ΑρχικήΤι είναιΠληροφορίες για τη Βέροια

Πληροφορίες για τη Βέροια

Η Βέροια είναι πόλη της Κεντρικής Μακεδονίας που αντιστοιχεί στην περιοχή της αρχαίας Ημαθίας (ή Μακεδνίδας) (δηλαδή της περιοχής που κατοικούσαν οι αρχαίοι Μακεδνοί, πρόγονοι των μεταγενέστερων Μακεδόνων). Αξίζει να σημειωθεί πως παλαιότερα ήταν η πρωτεύουσα του νομού Ημαθίας.

Έχει πληθυσμό 36.759 κατοίκους και είναι χτισμένη σε ένα γραφικό εξώστη του Βερμίου. Είναι από τις αρχαιότερες μακεδονικές πόλεις.

Στο αρχαιολογικό μουσείο της φυλάγονται πολλά αρχαία ευρήματα που μαρτυρούν την ένδοξη ιστορία της περιοχής. Και τα ερείπιά της, επίσης, επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Ήταν σημαντική πόλη κατά τους βυζαντινούς χρόνους. Την κατέλαβαν οι Τούρκοι το 1434 και απελευθερώθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1912. Ο Απόστολος Παύλος κήρυξε εκεί το Χριστιανισμό το 50 μ.Χ.

Βρίσκεται στη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης – Μοναστηρίου κι απέχει από τη Θεσσαλονίκη 74 χιλιόμετρα. Κτίστηκε, όπως λέγει η μακεδονική μυθολογία, από τη Βέροια, κόρη του βασιλιά Βέρητου, γιου του Μακεδόνα.

Η Βέροια έχει βιομηχανία (βυρσοδεψεία, κονσερβοποιεία φρούτων, νηματουργεία κλπ.) και εμπορική κίνηση. Τα εργοστάσιά της κινούνται με τα νερά του Τριποτάμου. Παράγει δημητριακά, σουσάμι, πολλά φρούτα, βαμβάκι κ.ά. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι πολύ παλιά πόλη. Μερικές συνοικίες της, που διατηρούνται από τα παλιά χρόνια, ξεχωρίζουν για το Μακεδονικό οικοδομικό ρυθμό τους.

Η ιστορία της Βέροιας

Η Βέροια είναι μία από τις αρχαιότερες πόλεις πάνω στη γή. Είναι από τις πόλεις που κατοικούνται συνεχώς από την ίδρυσή τους. Η ακριβής χρονολογία που κτίστηκε μας είναι ακόμα άγνωστη. Ξέρουμε όμως ότι πολύ κοντά της , στο χωριό Νικομήδεια, βρέθηκε ο πρώτος νεολιθικός οικισμός, που χρονολογείται γύρω στο 6.000 π.Χ. Εκτιμάται λοιπόν ότι το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα δημιουργήθηκε κι αυτή. Η πόλη καταστράφηκε πολλές φορές, από επιδρομές κατακτητών ή σεισμούς και πυρκαγιές , αλλά ξαναχτίζονταν και πάλι πάνω στα ερείπια , στο ίδιο μέρος και με τα ίδια οικοδομικά υλικά , σε δεύτερη ή τρίτη χρήση.

Το όνομά της παραμένει το ίδιο από το χτίσιμό της μέχρι σήμερα . Για την προέλευσή του υπάρχούν πολλές εκδοχές.

Σύμφωνα με τη μυθολογία προήλθε έιτε απο τη νύμφη ¨Βερόη¨ που κατοικούσε εδώ είτε από το όνομα του κτήτορα της βασιλιά ¨Φέρωνα¨ με αλλαγή του ¨Φ¨σε ¨Β¨, που γινόταν στην περιοχή, είτε από το όνομα τις κόρης του Βέρητα, γιού του Μακεδόνα, γενάρχη των Μακεδόνων, που είχε τρία παιδιά: την Βέροια, τη Μίεζα και τον Όλγανο.

Νεότεροι συγγραφείς αποδίδουν το όνομα της στα πολλά νερά που ανάβλυζαν και περνούσαν μέσα από την πόλη: (Βε+ρέω=>Βέροια=>Βέρροια)

Στην ιστορία η Βέροια αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Θουκυδίδη , που λέει ότι οι Αθηναίοι το 432 π.Χ. προσπάθησαν να την κυριεύσουν, χωρίς όμως επιτυχία.

Ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων ορίζει πρώτος τη γεωγραφική θέση της λέγοντας οτι βρίσκεται στις υπώρειες (πρόποδες) του Βερμίου. Η πόλη γνώρισε άνθηση σε όλες τις περιόδους της ιστορίας.

Στη Μακεδονική και Ελληνιστική περίοδο ήταν μία από τις πιο σημαντικές πόλεις. Αυτή την εποχή (4ο αιώνα π.Χ.) οχυρώθηκε η πόλη με τείχη, τμήματα των οποίων – επιδιορθωμένα σε μεταγενέστερες εποχές (μέχρι και τη βυζαντινή εποχή) από χρησιμοποιημένα υλικά – υπάρχουν μέχρι σήμερα στην βορειοανατολική είσοδο (από Νάουσα και Θεσσαλονίκη, απέναντι από τα νεκροταφεία) και στο νοτιοανατολικό μέρος (παράλληλα με την οδό Θωμαϊδου. Η δυτική πλευρά μάλλον δεν είχε τείχος, λόγω της φυσικής οχύρωσης από τον ποταμό Τριπόταμο. Πιθανόν να υπήρχε ένα πολύ χαμηλό τοιχίο.

Κατά διαστήματα στο τείχος υπήρχαν αμυντικοί πύργοι. Υπήρχαν επίσης, τρεις πύλες που εξασφάλιζαν την επικοινωνία με την Πέλλα και τη Θεσσαλονίκη στη βορειανατολική πλευρά (Βασιλική πύλη), με την Πιερία στη νοτιοανατολική (Οψικιανή πύλη) και με την Άνω Μακεδονία στη νότια, κάπου την πλατεία Ωρολογίου (Ευιαστική πυλη). Δευτερεύουσες, μικρότερες πύλες εξυπηρετούσαν την έξοδο-είσοδο των γεωργών, κτηνοτρόφων, αγωγιατών κ.τ.λ. για τις εργασίες τους εκτός της πόλης.

Μέσα στα τείχη, εκτός από τις κατοικίες , υπήρχαν: τα δημόσια κτήρια, η αγορά και τα ιερά. Λατρεύονταν ο Δίας, ο Απόλλωνας, η Αρτέμιδα Αγροτέρα, ο Ηρακλής Κυναγίδας, ο Άρης, η Ατάργατις, η Ίσις Λοχία, η Αφροδίτη, ο Διόνυσος, ο Ασκληπιός και άλλοι θεοί, καθώς και οι ποταμοί Αλιάκμονας και Όλγανος. Έξω από τα τείχη, στο ανατολικό μέρος, βρέθηκαν:Γυμνάσιο και κοντά του θεμέλια αρχαίου Σταδίου και Νεκροταφεία στα βορειοανατολικά, νοτιοανατολικά και νοτιοδυτικά της πόλης. Η πολιτική και θρησκευτική εξουσία αποτελούνταν από Βουλή, Εκκλησία του Δήμου, Στρατηγό, Γυμνασίαρχο, Ιερείς, Επιστάτη. Ήταν βέβαια ελεγχόμενη και επηρεάζονταν από τη Βασιλική εξουσία. Η κοινωνία ήταν πολύ καλά οργανωμένη με: ρήτορες, ποιητές, μουσικούς, εμπόρους, γιατρούς, αρχιτέκτονες και άλλους.

Στη ρωμαϊκή εποχή είχε εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη. Μετά τη μάχη της Πύδνας, το 168 π.Χ., παραδόθηκε στους Ρωμαίους, λεηλατήθηκε, αποστρατικοποιήθηκε και η αριστοκρατία της εξορίστηκε στη Ρώμη. Ακολούθησε μία σύντομη περίοδος ύφεσης. Γρήγορα όμως ξαναπόκτησε πολιτική και οικονομική ισορροπία. Τα πολλά ευρήματα αυτής της περιόδου μαρτυρούν ότι η πόλη επεκτάθηκε και οργανώθηκε πολεοδομικά, οργάνωσε το οδικό της δίκτυο, δείγμα του οποίου διασώζεται στο κέντρο και της σημερινής πόλης, στην οδό Μητροπόλεως. Υπήρχε επίσης και μεγάλη καλλιτεχνική παραγωγή, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα, που φυλάγονται και στην αυλή του αρχαιολογικού Μουσείου.

Έχουν αποκαλυφθεί ακόμη ερείπια δημόσιων λουτρών (θέρμες), ωδείου, μωσαϊκά δάπεδα με πλούσιο φυτικό ή γεωμετρικό διάκοσμο, γλυπτά, αγορά (κάτω από τον Αγ. Αντώνιο), επιγραφές (οι περισσότερες στο βορειοανατολικό τείχος).Ακόμη παλαιοχριστιανικοί τάφοι, βαπτιστήριο και εκκλησία ρυθμού βασιλικής.

Στα τελευταία χρόνια της ρωμαϊκής εποχής (3ο μ.Χ. αιώνα) έγινε επιδιόρθωση και ενίσχυση του τείχους με πύργους, για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα επιδρομές γερμανικών φύλων. Από τις επιγραφές που βρέθηκαν, μαθαίνουμε ότι η Βέροια υπήρξε έδρα του «Κοινού των Μακεδόνων», που είχε σαν αποστολή τη λατρεία των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων, Σεβαστών (σε ειδικό ναό, Σεβαστείο) και το δικαίωμα να κόβει δικά του νομίσματα.

Στην πόλη οργανώνονταν γιορτές με το όνομα «Ολύμπια» και αργότερα «Αλεξάνδρεια Ολύμπια», για να τιμηθεί ο Αυτοκράτορας ή ο Μεγαλέξανδρος.

Την εποχή αυτή στη Βέροια υπήρχαν: Βουλή, Εκκλησία του Δήμου, Πολιτάρχες, Γυμνασίαρχοι, Εφήβαρχος, Αγορανόμοι, Σιτώνης, Ειρηνάρχης, Γραμματέας, Ταμίας, Οικονόμος, Αρχιτέκτονας, Αρχίατρος, Αρχιερείς, Ιερείς και άλλοι. Οι πολίτες διαιρούνται σε ελεύθερους και δούλους, που ορισμένοι κατόρθωναν να περάσουν στην ενδιάμεση τάξη των απελεύθερων. Τη σπουδαιότητα της πόλης τη δείχνουν και οι επίσημοι τίτλοι της : «Η των Βεροιέων Μητρόπολις», «Δις νεωκόρος», «Η σεμνότατη Μητρόπολις».

Στη διάρκεια της ρωμαϊκής κατοχής προσέλκυσε μετανάστες από διάφορα μέρη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ανάμεσά τους πολλούς Εβραίους, που αποτέλεσαν ιδιαίτερα ισχυρή κοινότητα, ασχολήθηκαν με το εμπόριο και συνέβαλαν πολύ (μαζί με τους Ρωμαίους επιχειρηματίες) στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης. Γι’ αυτή την κοινότητα, των Εβραίων, επισκέφτηκε την πόλη ο Απόστολος των Εθνών Παύλος στη δεύτερη και Τρίτη περιοδεία του (51 μ.Χ. και 56-57 μ.Χ.), τουλάχιστον δύο με τρεις φορές και δίδαξε στη Συναγωγή τους, αλλά και σε χώρο έξω από τα τείχη, στο γνωστό μέχρι σήμερα «Βήμα του Αποστόλου Παύλου».

Αποτέλεσμα της επίσκεψης αυτής ήταν να ασπαστούν το Χριστιανισμό πολλοί Βεροιείς, Εβραίοι αλλά και Έλληνες και Ελληνίδες. Ένας μάλιστα τον ακολούθησε στις περιοδείες του, ο απόστολος Σώπατρος ή Σωσίπατρος.

Μετά το 150 μ.Χ. επισκέφθηκε τη Βέροια ο διάσημος σοφιστής και συγγραφέας Λουκιανός, που τη μνημονεύει σαν πόλη «Μεγάλη και πολυάνθρωπη». Δέχθηκε επίσης τους αυτοκράτορες Γορδιανό το 242 μ.Χ. και Φίλιππο τον Άραβα το 246 μ.Χ. Η Βέροια στα ρωμαϊκά χρόνια και στα πρώτα βυζαντινά και μετά, βέβαια, την έλευση του Αποστόλου Παύλου, εκτός από την εβραϊκή και χριστιανική θρησκεία είναι πλούσια σε ποικιλία λατρειών. Οι μέτοικοι φέρνουν και τη θρησκεία τους μαζί. Έτσι δίπλα στους αρχαίους ελληνικούς θεούς λατρεύονται και κάποιοι Φρυγικοί, Αιγυπτιακοί, Συριακοί. Υπάρχει ακόμη και λατρεία του αυτοκράτορα.

Οι πιστοί χριστιανοί δεν διστάζουν, σε κρίσιμες ώρες, να μαρτυρήσουν για την πίστη τους, όπως έγινε με την Αγία Ιερουσαλήμ και τους τρεις γιους της τον 3ο μ.Χ. αιώνα.

Τη βυζαντινή εποχή (από το 392 μ.Χ. και μετά) η παρουσία της Βέροιας γίνεται ακόμα εντονότερη. Αν’ηκξει διοικητικά στη Θεσσαλονίκη μέχρι τον 10ο ή 11ο αιώνα, οπότε ακι αποτελεί έδρα θέματος με Δούκα επικεφαλή της διοίκησής του. Οι τάξεις που διοικούσαν την πόλη αυτή την εποχή, ήταν : οι “άριστοι”, ο “δήμος”, η “εκκλησία του δήμου” και ο “κλήρος”. Οι άριστοι υπέβαλλαν τις εισηγήσεις και αποφάσιζε ο λαός και ο κλήρος με ψηφοφορία. Οι άρχοντες η’ “κεφαλές” της πόλης ήταν τα εκτελεστικά όργανα της διοίκησης. Οι κοινωνικές – οικονομικές τάξεις ήταν: οι ευγενείς, η μεσαία τάξη και ο λαός. Αυτοί που ασχολούνταν με τα χωράφια ήταν οι ιδιοκτήτες γης, οι ελεύθεροι εργάτες γης και οι δουλοπάροικοι. Υπήρχαν γύρω στην πόλη ελεύθερα χωριά, “κεφαλοχώρια” και “ζευγηλατεία”, δηλαδή αγροκτήματα των γαιοκτημώνων. Αναπτύσεται σταδιακά το εμπόριο, η χειροτεχνία και μια πρώιμης μορφής βιοτεχνία. Τα άφθονα νερά της περιοχής, που αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη ενός μεγάλου αριθμού νερόμηλων και άλλων εργαστηρίων με υδροκίνηση (κατεργασίας μαλλιού) βοήθησαν σ’ αυτή την ανάπτυξη.

Πολλοί είναι οι ναοί που χτίζονται στην πόλη, συνήθως σε ερείπια κια με οικοδομικά υλικά παλαιότερων ιερών (σήμερα σώζονται 48 βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί ναοί 11ου – 19ου μ.Χ. αιώνα). Οι αγιογραφίες που τους διακοσμούν, αποτελούν δείγμα εξαιρετικής τέχνης.

Απο τα πρώτα κιόλας χρόνια της βυζαντινής αυτοκρατορίας η πόλη οχυρώνεται ακόμη περισσότερο, γιατί δέχεται επιδρομές και καταλήψεις για κάποια διαστήματα, απο διάφορους κατακτητές: Γότθους, Ούνους, Βούλγαρους, Γέτες, Σλάβους, Σαρακηνούς, Κουμάνους, Πατζινάκες, Νορμανδούς, Σταυροφόρους, Σέρβους και τέλος Οθωμανούς, που αγωνίστηκαν πολύ και για πολλά χρόνια, να την κατακτήσουν.

Οι Οθωμανοί την κυρίευσαν και την έχασαν πολλές φορές σε διάστημα 50 ετών. Στο τέλος δεν κατάφερε να γλυτώσει και έπεσε στα χέρια τους το 1433 ή 1448-49, το Πάσχα, ύστερα απο μεγάλη αντίσταση των κατοίκων και την προδοσία του Βεροιώτη ξυλοκόπου Ιωάννη Χαριτόπουλου, του αποκαλούμενου απο τους ντόπιους “Χατζηγκαντβία” ή “Γκαντβία”. Η αντίσταση των Βεροιωτών εξόργισε τους Οθωμανούς, που εκδικήθηκαν με σφαγές, ατιμώσεις, λεηλασίες. Μπήκαν στο Μητροπολιτικό ναό, συνέλαβαν τον Μητροπολίτη Αρσένιο, τον βασάνισαν, τον έσφαξαν στη νότια πόρτα του ναού και τον κρέμασαν για παραδειγματισμό, μαζί με άλλους ιερείς και πρόκριτους στο πλατάνι, που βρίσκεται μέχρι σήμερα στην οδό Κεντρικής, απέναντι απο τη δυτική πόρτα της τότε μητρόπολης, που τη μετέτρεψαν σε τζαμί.

Ακολούθησαν πέντε σχεδόν αιώνες τουρκοκρατίας, με αποτυχημένες επαναστάσεις. Σ’ αυτά τα χρόνια, κυριαρχούν η καταπίεση, το παιδομάζωμα, ο φόβος, οι βασανισμοί, οι εκτελέσεις, οι εκβιασμοί, οι αυθαιρεσίες, οι παρανομίες. Οι Έλληνες χριστιανοί περιορίζονται σε χωριστές κλειστές αυτοδιοικούμενες συνοικίες και γειτονιές με κοινωνικό κέντρο τις εκκλησίες, που άλλοτε χτίζονται κρυφά και δεν ξεχωρίζουν πολλές φορές από τα γύρω σπίτια κι άλλοτε οι τούρκικες αρχές παραχωρούν άδειες για το χτίσιμό τους. Πολλοί Βεροιώτες μεταναστεύουν στο εξωτερικό, όπου μορφώνονται και δημιουργούν. Άλλοι βγαίνουν στο βουνό και πολεμούν τους Τούρκους.

Η διαμάχη ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους είναι συνεχής. Παρ’ όλα αυτά αναπτύσσεται το εμπόριο και η βιοτεχνία της υφαντικής.Τα γεωργικά επίσης προϊόντα του πλούσιου κάμπου της είναι άφθονα. Το 17ο αιώνα η πόλη είχε 300 νερόμυλους, που κινούνταν από τα νερά των ποταμών, που τη διέσχιζαν. Αυτό τον αιώνα στη Βέροια υπήρχαν συνοικίες Ελλήνων, Τούρκων, Εβραίων, Βλάχων και Τσιγγάνων. Τόπος συνάντησης όλων ήταν η στεγασμένη κλειστή αγορά, η οποία κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1864. Τα αρχοντικά και μη σπίτια και τα δημόσια κτίρια, που χτίζονται στην πόλη, μαρτυρούν τον πλούτο της. Από τις ελληνικές-χριστιανικές συνοικίες η «Κυριώτισσα» είναι εκείνη, που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα στην καλύτερη κατάσταση και γι’ αυτό κρίθηκε διατηρητέα από την Αρχαιολογική υπηρεσία. Πολλά σπίτια, εκκλησίες, δρομάκια συντηρήθηκαν και αναστηλώθηκαν. Σήμερα έχει σχεδόν την αρχική της μορφή.

Τα σπίτια είναι κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, με οχυρωματική διάταξη, δεν έχουν εξωτερικά παράθυρα στο ισόγειο, με εσωτερική βοτσαλόστρωτη αυλή, σύμφωνα με τη «Μακεδονική» λεγόμενη αρχιτεκτονική. Την εποχή του μακεδονικού αγώνα στους τοίχους που χώριζαν τις αυλές των σπιτιών, ανοίχτηκαν πορτούλες «απάν(οι)ξε(ι)ς» ή «πορτοπούλες», που βοηθούσαν τη μυστική και ακίνδυνη διαφυγή των αγωνιστών, όταν γινόταν έλεγχος από τους Τούρκους. Οι χριστιανοί είχαν διοικητική αυτονομία. Διοικούνταν από τους προεστούς και ένα συμβούλιο. Αυτονομία είχαν και οι συνοικίες και ενορίες.

Η Βέροια είχε ελληνικό σχολείο από το 1650. Μέχρι τότε τα ελληνικά γράμματα διδάσκονταν πιθανών κρυφά. Διατηρητέα επίσης συνοικία έχει κριθεί και η εβραϊκή, η λεγόμενη «Χάβρα», με κοινωνικό – θρησκευτικό κέντρο τη Συναγωγή.(Σήμερα δεν κατοικούν Εβραίοι) Τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας ο λαός της πόλης αντιμετωπίζει βουλγάρικη και ρουμάνικη προπαγάνδα. Οι Βεροιώτες οργανώνονται εναντίων τους μέσα από την «Εθνική Άμυνα», συμμετέχουν στο «Μακεδονικό Αγώνα» με επικεφαλή τον Αναστάσιο Σιορμανωλάκη και προετοιμάζουν το έδαφος για την απελευθέρωση.

Η απελευθέρωση της πόλης από τον τούρκικο ζυγό έγινε στις 16 Οκτωβρίου 1912 (στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων), χωρίς σύγκρουση, αφού προηγουμένως είχε γίνει συνεννόηση του Μητροπολίτη και των Ελλήνων προεστών με τον Τούρκο Δήμαρχο της πόλης ώστε να μην χυθεί αθώο αίμα και των δύο λαών.

Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-18) η Βέροια ήταν κέντρο επιχειρήσεων. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή (1922) και μέχρι το 1924 ήρθαν στη πόλη πολλοί πρόσφυγες Μικρασιάτες, Θρακιώτες, Πόντιοι. Οι Τούρκοι κάτοικοι, που αποτελούσαν και τον περισσότερο πληθυσμό, έφυγαν το 1924.

Η πόλη άρχισε να παίρνει σιγά σιγά καθαρά ελληνικό χαρακτήρα. Επιδιορθώθηκαν οι δρόμοι, απόκτησε ηλεκτροφωτισμό και ύδρευση το 1925. Παράλληλα αναπτύχθηκαν οι πνευματοκαλιτεχνικοί τομείς, με την ίδρυση διάφορων συλλόγων, κυκλοφορία εφημερίδων, ίδρυση ωδείου με χορωδία και θεατρική ομάδα. Αναπτύχθηκε επίσης η οικονομία της πόλης με τη γεωργία, βιοτεχνία, εμπόριο.

Την πρόοδό της ανέκοψε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος. Η πόλη αντιστάθηκε και θρήνησε πολλά θύματα σ’ αυτό το διάστημα (1940-49).

Μετά το 1950 και μέχρι σήμερα αναπτύσεται ειρηνικά και προοδεύει, σε σημείο που να θεωρείται μία από της πιο πλούσιες και όμορφες ελληνικές πόλεις.

Στέλιος Θεοδωρίδης
Στέλιος Θεοδωρίδης
Ο ήρωας μου είναι ο γάτος μου ο Τσάρλι και ακροάζομαι μόνο Psychedelic Trance
RELATED ARTICLES

Πρόσφατα άρθρα

Tηλέφωνα έκτακτης ανάγκης

Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος: 11188
Ελληνική Αστυνομία: 100
Χαμόγελο του Παιδιού: 210 3306140
Πυροσβεστική Υπηρεσία: 199
ΕΚΑΒ 166