Τον ξέρεις ακόμα κι αν δεν έχεις διαβάσει ποτέ κάποιο έργο του. Ίσως φταίει η φήμη του ως μεγάλου αποφθεγματία. Ίσως φταίει και η Φρικηπαιδεία που πήρε αυτή τη φήμη και τη τράβηξε από τα μαλλιά. Ίσως φταίει που έμεινε στις συνειδήσεις πολλών ως ένας δανδής, ελκυστικός μεν, αλλά δανδής. Ίσως φταίνε οι φήμες που έχεις ψιλοακούσει από εδώ και από εκεί σχετικά με τις σχέσεις του με άλλους άνδρες. Ίσως φταίει το Πορτραίτο του Dorian Gray.
Ίσως φταίνε και πολλά που δεν μπορώ να απαριθμήσω αυτή τη στιγμή, πάντως μπορείς να αντιληφθείς πως όταν μιλάμε για τον Oscar Wilde, τη περσόνα, τον βίο και το έργο του, έχουμε να κάνουμε με μια larger than life περίπτωση. Είναι από εκείνους τους συγγραφείς που τα πάντα γύρω του είναι ικανά να σε συγκινήσουν. Και αν δεν το κάνουν ψάξτο. Κάτι δε κατάλαβες σωστά.
Προσωπικά, όπως είναι προφανές από τα παραπάνω, τρέφω απεριόριστη συμπάθεια και θαυμασμό για τον Όσκαρ Ουάιλντ. Αναμφισβήτητα, μπορώ να πω είναι από τους ελάχιστους ανθρώπους ανά την υφήλιο που έχουν τόσο τρομερή καλλιτεχνική αναγνώριση και αυτό μπορεί να σας το επιβεβαιώσει οποιοσδήποτε ασχολήθηκε με το έργο και την βιογραφία του.
Ο Όσκαρ Ουάιλντ είχε. Σε όλα του τα γραπτά, ακόμα και όσα είναι ζοφερά και σκοτεινά, ακόμα και όσα είναι δοκίμια, συναντάς, πέρα από μια ιδιαίτερα καλλιεργημένη γραφή, μια τρυφεράδα, συχνά πικρή, επίσης και μια ατμόσφαιρα που σε βάζει σε άλλους κόσμους, ακόμα και όταν διαμαρτύρεται στον πρώην αγαπητικό του για το πόσο άσχημα του φέρθηκε. Ναι, ακόμη και κάτι τόσο τετριμμένο για πολλούς, όπως μια επιστολή ενός κακοκαρδισμένου εραστή, γραμμένο από τον Ουάιλντ αποκτά λογοτεχνική αξία. Για το De Profundis όμως θα μιλήσουμε αναλυτικότερα πιο κάτω.
Πριν περάσω στη βιογραφία έχω να κάνω μια εξομολόγηση: με το έργο του Wilde ήρθα σε επαφή για πρώτη φορά γύρω στα 9 με 10 μου, όταν μου έκανε η νονά μου δώρο ένα βιβλίο με διασκευασμένα παραμύθια του. Περιττό να πω πως ήταν ένα όμορφο σοκ για εμένα τα συγκεκριμένα παραμύθια.
Με θυμάμαι να βουρκώνω διαβάζοντας τον Νεαρό Βασιλιά και να βαλαντώνω (πολλάκις) στο κλάμα με το Αηδόνι και το Τριαντάφυλλο. Κανενός άλλου οι παιδικές ιστορίες δεν ήταν τόσο καλογραμμένες, τόσο ψυχογραφικές, τόσο κοντά στη πραγματικότητα, παρά το φανταστικό τους περιεχόμενο, όσο του Wilde. Κανένας άλλος δε σχολίασε μέσα από τα παραμύθια του τα κακώς κείμενα, την υποκρισία και την ρηχότητα της κοινωνίας όπως ο Wilde. Σε κανένα άλλο παραμύθι δεν έχω συναντήσει αυτή τη γλυκόπικρη ειρωνεία που είχαν οι ιστορίες του.
Δυστυχώς αυτό το βιβλίο δε βρίσκεται πλέον στα χέρια μου. Από παιδική ενοχικότητα το χάρισα στις ξαδέρφες μου, λίγο καιρό αφού άκουσα τον πατέρα μου να περιγράφει τον Wilde ως έναν τελείως έκφυλο τύπο και μην έχοντας σε εκείνη την ηλικία τα φίλτρα ή τις γνώσεις για να αντιπαρέλθω αυτή τη περιγραφή. Και το “μα τα παραμύθια του είναι τόσο όμορφα” δεν νομίζω να έπιανε σαν ατάκα από τα χείλη ενός δεκάχρονου παιδιού στη προκείμενη. “Κρίμα” θα πω, για πολλούς λόγους, από τη μία και “δε πειράζει” από την άλλη. Αυτά τα παραμύθια είναι από τα πράγματα που έχουν αποτυπωθεί πολύ ζωντανά μέσα στο μυαλό μου, οπότε ας έχει. Ίσως και να το αναζητήσω από τις ξαδέρφες μου, αν δεν έχει χαθεί κάπου.
Τέλος πάντων, αφήνοντας πίσω τα flashbacks μιας τραγελαφικής παιδικής ηλικίας, ας περάσουμε στο ψητό:
Ο Όσκαρ Φίνγκαλ Ο’Φλάχερτι Ουίλς Ουάιλντ (αγγλικά: Oscar Fingal O’Flahertie Wills Wilde) γεννήθηκε στις 16 Οκτώβρη του 1854 στο Δουβλίνο. Προερχόταν από ευκατάστατη οικογένεια με αγγλικές ρίζες. Η μητέρα του Jane Francesca Elgee, γνωστή και ως Esperanza, ήταν ποιήτρια και ο πατέρας του Sir William Wilde ήταν επιφανής χειρούργος ωτορινολαρυγγολόγος, έτρεχε τη δική του κλινική και ήταν γνωστός για τις φιλανθρωπίες του.
Όπως καταλαβαίνεις, ένα τέτοιο πλαίσιο του έδινε τρελά αβαντάζια, μιας και πέρα από την όλη οικονομική ευμάρεια της οικογένειας Wilde, ο μικρός Oscar έμαθε από νωρίς τη σημασία και την ομορφιά του να καλλιεργεί κανείς τον εαυτό του, ιδιαίτερα εξαιτίας της μητέρας του, που βομβάρδιζε τον ίδιο και τον μικρό του αδερφό Willy με ποίηση από πολύ νεαρή ηλικία.
Το 1857 γεννήθηκε η μικρότερη αδερφή του Oscar, η Isola, η οποία όμως πέθανε στα 9 της, πράγμα που φυσικά δεν άφησε την ευαίσθητη ψυχή του Oscar ασυγκίνητη. Το ποίημα “Requiescat” είναι γραμμένο στην μνήμη της. Πέρα από αυτό το δραματικό συμβάν, η ζωή κυλούσε καλά για την οικογένεια Wilde, της οποίας το σπίτι αποτελούσε κέντρο μάζωξης καλλιτεχνών και διανοούμενων.
Το 1871, στα 16 του, του δόθηκε υποτροφία για να σπουδάσει κλασσική λογοτεχνία στο Trinity College του Δουβλίνου, στο οποίο έμεινε μέχρι το 1874. Ένα από τα πιο σημαντικά συμβάντα για τη ζωή του εκείνη τη περίοδο ήταν το ότι δούλεψε μαζί με τον δάσκαλο του J. P. Mahaffy πάνω στο βιβλίο “Social Life in Greece“. Εξαιτίας του Mahaffy ο Wilde αγάπησε την αρχαιοελληνική γραμματεία. Επίσης έγινε μέλος της Philosohpical Society μέσω της οποίας ήρθε σε επαφή με το έργο των Προραφαηλιτών, με το οποίο έπαθε αγάπη και εν συνεχεία ξεκίνησε να ασπάζεται σιγά σιγά τις αρχές του Αισθητικού Κινήματος.
Η μεταμόρφωση του σε πλήρη εκπρόσωπο του εν λόγω κινήματος έγινε μέσα στα επόμενα χρόνια, όταν συνέχισε τις σπουδές του στο Magdalen College της Οξφόρδης (στο οποίο να σημειωθεί πως πέρασε με μεγάλη ευκολία). Εκείνα τα όμορφα και κάπως άγρια φοιτητικά του χρόνια, υιοθέτησε την εμφάνιση και τη συμπεριφορά που άρμοζε σε έναν εκπρόσωπο του Αισθητικού Κινήματος: μακριά μαλλιά, εξεζητημένο ντύσιμο, απαξίωση των macho ασχολιών, διακόσμηση του δωματίου του με λογιών λογιών όμορφα αντικείμενα. Από εκείνη τη περίοδο έχει μείνει και η ατάκα του “Το βρίσκω κάθε μέρα όλο και πιο δύσκολο να φανώ αντάξιος των γαλάζιων πορσελάνων μου“, η οποία έγινε μιμίδιο στους κύκλους των αισθητιστών, αλλά και λαβή για τους κριτικούς του κινήματος, για να θίξουν την επιφανειακότητα που έβλεπαν σε αυτό.
Παρά το ότι στο Magdalen άρχισε να πλάθει τον μύθο του, αυτό δεν έγινε δίχως προβλήματα. Ας πούμε είχε κάτσει σκηνικό στο οποίο 4 συμφοιτητές του επιχείρησαν να τον ξυλοφορτώσουν εξαιτίας της εμφάνισής του, αλλά ο δικός μας κατάφερε να τους αντιμετωπίσει μόνος του. Επίσης αποβλήθηκε για ένα εξάμηνο από τη σχολή του επειδή πήγε σε περίοδο διακοπών στην Ελλάδα με τον Mahaffy και καθυστέρησε αδικαιολόγητα να γυρίσει πίσω στο πανεπιστήμιο κατά την έναρξη των μαθημάτων.
Άλλο ένα ενδιαφέρον γεγονός αυτής του της περιόδου ήταν το ότι έγινε μέλος της Μασονικής Στοάς της Οξφόρδης, γοητευμένος από το μυστηριακό και τελετουργικό χαρακτήρα της μασονίας, καθώς και από την αισθητική της– γιατί αν δε φοράς κουλ ρούχα, ποιο το νόημα του να είσαι μασόνος;
Εκεί έφτασε στη βαθμίδα του “Ανώτερου Δασκάλου“, αλλά μετέπειτα τα παράτησε έχοντας σκοπό να ασπαστεί τον καθολικισμό, λίγο καιρό μετά την αποφοίτησή του από το πανεπιστήμιο. Τι και αν ο πατέρας του τον απείλησε με διακοπή της χρηματοδότησής του, τι και αν ο Mahaffy τον έκραζε, εκείνος ήθελε ντε και καλά να γίνει καθολικός. Η πετριά του πέρασε όταν συνειδητοποίησε πως σαν αγνός ατομιστής δε θα τη πάλευε με το να βρίσκεται κάτω από ένα τέτοιο τυπικό θρησκευτικό καθεστώς. Έτσι την ημέρα της βάπτισής του, αντί να εμφανιστεί ο ίδιος στην εκκλησία, έστειλε ένα μπουκέτο λευκούς κρίνους.
Τελειώνοντας με τις σπουδές του – και καβατζώνοντας το Newdigate Award για το ποίημά του “Ravenna“- επέστρεψε στο Δουβλίνο. Εκεί συνάντησε τον παιδικό του έρωτα, την Florence Balcombe, η οποία, όμως, προς απογοήτευση του Oscar, αρραβωνιάστηκε και έπειτα παντρεύτηκε εκείνο τον απαράδεκτο τύπο τον Bram Stoker, που μόνο για βρυκόλακες ήξερε να γράφει (φιλική συμβουλή, τώρα που το έφερε η κουβέντα: σώσε τον χρόνο σου και απέφυγε όλα τα γραπτά του Stoker πέρα από τον Δράκουλα).
Το 1878 επέστρεψε στο Λονδίνο όπου συγκατοικούσε με τον ζωγράφο Frank Miles και παράλληλα γυρόφερνε σε Αγγλία, Γαλλία και Αμερική δίνοντας διαλέξεις. Αυτή η κατάσταση με τα πήγαινε – έλα κράτησε γύρω στην εξαετία. Παράλληλα δημοσίευε ποιήματά του σε διάφορα λοδρέζικα έντυπα και το 1881 τα μάζεψε σε συλλογή και τα μοσχοπούλησε, αν και η ένωση της Οξφόρδης καταδίκασε το εν λόγω έργο για πλαγιαρισμό και δε το δέχτηκε στη βιβλιοθήκη της.
Γενικά η κοινή γνώμη δεν τον πολυπήγαινε από τότε, κυρίως στην Βρετανία, και πολλοί τον έκραζαν για τις υπερβολές του, ενώ στην Αμερική το κοινό τον λάτρευε και όποτε πατούσε το πόδι του στις ΗΠΑ ζούσε ωραίες, φάμπιουλους καταστάσεις. Το 1884 είπε να νοικοκυρευτεί και παντρεύτηκε την Constance Loyd, την οποία ήδη γνώριζε από το 1881. Μαζί απέκτησαν δύο γιους, τον Cyril και τον Vivian.
Κάπου μετά τη δεύτερη εγκυμοσύνη της Loyd, η σχέση τους με τον Wilde άρχισε να “παγώνει” και εκείνο ακριβώς το καιρό ο Wilde μπήκε στη πρώτη του ολοκληρωμένη ομοφυλοφιλική σχέση με τον τότε 17χρονο Robbie Ross, ο οποίος ήξερε τον δικό μας από τα ποιήματά του και ήταν αποφασισμένος πως τον θέλει και στο κρεβάτι του. O Ross ήταν από τους λίγους γενναίους: ήταν ανοιχτός για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, σε μια εποχή και χώρα που ομοφυλοφιλία θεωρούνταν ποινικό αδίκημα, έτσι και σε έπιαναν επ’ αυτοφόρω βέβαια.
Το 1887 έγινε αρχισυντάκτης του “Lady’s World” το οποίο μετονόμασε σε “Woman’s World” και του ανέβασε επίπεδο, βάζοντας μέσα υλικό σχετικά με κουλτούρα, τέχνη, μόδα και ανατροφή πιτσιρικιών — έμφυλοι ρόλοι; Έμφυλοι ρόλοι.
Το 1888 δημοσίευσε τη συλλογή με τα παραμύθια που με σημάδεψε σαν παιδάκι, το “Τhe Happy Prince and Other Tales” και άρχισε να το ρίχνει στα πεζογραφήματα, τα δοκίμια και άλλες τέτοιες καταστάσεις, ίσως κουρασμένος από τη δημοσιογραφική του δουλειά. Kαι όλη αυτή η δουλειά τον οδήγησε στο έργο που τόσοι άνθρωποι ανά το κόσμο αγάπησαν: το Πορτραίτο του Dorian Gray.
Η κριτική που πήρε τον καιρό που εκδόθηκε το εν λόγω έργο το 1890 ήταν όχι και τόσο θετική. Το “Τhe Daily Chronicle” το περιέγραψε ως “ακάθαρτο“, “τοξικό” και “βαρύ με αποπνικτική οσμή ηθικής και πνευματικής σήψης“. Ο Oscar φυσικά τους ξηγήθηκε αριστοκρατικά με μια επιστολή του, και στα καπάκια έκανε revision του έργου προσθέτοντας 6 ακόμα κεφάλαια και χώνοντας εδάφια με έκδηλες ομοερωτικές και ντεκαντάνς αναφορές. Στα μούτρα σου Βικτωριανή κοινωνία!
Από το 1892 μέχρι το 1895 έγραφε κατά κύριο λόγο θεατρικά έργα. Το πρώτο από τα έργα αυτής περιόδου ήταν η Σαλώμη, την οποία ενσάρκωσε για πρώτη φορά η Sarah Bernhardt, αν και απαγορεύτηκε το ανέβασμα της παράστασης στην Αγγλία μιας και απεικόνιζε βιβλικά πρόσωπα.
Εκείνη περίπου τη περίοδο γνώρισε και τον λόρδο Alfred Douglas, τον μεγάλο του και καταστροφικό έρωτα. Ο Bosie, όπως ήταν γνωστός σε φίλους και οικογένεια, ήταν ένας πανέμορφος μεν, απαράδεκτα κακομαθημένος δε νεαρός, με τον οποίο ο Wilde έπαθε μεγάλο έρωτα. Πολύ μεγάλο έρωτα. Ο μικρός Bosie τον τραβούσε από τη μύτη. Ο Wilde είχε φτάσει σε σημείο να ικανοποιεί κάθε του καπρίτσιο, ενώ παράλληλα η σχέση μαζί του του στερούσε τον χρόνο και την έμπνευση για να επικεντρωθεί σε κάθε είδους συγγραφική δημιουργία.
Εκτός των άλλων, ο μικρός Bosie τον εισήγαγε στον κόσμο της ομοφυλοφιλικής πορνείας του Λονδίνου, όπου ο Wilde άρχισε με τις ευλογίες του νεαρού του εραστή να βγαίνει με εκδιδόμενους άνδρες. Φυσικά, αυτό το σκηνικό άρχισε να δημιουργεί έναν άσχημο διαχωρισμό μεταξύ προσωπικής και δημόσιας ζωής, η οποία ζόριζε ιδιαίτερα τον δικό μας. Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό το κουλουβάχατο στο οποίο είχε χώσει ο Αlfred τον Wilde, ο τελευταίος έπρεπε να έρθει αντιμέτωπος με τον πατέρα του Alfred, τον Μαρκήσιο του Queensberry. Ο Μαρκήσιος πέρα του ότι είχε ψιλιαστεί το τι έπαιζε μεταξύ του Οscar και του γιου του, ήταν γνωστός για το άγριο ταπεραμέντο του.
Απείλησε πολλές φορές τον Wilde, ο οποίος ήξερε πως δεν θα ήταν σοφό να του πάει κόντρα, αν και τελικά υπέκυψε στις πιέσεις του Βosie και έκανε μήνυση στον Μαρκήσιο για συκοφαντική δυσφήμιση και ψευδείς κατηγορίες για σοδομισμό. Τι το ήθελε; Ο Queensberry, αν και βρέθηκε στη στενή, έβαλε ιδιωτικούς πράκτορες να μαζέψουν στοιχεία ενάντια στον Wilde, τα οποία θα τον αθώωναν και θα ενοχοποιούσαν τον κατήγορό του.
Μια βόλτα στα κακόφημα στέκια που πήγαινε ο Wilde και με μερική πίεση σε διάφορο κόσμο από εκεί μέσα ήταν αρκετά για να μαζευτεί το υλικό που θα έστελνε τον δικό μας την μπουντρούμα και τον Μαρκήσιο εκτός αυτής. Φυσικά όλο αυτό αποτέλεσε τρομερό σκάνδαλο και ο Wilde ήταν να φυγαδευτεί στη Γαλλία, πράγμα που δεν έγινε, και ενώ ο Wilde δήλωσε αθώος, το δικαστήριο δε του χαρίστηκε. Έτσι το 1895 καταδικάστηκε σε δύο χρόνια φυλάκιση και εργασία στο κάτεργο.
Αρχικά τον πήγαν στη φυλακή του Pentonville και έπειτα σε αυτή του Reading, όπου πέρασε δύο μαρτυρικά έτη, με άσχημες συνθήκες διαβίωσης οι οποίες του προκάλεσαν χοντρά προβλήματα υγείας. Α, να μην ξεχάσουμε πως του κατασχέσαν τη περιουσία και πως η γυναίκα του αναγκάστηκε να αλλάξει το επίθετο των παιδιών τους για να μη στιγματιστούν από το σκάνδαλο. Παρόλα αυτά, η Loyd ήταν όσο την έπαιρνε εντάξει απέναντι στον Wilde, παρά τις μαλακίες του (άσχετα αν του ζήτησε να παραιτηθεί από τα πατρικά του δικαιώματα).
Μέσα στη φυλακή μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 1897 ο Wilde έγραψε το De Profundis, ένα τεράστιο γράμμα προς τον Alfred, στο οποίο εκτός των άλλων του τα σέρνει για όλα τα χουνέρια που του έκανε και το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο δυνατά έργα του Wilde, μέσα στον εξομολογητικό του χαρακτήρα, την πικρία, την ειλικρίνεια και τη συναισθηματική του μεστότητα.
Εκτός από την ανάλυση της σχέσης του με τον Douglas, μέσα στο De Profundis υπάρχουν στοχασμοί του Wilde για τη ζωή, τη θρησκεία, τη τέχνη. Το De Profundis είναι κάτι παραπάνω από μια ερωτική επιστολή: είναι μια βαθιά ψυχογραφική εξομολόγηση, ενός ανθρώπου που ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβει και ο ίδιος, βρέθηκε από το απόγειο της δόξας του στο κολαστήριο της φυλακής του Reading.
Το γράμμα αυτό το εμπιστεύτηκε στον Ross, μιας και δεν τον άφησαν να το στείλει. Απ’ όσο γνωρίζουμε, δεν έφτασε ποτέ στα χέρια του Douglas — ο ίδιος το αρνήθηκε, δεν ξέρω αν πρέπει να τον πιστέψουμε όμως. Απόσπασμά αυτού του γράμματος δημοσιεύτηκε το 1905, ενώ ολόκληρο το γράμμα είδε το φως της δημοσιότητας το 1962 σε μια συλλογή με την αλληλογραφία του Oscar.
Μετά την αποφυλάκισή του στις 19 Μαίου του 1897, ο Wilde έφυγε από την Αγγλία υιοθετώντας το όνομα Sebastian Melmoth. Έμεινε για κάποια περίοδο με τον Ross και έγραψε τη Μπαλάντα της Φυλακής του Reading, ένα εκτενές ποίημα στο οποίο περιγράφει την εκτέλεση του Charles Thomas Wooldridg, ενός έφιππου αστυνόμου που δολοφόνησε τη γυναίκα του και καταδικάστηκε σε εκτέλεση. Μέσα σε αυτό το ποίημα ο Wilde αφηγείται με έναν γλαφυρό συμβολισμό τις κακουχίες των φυλακισμένων και την εκτέλεση του Wooldridg. Ας μη σου φανεί περίεργο πως αυτό το ποιήμα κυκλοφόρησε πολύ ανάμεσα σε καταδίκους φυλακών, αν και έφερε ελάχιστο οικονομικό κέρδος στον Wilde.
Kαι δεν του έφτανε η φτώχεια και τα χάλια του σε θέματα υγείας, πήγε και τα ξανάμπλεξε με τον Douglas τoν Αύγουστο του 1897. Κατέληξαν να μένουν μαζί στη Νάπολη. Οι οικογένειες και των δύο ήταν ενάντιες σε αυτό το reunion, η Loyd όπου ως τότε υποστήριζε οικονομικά τον Wilde του έκοψε τη χρηματοδότηση και εν τέλει το ζεύγος χωρίστηκε όταν οι γονείς του Alfred απείλησαν πως θα του κόψουν και το δικό του χαρτζιλίκι.
Τον υπόλοιπο καιρό του ο Wilde τον έζησε κατά κύριο λόγο πίνοντας και όντας σε ψυχολογικά χάλια και άρρωστος. Πέθανε στις 30 Νοεμβρίου του 1900 από μηνιγγίτιδα. Μια μέρα πιο πριν βαπτίστηκε καθολικός, ενώ στην κηδεία του παρευρέθηκαν ελάχιστα άτομα.
Και κάπως έτσι, τραγικά, σε ηλικία 46 ετών, μετά από τόσες κακουχίες έφυγε μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του πνεύματος που πέρασαν από τη Δύση. Μια αλήθεια είναι πως αν δεν έπεφτε πάνω στον Bossie, το όλο πράγμα μάλλον θα είχε για αυτόν τελείως διαφορετική τροπή. Ελπίζω πως σε κάποιο παράλληλο σύμπαν ο Wilde δεν ερωτεύτηκε ποτέ τον Bossie και δεν πέρασε ποτέ τα σκατά που πέρασε, αν και κάτι τέτοιο θα στερούσε τον κόσμο δύο από τα καλύτερά του έργα.
Στη προκείμενη δε μπορούμε να τα έχουμε όλα όμως. Δε θα σχολιάσω περί ομοφοβικών νομοθεσιών, το έχω κάνει σε παλαιότερο άρθρο, αλλά και αυτές έπαιξαν το ρόλο τους στη κατρακύλα του Wilde, όπως η ευθύτητα με την οποία σε γενικές γραμμές αντιμετώπιζε την υποκρισία της πουριτανής Βικτωριανής κοινωνίας. Ήταν λίγο ο λάθος άνθρωπος, στη λάθος χρονική περίοδο, με τον χειρότερο σύμβουλο -τον τυφλό του τον έρωτα- και εξαιτίας αυτών έκανε τις χειρότερες δυνατές κινήσεις.