεράκι την βιογράφο του κυρίου, την Sue Tilley, και την έκανε μούσα του. Μέσα στην χρονική περίοδο 1994-1996 είχε ζωγραφίσει πάρα πολλά γυμνά της ευτραφούς Sue, την οποία φώναζε χαϊδευτικά -και με το δίκιο του- “Big Sue“.

Ο πιο γνωστός και εντυπωσιακός πίνακας της χυμώδους αυτής κυρίας έχει τίτλο “Benefits Supervisor Sleeping“, έγινε το 1995 και απεικονίζει την Sue να κοιμάται γυμνή σε έναν μουντό floral καναπέ. Ο εν λόγω πίνακας πουλήθηκε το 2008 στον Roman Abramovich για 33.6 εκατομμύρια δολάρια, το οποίο ήταν και το μεγαλύτερο ποσό πώλησης πίνακα στα χρονικά. Χρυσωρυχείο η Sue.

Συνέχισε στην μανιέρα αυτή και για το υπόλοιπο της ζωής του, ζωγραφίζοντας άσημα μοντέλα αλλά και γνωστές μούρες (την Kate Moss και την κορακοζώιτη Βασίλισσα της Αγγλίας για παράδειγμα) όντας λίαν μυστικοπαθής και αφήνοντας τις διάφορες φήμες γύρω από το όνομα του να οργιάζουν και λίαν ενεργητικός σε επίπεδο δουλειάς, εκθέσεων και πωλήσεων.

Απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών στο σπίτι του στο Λονδίνο πριν από λιγότερο ένα χρόνο, στις 22 Ιουλίου του 2011. Η δουλειά του συνεχίζει να εκτίθεται και να μοσχοπουλιέται, ενώ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους ρεαλιστές ζωγράφους.

Ελπίζω να σου έκανε αίσθηση η γλυκούλης καλλιτεχνικός γαμίκουλας Freud.

Την επόμενη εβδομάδα είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα επανέλθω και πάλι με βιογραφία ζωγράφου μιας και θα κάνω έρωτα με ένα από τα πιο σάπια βιβλία ιστορίας τέχνης της σχολής μου. Αυτά. Με περιμένουν εκείνα τα γραμμικά που έχω στήσει από χθες.-

Στέλιος Θεοδωρίδης
Στέλιος Θεοδωρίδης
Ο ήρωας μου είναι ο γάτος μου ο Τσάρλι και ακροάζομαι μόνο Psychedelic Trance
RELATED ARTICLES

Πρόσφατα άρθρα

Tηλέφωνα έκτακτης ανάγκης

Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος: 11188
Ελληνική Αστυνομία: 100
Χαμόγελο του Παιδιού: 210 3306140
Πυροσβεστική Υπηρεσία: 199
ΕΚΑΒ 166