Το ότι οι Έλληνες δεν είμαστε από τους πιο οργανωτικούς λαούς το γνωρίζω (δυστυχώς) πολύ καλά. Το ότι κονδύλια (κυρίως ευρωπαϊκά) χάνονται διαρκώς είναι επίσης γνωστό. Αυτό που δεν είναι γνωστό είναι πώς και πότε, επιτέλους, αυτή η κατάσταση θα ανατραπεί.
Θα μου πείτε τι με έπιασε τώρα να κάθομαι και να κακομοιριάζω και ταυτόχρονα να ρίχνω, ενδεχομένως, και τη δική σας ψυχολογία, και μάλιστα για πράγματα γνωστά, παλιά και εν πάση περιπτώσει αρκούντως χωνευμένα. Ο λόγος (και όχι η αφορμή) είναι η νέα ανακοίνωση της δράσης «Δες την ψηφιακά».
Γενικά, δεν έχω κάποια αντίρρηση με το πνεύμα και τη λογική του προγράμματος (παροχή επιδότησης για την αγορά notebook από αριστούχους πρωτοετείς φοιτητές). Αυτό που με ενοχλεί είναι το γεγονός ότι ένα τόσο μεγάλο project γίνεται κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή (όπως λέμε «με την ψυχή στο στόμα») και, μάλιστα, παρά τις αντιρρήσεις που οι περισσότεροι εμπλεκόμενοι στην αγορά είχαν εκφράσει.
Και εξηγούμαι: Καλώς ή κακώς (κακώς, προφανώς, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα), τέτοιου είδους προγράμματα δεν σχεδιάζονται βάσει μίας γενικότερης στρατηγικής, ενός master plan, που έλεγαν και στο χωριό μου. Θεωρητικά, όταν το κράτος χαρίζει λεφτά, το κάνει επειδή θέλει να πετύχει κάτι ουσιαστικό, κάτι χρήσιμο για την κοινωνία, κάτι που το έχει μελετήσει και το έχει οργανώσει προκαταβολικά σε βάθος χρόνου.
Αυτό το ξεχνάμε, λοιπόν, γιατί, απλούστατα, είναι φανερό ότι η εν λόγω δράση (όπως ακριβώς τα «γυμνασιακά netbooks» δύο μήνες νωρίτερα) έχει δημιουργηθεί για να αποτελέσει ένεση ρευστότητας στην αγορά τεχνολογίας, ένα είδος άτυπης επιδότησης, εάν θέλετε, για τις εταιρείες που ασχολούνται με το χώρο και που, όπως θα περίμενε κανείς εν μέσω οικονομικής κρίσης, σίγουρα έχουν προβλήματα (έστω αρκετές εξ αυτών). Ξεχνάμε, λοιπόν, το master plan και πάμε στην παλιά, καλή, τόνωση της αγοράς. Ως εδώ όλα καλά (λέμε τώρα). Εάν, λοιπόν, θέλεις να τονώσεις την αγορά, είναι σημαντικό το πώς το κάνεις, αλλά εξίσου σημαντικό είναι το πότε το κάνεις.
Το κάνεις όταν η αγορά βρίσκεται στα πάνω της, όταν κάτι έχει αρχίσει να κινείται, ή μήπως το κάνεις όταν η αγορά το έχει πραγματικά ανάγκη, όταν οι πωλήσεις μειώνονται και η κίνηση στα καταστήματα θυμίζει παγωτατζίδικο εν μέσω χιονοθύελλας; Η απάντηση είναι προφανής κατά τη γνώμη μου και, όπως νόμιζα μέχρι πρότινος, ήταν προφανής και για πολλούς άλλους, συμπεριλαμβανομένων των εμπλεκομένων στο πρόγραμμα “Δες την ψηφιακά”. Θυμάμαι μάλιστα ότι στο παρελθόν, όταν κυκλοφόρησε πρώτη φορά η φήμη ότι θα ανακοινωθεί η δράση μέσα στον Δεκέμβριο, είχα επικοινωνήσει με την αρμόδια αρχή για να εκφράσω τις ανησυχίες μου αλλά και για να μεταφέρω τη σύμφωνη γνώμη των εταιρειών του retail. Τότε ήταν φανερό σε εμένα ότι το λάθος timing είχε αναγνωριστεί. Και, πράγματι, δεν συνέβη ποτέ.
Σήμερα, όμως, η δράση “τρέχει” καταμεσής των Χριστουγέννων, δίνοντας από ελάχιστο έως μηδενικό χρόνο σε όλους μας να προετοιμαστούμε σωστά και, ουσιαστικά, πάει να βοηθήσει την αγορά τη στιγμή που το χρειάζεται λιγότερο μέσα σε μία χρονιά. Μα καλά, κανείς δεν σκέφτηκε ότι αυτό είναι λάθος; Κανείς δεν πρόβαλε κάποια αντίρρηση; Γνωρίζοντας ότι αντιρρήσεις υπήρχαν και μάλιστα έντονες, το μόνο που μπορώ να συμπεράνω είναι ότι αυτή η φούρια μάς έπιασε για… τεχνικούς λόγους. Το… budget έπρεπε προφανώς να καταναλωθεί εντός του έτους και, έτσι, το δίλημμα ήταν απλό: να χάσουμε τα λεφτά της Ε.Ε. ή να βγάλουμε το πρόγραμμα πατ-κιουτ;
Εάν τα πράγματα όντως έχουν έτσι (όπως μαθαίνω), είναι εξαιρετικά λυπηρό το γεγονός ότι δεν καταφέραμε να οργανώσουμε σωστά ένα ήδη γνωστό γεγονός, όπως λυπηρό είναι το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα της καθυστέρησης οφείλεται στις πρόσφατες εκλογές.
Το κράτος, οι ανάγκες μας, η ζωή μας δεν (θα έπρεπε να) μπαίνουν σε “pause” επειδή έχουμε εκλογές. Ο στρατηγικός σχεδιασμός δεν (θα έπρεπε να) διακόπτεται. Θα το καταλάβουμε άραγε ποτέ αυτό ή απλώς θα περιμένουμε την επόμενη “αρπαχτή”;