Πολυσύνθετος γρίφος, ο μύθος της «τέλειας» σχέσης: Εκεί όπου όλα είναι υπέροχα και βασιλεύει η χαρά, η ευτυχία και ο αλληλοσεβασμός. Η πραγματικότητα, όμως, έχει τους κανόνες ενός πονηρού παιχνιδιού.
Έχουμε εθιστεί τόσο στην ιδέα των ερωτικών σχέσεων ως παραμύθι με χάπι εντ ώστε συχνά συγκλονιζόμαστε όταν διαπιστώσουμε ότι ο γάμος –ή, τέλος πάντων, μια σχέση στην οποία έχουμε επενδύσει πολύ συναισθηματικά– μπορεί τελικά να μην είναι «για πάντα», όπως στις σύγχρονες ρομαντικές κομεντί του Χόλιγουντ. Και επειδή, καλώς ή κακώς, σε κάτι τέτοιες ταινίες αναζητούμε συχνά τον μπούσουλα για μια «τέλεια» σχέση ή έναν «τέλειο» γάμο, επίσης συχνά την πατάμε μεταξύ ειλικρίνειας και υποκρισίας, μεταξύ μονογαμίας και διακριτικής μουρνταριάς. Το πρόβλημα είναι ότι κανένα ζευγάρι δεν μοιάζει με κανένα άλλο και δεν υπάρχουν ασφαλείς οδηγίες για την πλοήγηση μιας σχέσης προς το ηλιοβασίλεμα της ευτυχίας.
Το μεγάλο δίλημμα είναι το εξής: Εξομολογείσαι τα πάντα στο σύντροφό σου ή κρατάς τις σκέψεις σου (ή τις πράξεις σου) για τον εαυτό σου και προσεύχεσαι να μην βγουν στη φόρα; Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ανάγκη από πέραν του ενός συντρόφους, άλλοι έχουν ανάγκη από φλερτ (χωρίς σεξ απαραιτήτως), άλλοι έχουν ανάγκη από κάποιο βίτσιο (λιγότερο ή περισσότερο κατακριτέο κοινωνικά), άλλοι έχουν προτίμηση σε εραστές και των δύο φύλων –αυτοί κι αν τραβάνε ζόρι… Όλοι έχουμε κάποιες βαθιές επιθυμίες τις οποίες δεν μπορούμε να καταπιέσουμε (αφού έχουν γίνει κομμάτι του προσωπικού μας συναισθηματικού DNA) και, υποτίθεται, καλή ιδέα είναι να τις εξομολογούμαστε στο άτομο το οποίο έχουμε επιλέξει ως μόνιμο σύντροφό μας.
Φυσικά, αναγνωρίζει κανείς τα πλεονεκτήματα της μονογαμίας (συναισθηματική και σεξουαλική ασφάλεια, σιγουριά, οικειότητα), αλλά δεν μπορεί να παραγνωρίσει και τα μειονεκτήματα: Πλήξη, έλλειψη ποικιλίας, τάση να εκ-λαμβάνει ο ένας τον άλλον ως δεδομένο. Όταν, όμως, κάποιος θεωρεί τη μονογαμία –αντί για την ειλικρίνεια ή τη χαρά ή το χιούμορ– ως υπέρτατη συνθήκη για έναν επιτυχημένο γάμο, αυτομάτως θέτει μη ρεαλιστικούς στόχους τόσο στον εαυτό του όσο και στο σύντροφό του. Κι αυτό μπορεί να καταστρέψει πιο πολλές σχέσεις από αυτές που ενδεχομένως θα έσωζε.
Η στατιστική λέει πάντα τη μισή αλήθεια, αλλά σύμφωνα με σχετικές έρευνες στο Δυτικό κόσμο, περίπου ένα τέταρτο των όσων συνδέονται με τα δεσμά του γάμου έχουν περιστασιακή ή μόνιμη εξωσυζυγική σχέση. Πόσο ειλικρινής μπορεί να είναι κανείς με το «νόμιμο» σύντροφό του όταν συμβεί κάτι τέτοιο; Σύμφωνα με τον Savage, οι «ξεκάθαρες κουβέντες» σχετικά με τις δυσκολίες της μονογαμίας ανάμεσα σε ένα ζευγάρι είναι απλώς η μόνη λύση για να αποφύγει κανείς χειρότερους μπελάδες. Αυτοί που ξέρουν ότι το ’χουν στο αίμα τους το ξενοπήδημα πρέπει να είναι ειλικρινείς με το σύντροφό τους. Αλλά πιο ειλικρινείς ακόμα επιβάλλεται να είναι αυτοί που νομίζουν ότι δεν θα το έκαναν με τίποτα, γιατί πιθανότατα αγνοούν πόσο ζόρικο πράγμα είναι στην πραγματικότητα η μονογαμία.
Όταν κάποιος θεωρεί τη μονογαμία ως υπέρτατη συνθήκη για έναν επιτυχημένο γάμο, αυτομάτως θέτει μη ρεαλιστικούς στόχους τόσο στον εαυτό του όσο και στο σύντροφό του.
Η σύγχρονη αντίληψη θέτει υπεράνω όλων την ειλικρίνεια ή, έστω, την εξομολόγηση· όχι στην εκκλησία πλέον, αλλά στον καναπέ του θεραπευτή (ή του «συμβούλου γάμου»). Μας έχουν μάθει ότι είναι καλύτερο να λέμε αυτό που μας βασανίζει παρά να το κρατάμε μέσα μας. Επομένως, γιατί να μην λέμε τα πάντα στο σύντροφό μας, ακόμα κι αν αυτό περιλαμβάνει την επιθυμία μας να πάμε με κάποιον άλλον; Αυτά είναι επικίνδυνα μονοπάτια. Δεν λειτουργούν όλα για όλους, και προφανώς δεν υπάρχει κάποια φόρμουλα υγιών σχέσεων. Τέτοιου είδους ακραία ειλικρίνεια λειτουργεί σε ζευγάρια που έχουν ισχυρά δεσμά γάμου. Εκεί όπου δεν υπάρχει ιστορικό δυσπιστίας, αν κάποιος από τους δυο ζητήσει την άδεια για μια εξωσυζυγική περιπέτεια, μπορεί και να την πάρει, κι ο Θεός βοηθός. Αν όχι, η σχέση τραβάει τον ανήφορο, με λίγη απογοήτευση από τη μεριά του ενός και με λίγη καχυποψία από τη μεριά του άλλου.
Αυτό είναι το καλό σενάριο. Και συνήθως το σπάνιο σενάριο. Κακά τα ψέματα, στις περισσότερες περιπτώσεις μια τέτοια «άνεση» και ειλικρίνεια μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτο ρήγμα στη σχέση, ξυπνώντας κάθε είδους ανασφάλεια και κυρίως το φόβο που έχουν όλοι όσοι έχουν επενδύσει συναισθηματικά σε μια σχέση: Το φόβο ότι τελικά μπορεί να τους αντικαταστήσει κάποιος πιο άξιος, το φόβο ότι τελικά θα μείνουν μόνοι. Είναι σαν επιτραπέζιο παιχνίδι όπου χάνεις και αναγκάζεσαι να επιστρέψεις στην αφετηρία. Και κάθε φορά είναι πιο δύσκολο να ξεκινήσεις ξανά το παιχνίδι. Γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει σημασία το ταξίδι, αλλά ο προορισμός: Επιλέγει κανείς το γάμο (τη μόνιμη σχέση) ως τελική και απόλυτη κατάληξη –κυρίως για να απαλλαγεί οριστικά από τον τρόμο και την περιπέτεια της επιλογής.