Στη δεκαετία του εξήντα εμφανίζεται στην Ελλάδα ένα άλλο είδος ταινίας, το μιούζικαλ. Ένα είδος που δεν έχει τίποτα κοινό με την παράδοση που ήδη υπάρχει σε αυτό το είδος στην Αμερική. Δαλιανίδης και Σκαλενάκης, επιχειρούν και δημιουργούν στα μέσα της δεκαετίας του ΄60 τις πρώτες μουσικές ταινίες διαμορφώνοντας ένα είδος εγχώριου μιούζικαλ. Το 1965 αναδεικνύεται πρώτη στις προτιμήσεις του κοινού (με 617423 εισιτήρια) η ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη και της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜ, Ραντεβού στον Αέρα, με απλοϊκό θέμα και με ηθοποιούς την γνωστή στο κοινό παρέα από τις παρόμοια σε style ταινίες (Μερικοί το Προτιμούν Κρύο, Κορίτσια για Φίλημα, και Κάτι να Καίει).
Θέμα του εν λόγω μιούζικαλ, οι τρελές περιπέτειες μιας παρέας αποτελούμενης από σμηνίτες και νεαρές κοπέλες με πρωταγωνιστές τους Μάρθα Καραγιάννη (Λια Κούρτη), Ρένα Βλαχοπούλου (Τζένη), Κώστα Βουτσά (Κώστας Παπαρήγας), Γιάννη Βογιατζή (ως διοικητής αεροπορίας), Ανδρέα Ντούζο (Δημήτρης Νικολάου), Χλόη Λιάσκου (Έλλη), και Ελένη Προκοπίου (Μαίρη).
Η Τζένη βρίσκεται με την αδελφή της Μαίρη στο Παρίσι για τα καλλιστεία. Μπορεί η άτυχη Μαίρη τελικά να χάνει το στέμμα, κερδίζει όμως την αγάπη του γιου του εφοπλιστή, Δημήτρη Νικολάου. Η μαγεία του έρωτα χάνεται ξαφνικά όταν εκείνος γυρνά εσπευσμένα στην Ελλάδα καθότι σμηνίτης, ενώ η Μαίρη νομίζει πως την κορόιδεψε. Στα Πετράλωνα πλέον η παρέα της Μαίρης συναντιέται τυχαία με την παρέα του Δημήτρη και τα μπλεξίματα ξεκινούν σε μια ταινία χαλαρή σε σενάριο, με πολύ τραγούδι όμως και κωμικές σκηνές.
Ο Κώστας Βουτσάς στο ρόλο του αστειούλη, έξυπνου και σκληρού ταυτόχρονα άντρα, διακωμωδεί το πρότυπο του μάγκα με την ανέμελη συμπεριφορά του, «Εγώ είμαι αγόρι κι όποτε θέλω βρίσκω, ενώ εσύ δεν μπορείς να βρεις γαμπρό να παντρευτείς». Την ίδια τακτική ακολουθεί και ο ρόλος του διοικητή της αεροπορίας με τον Γιάννη Βογιατζή. Αυστηρός και αυταρχικός όπως το απαιτεί η θέση του πέφτει θύμα της καζούρας των σμηνιτών ενώ «ζητάει την άδεια της μαμάς του για να παντρευτεί.
Η μοντέρνα χειραφετημένη γυναίκα παρουσιάζεται μέσα από τον ρόλο των νέων κοριτσιών (Λία, Έλλη, Μαίρη). Η Μάρθα Καραγιάννη μοιάζει να πρωταγωνιστεί την στιγμή που υποτίθεται η κεντρική ιστορία αφορά το ζευγάρι Μαίρη – Δημήτρη. Και οι τρεις κοπέλες παρουσιάζουν μέσα από τους ρόλους τους τα μοντέρνα ήθη, γυναίκες όμορφες, δυναμικές, ελεύθερες. Με ατάκες όπως το «σήμερα δεν υπάρχουν άσχημες γυναίκες» και με σκηνές όπως η είσοδος τους στο στρατόπεδο, η αντίθεση του μοντέρνου με το παλιό (αντιπρόσωπος του οποίου είναι η Τζένη δίνει το στίγμα της στην ταινία.
Ανύπανδρη μεγάλη αδελφή η Ρένα, που όλοι την θέλουν για φιλαράκι, για να της λένε τα βάσανα τους, δίνει τον καλύτερο της εαυτό σε έναν ρόλο που συνδυάζει χιούμορ, τραγούδι, ειρωνεία, έναν ρόλο που αποτελεί ένα από τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα στις επιλογές της ηθοποιού. «Σκασμός κάρα, ξυπνάτε κάρα, μάθετε κλασσικούς χορούς, να μου ζήσετε γαλλάκια μου έξυπνα» λεει και κερδίζει τις εντυπώσεις από τις πρώτες σεκάνς με το Κερκυραϊκό ταμπεραμέντο της. «Και τι είμαι γάτα να κουνήσω την ουρά μου, γυναίκα είμαι για δε ξεστραβώνεται να με δει κάποιος σαν γυναίκα;…», «πόσο χρονών είμαι… άσε με δεν μπορώ πια να κλαίω» λέει λίγο αργότερα, στοιχείο που σκιαγραφεί την λαϊκή παραδοσιακή γυναικεία εικόνα και δικαιώνεται με τον γάμο στο τέλος της ταινίας.
Μιούζικαλ λοιπόν και ραντεβού στον αέρα με την μουσική του Μίμη Πλέσσα. Χαρακτηρίζεται από τα ανάλαφρα, χαρούμενα, μοντέρνα τραγούδια της παρέας «πάντα με τραγούδι η ζωή μας ξεκινά», «φεύγουν τα χρόνια όλα αλλάζουν όλα και μένει μόνο μια ανάμνηση παλιά», μοντέρνα σε σύγχρονο ευρωπαϊκό πνεύμα, τα οποία συνδυάζονται με ένα μίγμα από ανατολίτικες νότες (χορός Μάρθας Καραγιάννη) και ελαφρού τραγουδιού (“νύχτα καλοκαιριού” με τον Βογιατζή). Βέβαια δεν μπορούσε να λείπει και το λαϊκό στοιχείο, το μπουζούκι, στην αρχή του φιλμ όπου η Τζένη μαθαίνει στους Γάλλους συρτάκι.
Φινάλε με μουσική και όλους τους πρωταγωνιστές επί σκηνής, χαρακτήρες που μολονότι ανήκουν σε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα αυτά παύουν να υπάρχουν χαρακτηρίζοντας την αλλαγή των εποχών (η Τζένη όμοια με την πλούσια και διάσημη τραγουδίστρια Ρένα Βλαχοπούλου, τραγουδά στην θέση της και παντρεύεται τον διοικητή, οι σμηνίτες έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα ακόμη και ο Δημήτρης ο γιος του εφοπλιστή), και με την εκπομπή του πειραματικού σταθμού της τηλεόρασης να μας διαβεβαιώνει πως «όλα είναι μια χαρά».
Τι αφήνει αυτή η προσπάθεια στην ιστορία του παλιού μας ελληνικού κινηματογράφου; Τίποτα άλλο παρά μια γεύση νοσταλγίας για την αθωότητα της εποχής. Ο Δαλιανίδης βαθύς γνώστης των αναγκών του κοινού του παίρνει μια υπόθεση χαλαρή, την διανθίζει με τραγούδια και χορευτικά που θα μπορούσαν κάλλιστα να σταθούν ως αυτόνομα βιντεοκλίπ της εποχής και παρουσιάζει το ΕΛΛΗΝΙΚΟ μιούζικαλ. Πέτυχε λοιπόν τον εμπορικό της στόχο και τώρα δεν μένει παρά να… δώσετε το δικό σας ραντεβού στον αέρα και να διασκεδάσετε με την ψυχή σας στην ομώνυμη μουσικοχορευτική ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη, μένοντας πάντα …παιδιά.
- Βαθμολογία: 8/10