Η Νότια Κορέα είναι κράτος της Ανατολικής Ασίας. Καταλαμβάνει το νότιο τμήμα της Κορεατικής χερσονήσου και είναι το ένα από τα δύο κράτη που προέκυψαν ύστερα από τη διχοτόμηση της Κορέας, το 1948.
Έχει χερσαία σύνορα μόνο στο βορρά, με τη Βόρεια Κορέα, ενώ ανατολικά, δυτικά και νότια περιβάλλεται από θάλασσα. Ειδικότερα, δυτικά βρέχεται από την Κίτρινη θάλασσα, ανατολικά από την Ιαπωνική θάλασσα, νότια από την Ανατολική Κινεζική θάλασσα, ενώ νοτιοανατολικά ο πορθμός της Κορέας τη χωρίζει από την Ιαπωνία. Ορίζεται από τις γεωγραφικές συντεταγμένες 38° 32΄ έως 33° 07΄ βόρειο πλάτος και 124° 40΄ έως 129° 30΄ ανατολικό μήκος.
Η Νότια Κορέα έχει συνολική έκταση 98.480 τ. χλμ. και κατατάσσεται στην 107η παγκόσμια θέση. Η έκτασή της είναι περίπου ίση με αυτήν της Λιβερίας, διπλάσια από αυτήν της Σλοβακίας και αντίστοιχη με το 75% της έκτασης της Ελλάδας.
Σύμφωνα με στοιχεία του 2002 ο πληθυσμός της χώρας ανέρχεται σε 48.324.000 κατοίκους. Ως προς τον πληθυσμό η Νότια Κορέα κατέχει την 25η θέση στον κόσμο. Σε σχέση με την έκταση της χώρας ο πληθυσμός είναι πολύ μεγάλος, με αποτέλεσμα η πυκνότητα να φτάνει τους 457 κατοίκους ανά τ. χλμ.
Είναι η 12η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα του κόσμου και η 3η μεταξύ των ασιατικών χωρών (μετά τη Σιγκαπούρη, το Μπανγκλαντές και την Ταϊβάν). Αναλογικά με τη Βόρεια Κορέα, η Νότια είναι μικρότερη σε έκταση αλλά πολύ μεγαλύτερη σε πληθυσμό.
Γεωγραφία της Νότιας Κορέας
Μορφολογία εδάφους
Η χώρα αποτελεί προέκταση του εδάφους της Βόρειας Κορέας προς νότο και παρουσιάζει τα ίδια γεωλογικά χαρακτηριστικά με αυτήν. Το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους της αποτελείται από γνευσίους και γρανίτες, οι οποίοι σχηματίστηκαν στη διάρκεια της Προκάμβριας περιόδου πριν από 570 εκατομμύρια χρόνια.
Ίχνη ηφαιστειακής δραστηριότητας υπάρχουν στο νησί Τζέτζου στα νότια της χώρας και σε ένα μικρό οροπέδιο της επαρχίας Κανγκβόν. Η Νότια Κορέα είναι μια κατεξοχήν ορεινή χώρα. Η σημαντικότερη οροσειρά που τη διασχίζει είναι η Τάμπακ-σάνμακ, η οποία ξεκινά από το βορειοανατολικό άκρο της Βόρειας Κορέας, ακολουθεί νότια κατεύθυνση, κατά μήκος των ανατολικών ακτών, και συνεχίζει την πορεία της στο έδαφος της Νότιας Κορέας.
Το ψηλότερο σημείο της οροσειράς αυτής στο έδαφος της Νότιας Κορέας είναι η κορυφή του όρους Κίεμπανγκ (1.577 μ.). Κατά μήκος της οροσειράς Τάμπακ ξεκινούν διάφοροι ορεινοί όγκοι με κατεύθυνση ΒΑ-ΝΔ, οι οποίοι σχηματίζουν ανάμεσά τους βαθιές κοιλάδες. Ο σπουδαιότερος από τους ορεινούς αυτούς όγκους είναι η οροσειρά Σόμπακ.
Το υψόμετρο των οροσειρών βαθμιαία ελαττώνεται από ανατολικά προς δυτικά, επιτρέποντας τη δημιουργία σχετικά εκτενών πεδιάδων κατά μήκος των δυτικών και νοτιοδυτικών ακτών της χώρας. Κοντά στη νότια ακτή, στα βορειοδυτικά της πόλης Τσίντζου, το όρος Τσίι-σαν φτάνει σε ύψος τα 1.915 μ. Το ψηλότερο πάντως σημείο της χώρας δε βρίσκεται στην Κορεατική χερσόνησο, αλλά στο νησί Τσέτζου, όπου η κορυφή του όρους Χάλα-σαν φτάνει τα 1.950 μ.
Υδρογραφία
Η χώρα διαθέτει πολλούς ποταμούς, οι οποίοι όμως, λόγω της μορφολογίας του εδάφους, δεν έχουν μεγάλο μήκος. Οι σημαντικότεροι ποταμοί είναι ο Νάκτονγκ και ο Χαν. Ο Νάκτονγκ πηγάζει από την οροσειρά Τάμπακ και ακολουθώντας Ν-ΝΑ κατεύθυνση χύνεται στον πορθμό της Κορέας, κοντά στην πόλη Πουσάν. Ο Χαν πηγάζει και αυτός από την οροσειρά Τάμπακ, ακολουθεί όμως Β-ΒΔ κατεύθυνση, περνά μέσα από την πρωτεύουσα της Νότιας Κορέας Σεούλ και χύνεται στην Κίτρινη θάλασσα.
Άλλοι μικρότεροι ποταμοί της χώρας είναι οι Γιόνγκσαν, Ίμτζιν (250 χλμ., τα περισσότερα από τα οποία στο έδαφος της Βόρειας Κορέας), Κουν, Νάμχαν, Πούκχαν, Σόγιανγκ και Σόμτζιν. Όλοι οι παραπάνω ποταμοί έχουν τις εκβολές τους στις δυτικές και νότιες ακτές της χώρας. Αντίθετα, οι ποταμοί που εκβάλλουν στις ανατολικές ακτές της χώρας, στην Ιαπωνική θάλασσα, είναι λίγοι και μικρής γενικά σημασίας.
Σε αντίθεση με τη Βόρεια Κορέα, η Νότια Κορέα διαθέτει περισσότερες φυσικές λίμνες, οι μεγαλύτερες από τις οποίες είναι οι Τσόνγκπιονγκ και Χουάτσον στο βόρειο τμήμα της χώρας.
Ακτογραφία
Η ανατολική ακτογραμμή είναι σχετικά ομαλή και δε σχηματίζει σημαντικούς κόλπους. Αντίθετα, οι δυτικές και νότιες ακτές της χώρας παρουσιάζουν πλούσιο διαμελισμό, ενώ στα ανοιχτά τους είναι διάσπαρτα πολλά μικρά νησιά, τα περισσότερα ακατοίκητα. Κατά μήκος των δυτικών και νότιων ακτών σχηματίζονται πολυάριθμοι κόλποι, σημαντικότεροι από τους οποίους είναι οι Κιόνγκγκι, Κάνγκχουα και Άσαν, ενώ στις ανατολικές ακτές ο πιο αξιόλογος κόλπος είναι ο Πόνγκιλ.
Παρά την ύπαρξη πολλών φυσικών λιμανιών, οι ακτές είναι επικίνδυνες λόγω της έντονης παλίρροιας, το εύρος της οποίος φτάνει περίπου τα 9 μέτρα. Μερικά από τα σπουδαιότερα νησιά τα οποία εκτείνονται κατά μήκος των δυτικών και νότιων ακτών της Νότιας Κορέας είναι τα εξής: Πάνγκνιονγκ (στο βορειοδυτικό άκρο της χώρας), Γιόνγκτζονγκ, Γιόνγκχουνγκ, Τόκτσοκ (ομάδα νησιών), Άνμιον, Ίμτζα, Χούκσαν (ομάδα νησιών), Τσάουν, Τσιν, Τσόνγκσαν, Βαν, Τόλσαν, Νάμχα, Τσάνγκσον και Κότζε. Μεγαλύτερο από όλα είναι το νησί Τσέτζου (1.825 τ. χλμ.), το οποίο βρίσκεται στα νότια τις χώρας και χωρίζεται από τα άλλα νησιά του κορεατικού αρχιπελάγους από τον ομώνυμο πορθμό.
Κλίμα
Η Νότια Κορέα έχει εύκρατο κλίμα, το οποίο, λόγω της γειτνίασης της χώρας με μεγάλες ηπειρωτικές μάζες, χαρακτηρίζεται από ψυχρούς ξερούς χειμώνες και θερμά ξερά καλοκαίρια. Οι μεγάλες θερμοκρασιακές διαφορές που παρατηρούνται ανάμεσα στο καλοκαίρι και το χειμώνα είναι πιο έντονες στις βόρειες και τις ορεινές περιοχές της χώρας, ενώ στις νότιες και παράκτιες μετριάζονται από την επίδραση της θάλασσας.
Έτσι στην πρωτεύουσα Σεούλ, η οποία βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, η μέση μηνιαία θερμοκρασία Ιανουαρίου είναι -5° C και Ιουλίου 25° C, ενώ στο Πουσάν, το οποίο είναι χτισμένο στις νοτιοανατολικές ακτές, οι μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες Ιανουαρίου και Ιουλίου είναι 2° C και 24° C αντίστοιχα.
Η χώρα δέχεται άφθονες βροχοπτώσεις, το μέσο ετήσιο ύψος των οποίων κυμαίνεται από 1.000 έως 1.400 χιλιοστά. Περισσότερες βροχοπτώσεις δέχονται οι νότιες παράκτιες περιοχές, κυρίως κατά τη διάρκεια των θερινών μουσώνων. Συχνά επίσης, στα τέλη του καλοκαιριού, τυφώνες πλήττουν τις νότιες ακτές της χώρας, προξενώντας μεγάλες καταστροφές.
Χλωρίδα – πανίδα
Η χλωρίδα είναι παρόμοια με εκείνη της Βόρειας Κορέας. Οι υψηλές θερμοκρασίες και οι πολλές βροχοπτώσεις ευνοούν την ανάπτυξη των δασών, τα οποία παλαιότερα κάλυπταν μεγάλο μέρος της έκτασης της χώρας. Σήμερα όμως, λόγω της χρησιμοποίησής τους ως καύσιμης ύλης και της εκτεταμένης αποψίλωσης με σκοπό την απόδοση εκτάσεων για καλλιέργεια, έχουν περιοριστεί σημαντικά και καλύπτουν μόνο το 65% της συνολικής επιφάνειας. Οι περιοχές με μεγάλο υψόμετρο καλύπτονται από κωνοφόρα δάση, ενώ κατά μήκος των ακτών υπάρχουν υποτροπικά δάση με πλατύφυλλα δέντρα και θάμνους.
Η αποψίλωση των δασών είχε ως αποτέλεσμα πολλά είδη της πανίδας να κινδυνεύουν σήμερα με εξαφάνιση. Στη χώρα απαντούν περίπου 14 είδη αμφίβιων, 112 πουλιών, 49 θηλαστικών και 25 ερπετών. Υπολογίζεται ότι 19 είδη πουλιών και 6 είδη θηλαστικών κινδυνεύουν με εξαφάνιση ή έχουν ήδη εκλείψει από τη χώρα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται οι τίγρεις, οι λεοπαρδάλεις και οι αρκούδες. Τέλος, στις θάλασσες που περιβάλλουν τη χώρα ζουν αρκετά είδη ψαριών και άλλοι θαλάσσιοι οργανισμοί.
Οικονομία
Η οικονομία της Νότιας Κορέας σημείωσε ραγδαία πρόοδο από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και έπειτα. Σήμερα είναι μία από τις πιο αναπτυγμένες της Ασίας. Στο μεγαλύτερο μέρος της στηρίζεται στους τομείς της μεταποιητικής και μεταλλευτικής βιομηχανίας, ενώ οι εξαγωγικοί της κλάδοι, οι οποίοι δέχτηκαν ισχυρή κυβερνητική υποστήριξη, σήμερα έχουν κατακλύσει με τις ανταγωνιστικές τιμές των προϊόντων τους τη διεθνή αγορά, κυρίως με ηλεκτρικές-ηλεκτρονικές συσκευές, αυτοκίνητα, χημικά προϊόντα, πλοία, υφάσματα και είδη ρουχισμού.
Το 2002 το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν έφτασε τα 931 δισ. δολάρια και το κατά κεφαλή ΑΕΠ από 6.330 δολάρια που ήταν το 1992, έφτασε τα 19.400 δολάρια το 2002. Το 2001 το δημόσιο εξωτερικό χρέος ήταν 128,2 δισ. δολάρια, ενώ το 2002 ο πληθωρισμός κυμάνθηκε στο 2,8% και το ποσοστό ανεργίας στο 3,1%.
Ο εθνικός προϋπολογισμός του 2000 ήταν πλεονασματικός με έσοδα ύψους 118,1 δισ. δολάρια και έξοδα ύψους 95,7 δισ. δολάρια. Επίσημη νομισματική μονάδα της χώρας είναι το βον (W), το οποίο διαιρείται σε 100 χον. Τον Ιανουάριο του 2002 η ισοτιμία δολαρίου και βον ήταν η εξής: 1 δολάριο ΗΠΑ = 1.317,01 βον.
Γεωργία (Υλοτομία – Αλιεία) – Κτηνοτροφία
Το 2002 το ποσοστό συμμετοχής του ευρύτερου πρωτογενούς τομέα στο σχηματισμό του ΑΕΠ ήταν περίπου 4%, ενώ οι εργαζόμενοι σαυτόν αποτελούσαν περίπου το 10% του ενεργού πληθυσμού. Τα τελευταία όμως χρόνια τα ποσοστά συμμετοχής της γεωργίας στο ΑΕΠ και του πληθυσμού που ασχολείται σ αυτήν βαθμιαία μειώνονται. Το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης της χώρας (65%) καλύπτεται από δάση, το 1% χρησιμοποιείται για βοσκή, το 13% για άλλες χρήσεις και το υπόλοιπο 21% καλλιεργείται.
Παρόλο που το ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού, λόγω της ταχύτατης αστικοποίησης της χώρας, βαθμιαία ελαττώνεται και οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις είναι λίγες, η γεωργία διεξάγεται με σύγχρονα μέσα και η χώρα είναι αυτάρκης σε τρόφιμα, εκτός από σιτάρι. Στη χώρα παράγονται ρύζι (αποτελεί το σημαντικότερο γεωργικό προϊόν), πατάτες, καλαμπόκι, κεχρί και σιτάρι. Άλλα σημαντικά γεωργικά προϊόντα είναι τα όσπρια, το κριθάρι, ο καπνός, το βαμβάκι και διάφορα είδη φρούτων και λαχανικών.
Η κτηνοτροφία, παρόλο που διεξάγεται στο 1% της συνολικής έκτασης, έχει καλή υλικοτεχνική υποδομή. Εκτρέφονται βοοειδή, χοίροι, πουλερικά, κατσίκες, πρόβατα και άλογα.
Σε αντίθεση με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, η αλιεία αποτελεί σπουδαίο κλάδο της οικονομίας της Νότιας Κορέας. Τόσο στην Κίτρινη όσο και στην Ιαπωνική θάλασσα αλιεύονται μεγάλες ποσότητες ψαριών κατατάσσοντας τη Νότια Κορέα στην 7η παγκόσμια θέση.
Τέλος, τα δάση καλύπτουν περίπου το 65% της έκτασης της χώρας και εντοπίζονται κυρίως στις ορεινές περιοχές των επαρχιών Κάνγκβον και Κιόνγκσανγκ.
Ορυκτός πλούτος
Σε σύγκριση με τη Βόρεια Κορέα ο ορυκτός πλούτος της Νότιας Κορέας δεν είναι τόσο μεγάλος. Παρ` όλα αυτά εξορύσσονται σημαντικές ποσότητες αργύρου, ψευδαργύρου, βολφραμίου (η Νότια Κορέα είναι μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς του κόσμου), γραφίτη, χρυσού, μολύβδου, κασσίτερου και φωσφορικών αλάτων. Υπάρχουν επίσης κοιτάσματα ανθρακίτη. Εκτός από τον ανθρακίτη, ο οποίος αποτελεί την κυριότερη ενεργειακή πηγή, έχει ανακαλυφθεί και πετρέλαιο.
Οι ποσότητες όμως είναι μικρές και η Νότια Κορέα αναγκάζεται να εισάγει πετρέλαιο από άλλες χώρες, προκειμένου να καλύψει τις εγχώριες ανάγκες. Το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας παράγεται από τα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια και η υπόλοιπη από γεωθερμικά και υδροηλεκτρικά. Τα περισσότερα υδροηλεκτρικά εργοστάσια έχουν κατασκευαστεί κατά μήκος του ποταμού Χαν, κοντά στην πρωτεύουσα Σεούλ. Το 2000 η συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έφτασε τα 273,2 δισ. κιλοβατώρες.
Βιομηχανία
Παρά τις μεγάλες καταστροφές που προξένησε στη χώρα ο πόλεμος του 1950-1953 με τη Βόρεια Κορέα, τη δεκαετία του 1960 ξεκίνησε ένα μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό πρόγραμμα με στόχο την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την ανάπτυξη των εξορύξεων και της μεταποιητικής βιομηχανίας.
Αποτέλεσμα του κυβερνητικού προγράμματος αυτού ήταν η Νότια Κορέα να μετατραπεί σιγά σιγά από αγροτική σε βιομηχανική χώρα και να φτάσει σήμερα να συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο αναπτυγμένων ασιατικών χωρών. Τη δεκαετία του 1960 το βάρος δόθηκε κυρίως στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η οικονομική κατάσταση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Αυτό άλλαξε τη δεκαετία του 1980 με τη σταδιακή μείωση του κυβερνητικού ελέγχου στις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία. Το 2002 ο ρυθμός αύξησης της βιομηχανικής παραγωγής έφτασε το 6,5%. Σήμερα η βιομηχανία αποτελεί την αιχμή της νοτιοκορεατικής οικονομίας και τα προϊόντα της καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών. Σε επίπεδο αριθμών, το 2002 ο ευρύτερος δευτερογενής τομέας μετείχε με ποσοστό 42% περίπου στο σχηματισμό του ΑΕΠ και απασχολούσε το 22% των εργαζομένων.
Η βιομηχανία είναι συγκεντρωμένη κυρίως γύρω από την πρωτεύουσα και τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Κυριότερος κλάδος της βαριάς βιομηχανίας είναι η μεταλλουργία και η χημική βιομηχανία. Λειτουργούν εργοστάσια παραγωγής χημικών λιπασμάτων, πλαστικών, ελαστικών, κατασκευής αυτοκινήτων και μηχανολογικού εξοπλισμού, πλοίων, τσιμέντου, προϊόντων προηγμένης τεχνολογίας και ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών. Σημαντικότερος κλάδος της ελαφράς βιομηχανίας είναι η υφαντουργία.
Άλλοι σημαντικοί κλάδοι είναι αυτοί της κατασκευής υποδημάτων και μεταποίησης αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων. Αξιοσημείωτη παράμετρος είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των βιομηχανιών της χώρας ανήκει σε Ιάπωνες και Αμερικανούς επενδυτές.
Εμπόριο
Ο ευρύτερος τριτογενής τομέας έχει πολύ μεγάλη ανάπτυξη και τα ποσοστά συμμετοχής του στο σχηματισμό του ΑΕΠ και απασχόλησης των εργαζομένων σ` αυτόν, το 2002 έφταναν το 54% και 69% αντίστοιχα, τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν τάσεις περαιτέρω αύξησης.
Σημαντικό μέρος του τομέα αυτού σχετίζεται με τις συναλλαγές και τους πιστωτικούς και τραπεζικούς οργανισμούς, μεγαλύτερος από τους οποίους είναι η Τράπεζα της Κορέας, η οποία εκδίδει το εθνικό νόμισμα. Το 2002 η χώρα παρουσίαζε ενεργητικό εμπορικό ισοζύγιο με την αξία των εισαγωγών να φτάνει τα 146,6 δισ. δολάρια και των εξαγωγών τα 159,2 δισ. δολάρια. Κυριότεροι εμπορικοί εταίροι της Νότιας Κορέας είναι οι ΗΠΑ (το 2001 απορρόφησαν το 15,9% των εισαγωγών και το 20,7% των εξαγωγών), η Ιαπωνία (απορρόφησε το 18,9% και 11% αντίστοιχα) και οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι εξαγωγές αφορούν κυρίως αυτοκίνητα (είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο η κορεατική αυτοκινητοβιομηχανία HYUNDAI), ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη, μηχανές, πλοία, χημικά προϊόντα, κόντρα πλακέ (η Νότια Κορέα είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα στην Ασία, μετά την Ινδία), υφάσματα και ψάρια. Εισάγονται μηχανές, ηλεκτρικός και ηλεκτρονικός εξοπλισμός, είδη προηγμένης τεχνολογίας, πετρέλαιο, προϊόντα οργανικής χημείας και σιτηρά.
Μεταφορές – επικοινωνιακό δίκτυο
Οι συγκοινωνίες της χώρας τα τελευταία χρόνια βελτιώθηκαν σε μεγάλο βαθμό, έτσι ώστε σήμερα να συγκαταλέγονται ανάμεσα στις πιο προηγμένες της Ασίας. Το 2000 το μήκος του οδικού δικτύου έφτανε τα 87.534 χλμ., από τα οποία τα 1.996 χλμ. αποτελούσαν οι δρόμοι ταχείας κυκλοφορίας. Το 2000 το μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου έφτανε τα 3.124 χλμ., από τα οποία τα 661χλμ. ήταν ηλεκτροδοτούμενα. Μεγάλη ανάπτυξη σημείωσαν επίσης οι αεροπορικές συγκοινωνίες.
Σε όλη τη χώρα λειτουργούν 69 αεροδρόμια για προγραμματισμένες πτήσεις. Εθνικός αερομεταφορέας είναι η αεροπορική εταιρεία Korean Air, η οποία εκτελεί πτήσεις στο εσωτερικό και συνδέει τη Νότια Κορέα με την Ιαπωνία και πολλές άλλες χώρες της Ασίας. Το διεθνές αεροδρόμιο Κίμπο στην πρωτεύουσα Σεούλ είναι το μεγαλύτερο της χώρας και εξυπηρετεί τις περισσότερες ξένες αεροπορικές εταιρείες.
Το μεγαλύτερο μέρος των θαλάσσιων μεταφορών διεξάγεται από τα τρία σπουδαιότερα λιμάνια της χώρας: του Πουσάν στις νοτιοανατολικές ακτές, της Ίντσον στις δυτικές ακτές, η οποία αποτελεί επίνειο της Σεούλ, και της Τσέτζου στο ομώνυμο νησί. Αξιόλογος είναι και ο εμπορικός στόλος της χώρας. Το 2002 ο αριθμός των πλοίων που έφεραν τη νοτιοκορεατική σημαία έφτανε τα 501.
Το επίπεδο των τηλεπικοινωνιών είναι από τα υψηλότερα του κόσμου. Το 2001 λειτουργούσαν 256 τηλεοπτικά κανάλια, 104 ραδιοσταθμοί AM και 136 FM. Την ίδια χρονιά αναλογούσε μία τηλεόραση σε 3,03 κατοίκους, ένα ραδιόφωνο ανά κάτοικο και ένα τηλέφωνο ανά 2 κατοίκους.
Τουρισμός
Η χώρα πραγματοποιώντας οικονομικά ανοίγματα προς την Ιαπωνία και τις χώρες της Δύσης κατόρθωσε να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο κράτος και να προβάλει την εικόνα της προς τα έξω, προσελκύοντας πολλούς τουρίστες. Μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε και η πραγματοποίηση των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1988 από την πρωτεύουσά της, Σεούλ.
Οι κάτοικοι
Δημογραφικά στοιχεία
Από δημογραφική άποψη η χώρα εμφανίζει το φαινόμενο της πληθυσμιακής στασιμότητας και “γήρανσης” του πληθυσμού, χαρακτηριστικό των χωρών της Δύσης. Το 2002 τα ποσοστά γεννητικότητας και θνησιμότητας κυμάνθηκαν στο 1,45% και 0,6% αντίστοιχα.
Με βάση τα ποσοστά αυτά ο δείκτης φυσικής αύξησης την ίδια χρονιά έφτανε περίπου το 0,85%. Ο δείκτης της βρεφικής θνησιμότητας είναι πολύ μικρός και το 2002 έφτανε το 0,75%. Το 2002 η ηλικιακή σύνθεση του πληθυσμού εμφάνιζε την ακόλουθη εικόνα: το 21,4% ήταν έως 14 ετών, το 71% ήταν από 15 έως 64 ετών, ενώ το 7,6% ήταν από 65 ετών και άνω.
Ο μέσος όρος ζωής των κατοίκων το 2002 έφτανε τα 74,88 χρόνια, με τις γυναίκες να ζουν περισσότερο από τους άντρες (71,2 χρόνια οι άντρες και 78,95 οι γυναίκες). Παρ` όλα αυτά ο μέσος όρος ζωής εξακολουθεί να είναι μικρότερος από το μέσο όρο των δυτικών χωρών.
Η ταχύτατη αστικοποίηση της χώρας, η οποία συντελέστηκε από το 1960 και έπειτα, είχε ως αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού (81%) να κατοικεί σήμερα στα αστικά κέντρα και κυρίως στη Σεούλ και το Πουσάν. Αντίθετα, ο αγροτικός πληθυσμός αποτελεί μόλις το 19% του συνολικού πληθυσμού και είναι συγκεντρωμένος στις κοιλάδες και τις παράκτιες πεδιάδες της χώρας.
Μετανάστευση
Υπολογίζεται ότι περίπου 4 εκατομμύρια Κορεάτες είχαν μεταναστεύσει στη Μαντζουρία της Κίνας και στην Ιαπωνία πριν από το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Μετά το 1945, και κυρίως μετά τη λήξη του Πολέμου της Κορέας το 1953, τουλάχιστον οι μισοί από τους Κορεάτες που μετανάστευσαν στην Ιαπωνία και άλλα δύο περίπου εκατομμύρια Κορεατών από τη Βόρεια Κορέα ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στη Νότια Κορέα και κυρίως στην πρωτεύουσα Σεούλ. Παρ` όλα αυτά, αρκετοί Κορεάτες εξακολουθούν να ζουν ακόμη στο εξωτερικό και κυρίως στην Ιαπωνία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 υπολογίστηκε ότι ένας στους 1.000 κατοίκους ζούσε μετανάστης στο εξωτερικό.
Σύνθεση πληθυσμού
Ο πληθυσμός της χώρας παρουσιάζει μεγάλη ομοιογένεια και στη συντριπτική πλειοψηφία του αποτελείται από Κορεάτες. Οι Κορεάτες έχουν μογγολική καταγωγή, γεγονός που αποδεικνύεται και από τα φυσικά χαρακτηριστικά τους, όπως η ίσια μύτη, τα σκούρα ίσια μαλλιά, τα ψηλά ζυγωματικά και τα σχιστά βλέφαρα. Στη χώρα ζουν επίσης ορισμένοι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί, οι οποίοι, παρόλο που είναι ολιγάριθμοι, έχουν έντονη παρουσία στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Τέλος, – στα μεγάλα αστικά κέντρα κυρίως – κατοικεί ένας μικρός αριθμός Κινέζων.
Θρησκεία
Στη χώρα ισχύει καθεστώς θρησκευτικής ελευθερίας, οι θρησκευτικές όμως πεποιθήσεις των κατοίκων είναι τόσο ποικίλες, ώστε παρατηρούνται διαφορές ακόμη και μέσα στην ίδια την οικογένεια. Η πλειονότητα των κατοίκων (48,6%) είναι πιστοί του χριστιανισμού, ο οποίος εισήχθη σχετικά πρόσφατα στην Κορέα και εκπροσωπούν τη στροφή της χώρας στα δυτικά πρότυπα. Το 47,4% των κατοίκων – και κυρίως οι γυναίκες – είναι πιστοί του βουδισμού.
Άλλες μικρότερες θρησκευτικές ομάδες είναι των κομφουκιανιστών (3%, κυρίως άνδρες), των σαμανιστών (0,8%), οι οποίοι απαντούν κυρίως στις αγροτικές περιοχές, και των οπαδών της θρησκείας τσοντόγκιο (0,2%), η οποία συνδυάζει στοιχεία του βουδισμού, του κομφουκιανισμού, του χριστιανισμού και του ταοϊσμού.
Το 1963 εισήχθη στη χώρα η Τάνγκγκα Χακχόε (Κοινωνία Δημιουργίας Αξιών και Γνώσης) του Ιάπωνα βουδιστή Νιτσιρέν, ο οποίος έζησε το 14ο αι. Η θρησκεία αυτή τα τελευταία χρόνια έχει κερδίσει αρκετούς ένθερμους υποστηρικτές, οι οποίοι ανήκουν κυρίως στις χαμηλές εισοδηματικές τάξεις των μεγάλων πόλεων.
Γλώσσα
Επίσημη γλώσσα της χώρας είναι η κορεατική, η οποία είναι συγγενής με την κινεζική και την ιαπωνική και ομιλείται από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Εξίσου διαδομένες είναι η ιαπωνική και η αγγλική. Η τελευταία διδάσκεται στα σχολεία της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και χρησιμοποιείται ευρύτατα στο εμπόριο και τις συναλλαγές.
Πολιτειακή και κοινωνική οργάνωση
Πολίτευμα – Συνταγματικοί θεσμοί
Η επίσημη ονομασία της χώρας είναι Δημοκρατία της Κορέας (Ταεχάν Μινγκούκ). Με την αναθεώρηση του Συντάγματος που έγινε στις 25 Φεβρουαρίου του 1948 πολίτευμα της χώρας καθορίστηκε η προεδρική δημοκρατία. Αρχηγός του κράτους, επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας και διοικητής των ενόπλων δυνάμεων είναι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος εκλέγεται κάθε 5 χρόνια απευθείας από το λαό. Την εκτελεστική εξουσία ασκεί η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός.
Η νομοθετική εξουσία ασκείται από την Εθνική Συνέλευση, η οποία αποτελείται από 299 μέλη. Τα 237 από τα μέλη της εκλέγονται κάθε 4 χρόνια με καθολική ψηφοφορία, ενώ τα υπόλοιπα 62 επιλέγονται από τις λίστες των πολιτικών κομμάτων, με βάση την ποσοστιαία δύναμη κάθε κόμματος.
Η δικαστική εξουσία ασκείται από το Ανώτατο Δικαστήριο, τα 3 εφετεία και τα 12 περιφερειακά δικαστήρια της χώρας. Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει τους νόμους και ελέγχει τη νομιμότητα των κυβερνητικών αποφάσεων. Δικαίωμα ψήφου έχουν όλοι οι πολίτες της χώρας οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους.
Υγεία – πρόνοια
Τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση έχει θεσπίσει προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, τα οποία όμως δεν έχουν ακόμη επεκταθεί σε όλη τη χώρα και δεν καλύπτουν όλες τις ομάδες του πληθυσμού. Μερικά από αυτά τα προγράμματα αφορούν την επαγγελματική επιμόρφωση των γυναικών, την εξασφάλιση στέγης για τους ανάπηρους πολέμου, τα ορφανά και τους ηλικιωμένους και τη χορήγηση επιδομάτων σε περιπτώσεις εργατικού ατυχήματος και εγκυμοσύνης για τις γυναίκες.
Σημαντικό ρόλο σ` αυτή την προσπάθεια της κυβέρνησης έπαιξαν και οι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ και διάφορες οργανώσεις εθελοντών που έσπευσαν στη χώρα αμέσως μετά τη λήξη του Πολέμου της Κορέας, με σκοπό την ανακούφιση του πληθυσμού. Ωστόσο, όπως δείχνουν οι εργατικές και φοιτητικές αναταραχές που ξεσπούν συχνά στη χώρα, χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμη στον τομέα της πρόνοιας, καθώς υπάρχει μεγάλο χάσμα στις κρατικές παροχές ανάμεσα στον αστικό και τον αγροτικό πληθυσμό.
Παρ` όλη την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον τομέα της υγείας, η ιατρική περίθαλψη που παρέχεται στη Νότια Κορέα υπολείπεται ακόμη αυτής των αναπτυγμένων χωρών της Δύσης. Το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στην έλλειψη ιατρικού προσωπικού και εξοπλισμού, που δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες, ειδικά στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
Εκπαίδευση
Το ποσοστό των εγγραμμάτων είναι αρκετά υψηλό και υπολογίζεται ότι φτάνει το 98%. Η εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν και είναι υποχρεωτική για την ηλικία των 6-12 χρόνων. Το κράτος επενδύει μεγάλα ποσά στην εκπαίδευση, αφού χρηματοδοτεί περισσότερο από το 75% των εκπαιδευτικών αναγκών. Οι περισσότεροι απόφοιτοι της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης συνεχίζουν και στη δευτεροβάθμια, η οποία διαρκεί τρία χρόνια και από αυτούς οι μισοί σχεδόν εισάγονται στα πανεπιστήμια και στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η εισαγωγή στα πανεπιστήμια γίνεται με εξετάσεις, οι οποίες είναι αυστηρές και ο συναγωνισμός έντονος. Λειτουργούν ακόμη σχολεία επαγγελματικής εκπαίδευσης, κολέγια, παιδαγωγικές ακαδημίες και πανεπιστημιακά ιδρύματα, μεγαλύτερο από τα οποία είναι το πανεπιστήμιο της Σεούλ.
Ένοπλες δυνάμεις
Οι ένοπλες δυνάμεις της Νότιας Κορέας συγκαταλέγονται μεταξύ των ισχυρότερων του κόσμου και οργανώθηκαν από τους Αμερικανούς, μετά τη λήξη του Πολέμου της Κορέας. Η στράτευση είναι υποχρεωτική και διαρκεί 26 μήνες για το στρατό ξηράς και 30 μήνες για το πολεμικό ναυτικό και την πολεμική αεροπορία. Το 2000 οι δαπάνες για την άμυνα απορρόφησαν το 2,8% του ΑΕΠ. Υπηρετούν περίπου 650.000 άτομα στο στρατό ξηράς, 60.000 άτομα στο πολεμικό ναυτικό και 53.000 στην πολεμική αεροπορία. Οι έφεδροι υπολογίζονται σε 4,5 εκατομμύρια.
Διοικητική διαίρεση
Επαρχίες – Διαμερίσματα
Η Νότια Κορέα διαιρείται σε 9 επαρχίες και 6 διαμερίσματα πόλεων, τα οποία με τη σειρά τους υποδιαιρούνται σε 137 μικρότερες περιοχές (γκουμ) και 67 πόλεις (τσι). Κάθε επαρχία και διαμέρισμα πόλης έχει το δικό του κυβερνήτη, ο οποίος ορίζεται από την κεντρική κυβέρνηση.
Πρωτεύουσα – Πόλεις
Πρωτεύουσα και μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας είναι η Σεούλ (10.612.577 κάτ.), η οποία συγκαταλέγεται μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων πόλεων του κόσμου. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα.
Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Χαν, σε μικρή απόσταση από τις εκβολές του στην Κίτρινη θάλασσα. Ιδρύθηκε το 1392 ως πρωτεύουσα του κράτους και έδρα της δυναστείας Γι. Μια σειρά αμυντικά τείχη που χτίστηκαν στους γύρω λόφους κράτησαν την πόλη απομονωμένη από τον υπόλοιπο κόσμο μέχρι τα τέλη του 19ου αι., όταν άρχισε να έρχεται σε επαφή με τη Δύση. Λίγα παλιά οικοδομήματα και ερείπια των παλιότερων τειχών διατηρούνται μέχρι σήμερα. Η πόλη ξαναχτίστηκε μετά τη λήξη του Πολέμου της Κορέας πάνω σε σύγχρονο σχέδιο.
Οι ουρανοξύστες, τα μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα των διαφόρων οργανισμών και οι φαρδείς λεωφόροι της δίνουν όψη σύγχρονης μεγαλούπολης. Η Σεούλ αποτελεί σήμερα το εμπορικό, οικονομικό, πολιτικό, πνευματικό και αθλητικό κέντρο της Νότιας Κορέας. Διαθέτει υπόγειο σιδηροδρομικό δίκτυο, το οποίο συνδέει τα προάστια με το εμπορικό κέντρο της πόλης και ακόμη άριστες αθλητικές εγκαταστάσεις, οι οποίες φιλοξένησαν τους 24ους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, που διοργανώθηκαν εκεί το 1988.
Δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Νότιας Κορέας είναι η πόλη Πουσάν (4.082.000 κάτ.). Είναι χτισμένη στις εκβολές του ποταμού Νάκτονγκ, στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας. Η στρατηγική της θέση την κατέστησε το σημαντικότερο εμπορικό λιμάνι της χώρας και μία από τις σπουδαιότερες πύλες εξόδου προς τον υπόλοιπο κόσμο. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κορέας η πόλη υπέστη μεγάλες υλικές καταστροφές και έκτοτε ξαναχτίστηκε. Στα αξιοθέατά της περιλαμβάνεται το παλάτι Kyongbok, το οποίο χτίστηκε το 14ο αι.
Ακολουθεί η πόλη Τάγκου (2.432.000 κάτ.), η οποία αποτελεί μεγάλο αγροτικό και εμπορικό κέντρο στο νότιο τμήμα της χώρας. Στην πόλη λειτουργούν βιομηχανίες κατασκευής μηχανών, παρασκευής τροφίμων, υφαντουργίες και εκκοκκιστήρια βάμβακος.
Η Ίντσον (2.340.000 κάτ.) είναι η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας και επίνειο της πρωτεύουσας Σεούλ. Είναι χτισμένη στις εκβολές του ποταμού Χαν, στις βορειοδυτικές ακτές της χώρας, 35 χλμ. νοτιοδυτικά της Σεούλ. Αποτελεί σημαντικό λιμάνι και σπουδαίο βιομηχανικό και τουριστικό κέντρο.
Πέμπτη μεγάλη πόλη της χώρας είναι η Κουάνγκτζου (1.424.000 κάτ.), μεγάλο εμπορικό και συγκοινωνιακό κέντρο της νοτιοδυτικής Κορέας. Είναι χτισμένη στους πρόποδες του όρους Μούντουνγκ και έχει γίνει γνωστή για τις φυσικές ομορφιές, την πολιτιστική κληρονομιά και την καλλιτεχνική της παράδοση.
Η γύρω περιοχή είναι γεμάτη από ναούς και τάφους, απομεινάρια του πολιτισμού του βασιλείου Παεκτσού, το οποίο άκμασε από τον 1ο αι. π.Χ. μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ. Πολλά από αυτά τα ευρήματα φυλάσσονται σήμερα στο Εθνικό Μουσείο της πόλης, μαζί με άλλα κεραμικά αντικείμενα, τα οποία περισυνελέγησαν από το ναυάγιο ενός κινεζικού πλοίου που συνέβη πριν από 600 χρόνια.
Ανάμεσα στις πόλεις της χώρας που έχουν πληθυσμό άνω του ενός εκατομμυρίου κατοίκων συγκαταλέγεται και η πόλη Τάτζον (1.100.000 κατ.), η οποία αποτελεί το εμπορικό κέντρο μιας περιοχής με αναπτυγμένη την κτηνοτροφία και την οπωροκαλλιέργεια.
Άλλες μικρότερες πόλεις της Νότιας Κορέας είναι η Ούλσαν (683.000 κάτ.), η Σουγουόν (635.000 κάτ.), η Τσόντζου (517.000 κάτ.), η Τσόνγκτζου (497.000 κάτ.), η Μάσαν (387.000 κάτ.), η Πόχανγκ (319.000 κάτ.), στις ανατολικές ακτές της χώρας, η Τσίντζου (259.000 κάτ.), η Μόκπο (243.000 κάτ.), λιμάνι στις νοτιοδυτικές ακτές, η Κούνσαν (219.000 κάτ.) κ.ά.
Ιστορία
20ός αιώνας
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και την κατάληψη στις 15 Αυγούστου 1948 της Κορεατικής χερσονήσου από σοβιετικά στρατεύματα βόρεια του 38ου παράλληλου και από αμερικανικά νότια αυτού, το νότιο τμήμα κήρυξε την ίδρυση της Δημοκρατίας της Νότιας Κορέας και επέλεξε ως πρόεδρο τον Σίνγκμαν Ρι. Ανάλογη ήταν και η εξέλιξη στο βόρειο τμήμα της χερσονήσου, η οποία οδήγησε στη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κορέας (Βόρεια Κορέα).
Οι σχέσεις των δύο χωρών οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, που κατέληξε στην ένοπλη σύγκρουση μεταξύ τους (Πόλεμος της Κορέας: 25 Ιουνίου 1950 – 27 Ιουλίου 1953). Η λήξη του πολέμου βρήκε τη Νότια Κορέα εξασθενημένη και το λαό δυσαρεστημένο από την αυταρχική πολιτική του Σίνγκμαν Ρι, ο οποίος ένα μήνα μετά την επανεκλογή του, τον Μάρτιο του 1960, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα.
Η νέα κυβέρνηση με πρόεδρο τον Γιούν Ποσόν και πρωθυπουργό τον Τσανγκ Μγιάν δεν κατόρθωσε να διατηρήσει την εθνική ενότητα και να ανορθώσει την οικονομία, δίνοντας την ευκαιρία σε μια στρατιωτική “χούντα” με επικεφαλής τον Τσανγκ Ντογιόν να καταλάβει την εξουσία στις 16 Μαΐου 1961, διακηρύσσοντας την αποκατάσταση της τάξης. Πενήντα μέρες αργότερα ο Ντογιόν αντικαταστάθηκε στην εξουσία από το στρατηγό Παρκ Τσουνγκ-Χε, ο οποίος, αφού παραιτήθηκε από το στρατό, έθεσε υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές και τις κέρδισε, τον Οκτώβριο του 1963.
Στις βουλευτικές εκλογές που έγιναν τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου το Δημοκρατικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα με επικεφαλής τον Παρκ Τσουνγκ-Χε κέρδισε τις 110 από τις 175 έδρες του Κοινοβουλίου. Στις 21 Φεβρουαρίου 1965 η Νότια Κορέα υπέγραψε σύμφωνο φιλίας με την Ιαπωνία, ενώ την ίδια περίοδο, ως σύμμαχος των ΗΠΑ, έστειλε δύναμη 2.000 ανδρών στο Νότιο Βιετνάμ. Στο μεταξύ τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα οξύνονταν συνεχώς και οι λαϊκές αντιδράσεις και φοιτητικές ταραχές αποτελούσαν μόνιμο φαινόμενο στη ζωή της χώρας.
Μέσα σε ένα κλίμα βίας και νοθείας ο Παρκ Τσουνγκ-Χε κατόρθωσε τον Μάιο του 1967 να επανεκλεγεί πρόεδρος της Δημοκρατίας και το κόμμα του να συγκεντρώσει τα τρία τέταρτα των εδρών. Προηγουμένως, τον Φεβρουάριο του 1967, είχε ιδρυθεί το Δημοκρατικό Κόμμα με ηγέτη τον Γιον Ποσόν που ασκούσε αντιπολίτευση. Ο Παρκ Τσουνγκ-Χε πέτυχε με δημοψήφισμα να του επιτραπεί να διεκδικήσει το αξίωμα του προέδρου της Δημοκρατίας για τρίτη φορά, πράγμα που κατόρθωσε στις 27 Απριλίου 197.
Το κόμμα του κέρδισε επίσης τις βουλευτικές εκλογές που έγιναν τον επόμενο μήνα. Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, στις 4 Ιουλίου 1972, υπογράφτηκε συμφωνία ανάμεσα στη Βόρεια και τη Νότια Κορέα για τον τερματισμό της εμπόλεμης κατάστασης και την απαρχή μιας περιόδου ύφεσης στις σχέσεις των δύο χωρών. Τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου ο Παρκ κήρυξε στρατιωτικό νόμο, ανέστειλε το Σύνταγμα και απαγόρευσε τη λειτουργία των κομμάτων. Στις 21 Νοεμβρίου 1972 ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα που έδινε ακόμη μεγαλύτερες αρμοδιότητες στον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τον επόμενο χρόνο ο Κιμ Τσουνγκ-Πιλ εκλέχτηκε πρωθυπουργός.
Τα επόμενα χρόνια η κυβέρνηση εγκαινίασε μια πολιτική καταπίεσης και διωγμών στο όνομα της οικονομικής ανάπτυξης (η οποία ομολογουμένως υπήρξε σημαντική), με αποτέλεσμα οι αντιδράσεις εναντίον της να αυξάνονται ολοένα και περισσότερο και οι διαδηλώσεις στους δρόμους της Σεούλ να αποτελούν καθημερινό φαινόμενο. Στις 26 Οκτωβρίου 1979 δολοφονήθηκε ο Παρκ Τσουνγκ-Χε από το διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Κιμ Ζαέ-Κγιού. Πρόεδρος της Δημοκρατίας τον Δεκέμβριο του 1979 εκλέχτηκε ο Τσόι Κγιού-Χα.
Ύστερα από μια περίοδο αναταραχής, τον Μάιο του 1980, εκδηλώθηκε στρατιωτικό πραξικόπημα υπό το στρατηγό Τσον Τουχουάν, ο οποίος επέβαλε στρατιωτικό νόμο και συνέχισε τη δικτατορική διακυβέρνηση της χώρας.
Με δημοψήφισμα έγινε δεκτό νέο Σύνταγμα, ενώ οι προεδρικές εκλογές της 25ης Φεβρουαρίου 1981 ανέδειξαν πρόεδρο τον Τουχουάν και οι βουλευτικές της 25ης Μαρτίου πρωθυπουργό τον Ναμ Ντουκ Βου του Δημοκρατικού Κόμματος Δικαιοσύνης. Στα επόμενα χρόνια η κυβέρνηση, κάτω από την πίεση των λαϊκών αντιδράσεων, αναγκάστηκε να προχωρήσει σε διαδοχικές αντικαταστάσεις πρωθυπουργών: Γιου Τσανκ Σουν (Ιανουάριος 1982), Κιμ Σανγκ Χγιούπ (1983), Τσιν Γι Τσουνγκ (1984), Λο Σιν-Γιόνγκ (1986), Λι Χαν Κέι (Μάιος 1987), Κιμ Τσουνγκ Γολ (Ιούλιος 1987).
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής η Νότια Κορέα εξασφάλισε τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας από την Ιαπωνία και σημείωσε τον υψηλότερο δείκτη οικονομικής ανάπτυξης στον κόσμο το 1984. Ύστερα από μια σύντομη επιδείνωση των σχέσεών της με την πρώην ΕΣΣΔ το 1983, με αφορμή την κατάρριψη ενός νοτιοκορεατικού τζάμπο πάνω από τις σοβιετικές βάσεις στη Σαχαλίνη, οι σχέσεις με τη Μόσχα και το Πεκίνο βελτιώθηκαν σημαντικά στη διάρκεια του 1984. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 σημειώθηκε πρόοδος στις σχέσεις μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας.
Το 1986 άνοιξαν τα σύνορα ανάμεσα στις δύο χώρες για πρώτη φορά ύστερα από το τέλος του Πολέμου της Κορέας. Το 1987, κάτω από την πίεση διαδηλώσεων των φοιτητών, των εργατών, των μικρομεσαίων και των βιομηχάνων κατά της κυβέρνησης, εγκρίθηκε με δημοψήφισμα νέο Σύνταγμα, το οποίο προέβλεπε την απευθείας εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας, την απόλυση των κρατουμένων και την ελευθερία του Τύπου.
Προκηρύχτηκαν προεδρικές εκλογές και νικητής αναδείχτηκε ο ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος Δικαιοσύνης Ρο Τάε Βου. Στις βουλευτικές εκλογές της 26ης Απριλίου 1988 το Δημοκρατικό Κόμμα Δικαιοσύνης του προέδρου Ρο δεν κατόρθωσε να συγκεντρώσει – για πρώτη φορά ύστερα από 40 χρόνια συνεχούς διακυβέρνησης – την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή (συγκέντρωσε 125 από τις 299 έδρες).
Τον Σεπτέμβριο του 1988 η Σεούλ φιλοξένησε τους 24ους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, οι οποίοι διεξήχθησαν μέσα σε ένα κλίμα εσωτερικών ταραχών με αίτημα την απομάκρυνση του προέδρου Ρο και διαμαρτυριών για τη μη συμμετοχή της Βόρειας Κορέας. Οι αναταραχές συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια με τη μορφή διαδηλώσεων και απεργιακών κινητοποιήσεων και αίτημα την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη χώρα.
Τον Ιανουάριο του 1990 συγκροτήθηκε το Δημοκρατικό Φιλελεύθερο Κόμμα, με πρόεδρο τον Ρο, ύστερα από τη συγχώνευση του Δημοκρατικού Κόμματος Δικαιοσύνης με δύο μικρότερα κόμματα. Τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου οι διπλωματικές σχέσεις Νότιας Κορέας- πρώην ΕΣΣΔ αποκαταστάθηκαν, ύστερα από τη συνάντηση του Ρο με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στις ΗΠΑ. Τον Αύγουστο του 1991 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ έκανε δεκτές τις αιτήσεις συμμετοχής στον οργανισμό της Νότιας και Βόρειας Κορέας ως χωριστών κρατών. Οι διπλωματικές σχέσεις της Νότιας Κορέας με την Κίνα αποκαταστάθηκαν το 1992, ύστερα από την υπογραφή σχετικής συμφωνίας ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η σημερινή πολιτική κατάσταση
Τον Μάρτιο του 1992 διεξήχθησαν βουλευτικές εκλογές, στις οποίες το Δημοκρατικό Φιλελεύθερο Κόμμα πήρε οριακή πλειοψηφία και αναγκάστηκε να συνεργαστεί με ανεξάρτητους βουλευτές προκειμένου να διατηρήσει τον έλεγχο του Κοινοβουλίου. Νικητής των προεδρικών εκλογών του Δεκεμβρίου του 1992 αναδείχτηκε ο Κιμ Γιούνγκ Σαμ, ο οποίος εγκαινίασε ένα πρόγραμμα εκκαθάρισης του δημόσιου βίου από τη διαφθορά, το οποίο τα επόμενα χρόνια οδήγησε σε ποινικές διώξεις και παραιτήσεις εκατοντάδων κρατικών αξιωματούχων.
Το 1994, ύστερα από την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Βόρειας Κορέας για την ακύρωση του αμυντικού της προγράμματος, η Βόρεια Κορέα υπέγραψε συμφωνία με τις ΗΠΑ για την έναρξη συνομιλιών με την κυβέρνηση της Νότιας Κορέας. Το 1995 η Βόρεια και η Νότια Κορέα υπέγραψαν συμφωνία, με βάση την οποία η Νότια Κορέα και ένα κονσόρτσιουμ χωρών επρόκειτο να χρηματοδοτήσουν κατά 70% την κατασκευή δύο σύγχρονων πυρηνικών αντιδραστήρων στο έδαφος της Βόρειας Κορέας.
Σε αντάλλαγμα, η Βόρεια Κορέα συμφώνησε να σταματήσει το υποτιθέμενο πυρηνικό της πρόγραμμα και να εξοφλήσει τη Νότια Κορέα σε μια περίοδο 20 ετών. Στις 26 Αυγούστου 1996 το δικαστήριο της Σεούλ καταδίκασε σε θάνατο τον πρόεδρο Τσον Τουχουάν, κατηγορώντας τον για προδοσία και διαφθορά, καθώς επίσης και για το ρόλο του στο πραξικόπημα του 1979 και τη σφαγή 200 πολιτών στην πόλη Κουάνγκτζου, το 1980. Ο Ρο Τάε Βου καταδικάστηκε σε 22χρονη φυλάκιση.
Μετά τις τελευταίες εκλογές του Φεβρουαρίου του 2003 την προεδρεία της χώρας ανέλαβε ο Ρόη Μουχ-Χουάν και την πρωθυπουργεία ο Κο Κουν.