ΑρχικήΤι είναιRobert Anton Wilson, πρωτεργάτης και ιθύνων νους του Discordianism

Robert Anton Wilson, πρωτεργάτης και ιθύνων νους του Discordianism

Τετέλεσθαι. Με το σημερινό άρθρο τελειώνει η Χαρούμενη Χαοτική Τετραλογία με τις βιογραφίες παλαβών ανθρώπων, ωστόσο παράλληλα τελειώνουν και τα λεφτά μας, τελειώνει και το προφιτερόλ στο ψυγείο. Οϊμέ!

Στο τελευταίο αυτό άρθρο της τετραλογίας λοιπόν θα πάμε και πάλι να τιμήσουμε την αγαπημένη μας ‘Εριδα μιλώντας για ένα ακόμα παλαβό της παλικάρι, τον Robert Anton Wilson (ελληνικά: Ρομπέρ Άντον Ουίλσον). Οι Ντισκορντιανοί αναγνώστες μας σήμερα ίσως κάνουν bukkake στις οθόνες τους, οι υπόλοιποι θα αρκεστούν στο κλασσικότατο πλέον “ποιος είναι πάλι αυτός;”.

Ο κύριος Robert Anton Wilson ήταν ένα σπάνιο τυπάκι με πολλαπλές κλίσεις, περίεργες ιδέες και μια διαβολικά υπέροχη αίσθηση του χιούμορ σε ότι έλεγε, έγραφε και έπραττε. Υπήρξε μηχανικός, μαθηματικός, συγγραφέας, φιλόσοφος, ψυχολόγος, συντάκτης, υπέρμαχος κάθε είδους πολιτικής ελευθερίας, ποιητής, φουτουριστής, αγνωστικιστής – μυστικιστής και εν τέλει ανακηρυγμένος επίσκοπος, πάπας και άγιος του Ντισκορντιανισμού (αγγλικά: Discordianism).

Ίσως να ήταν και εξωτικό πτηνό, αστροναύτης, σούπα με λαχανικά ή παντζούρι, ίσως και όλα αυτά μαζί, γιατί σύμφωνα με τον ίδιο και τους φίλτατους Ντισκορντιανούς τίποτα δεν είναι σίγουρο και ολικά ψευδές ή αληθές. Αυτός ο τύπος, που λες, έχει αφήσει απίστευτο όγκο δουλειάς πίσω του η οποία, φυσικά, δεν μπορεί να αναλυθεί μέσα από ένα άρθρο. Αλλά αν ρωτήσεις όσους έχουν ασχοληθεί μαζί του θα σου πούνε με τον τρόπο τους ότι αυτά που έλεγε και έγραφε είναι γαμάτα. Ο θείος “Bob” ήταν περιπτωσάρα. Από τις ωραίες.

Με τις ευλογίες της Έριδας λοιπόν, ας κάνουμε μια αναλυτικότερη αναδρομή στην ζωή και στην γαματοσύνη του.

Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1932 στο Brooklyn. Τα πρώτα χρόνια του τα πέρασε στο Flatbush και γύρω στα 4 του η οικογένειά του μετακόμισε στο Gerritsen Beach. Σε εκείνα τα πρώτα χρόνια της ζωής του, ο μικρός Robert δεν ήταν και ιδιαίτερα υγιής. Για την ακρίβεια, η λίστα ασθενειών του κάνει τον Τάσο Γεωργιάδη να φαντάζει υγιέστατος. Έχουμε και λέμε: ιλαρά, ερυθρά, παρωτίτιδα, γρίπη, ρευματικός πυρετός, κοκκύτης, διφθερίτιδα και μία ωραία βαρβάτη πολιομυελίτιδα. Παρόλα αυτά επέζησε. Η κυρά Πολιομυελίτιδα βέβαια, τον ταλαιπώρησε και στην μετέπειτα ζωή του, κυρίως με μικροσπασμούς στους μύες, αλλά το 2000 έκανε τη χειρότερή της κίνηση όταν του χτύπησε την πόρτα με μεταπολιομυειτιδικό σύνδρομο.

Πέρα όμως από το ιατρικό ιστορικό του έχουμε και άλλο ζουμί για την παιδική του ηλικία. Η γειτονιά στην οποία ζούσε η οικογένεια Wilson φιλοξενούσε κατοίκους κυρίως ιρλανδικής καταγωγής, οπότε, παρόλο που δεν βρήκα να αναφέρεται πουθενά ξεκάθαρα, ο Robert πρέπει να είχε ιρλανδικό αίμα στις φλέβες του. Ακόμη και να μην ισχύει αυτό, θα ήθελε πολύ να έχει. Επίσης ήταν από εκείνα τα πιτσιρίκια που μπορούσαν να σου την πούνε χωρίς να το καταλάβεις (aka “δεινός ομιλητής”) και στα 8 του μπήκε σε μια δια βίου αναγνωστική και ερωτική σχέση με το “Believe it or Not” και το “Amazing Stories”.

Όπως και πολλά άλλα παιδάκια εκείνον τον καιρό, πήγε σε καθολικό σχολείο. Οι -ανοργασμικές- καλόγριες δασκάλες του τού πρόσφεραν με χριστιανική αγάπη σωματική και συναισθηματική τρομοκρατία, του έμαθαν να παπαγαλίζει και τον κατήχησαν με “το έτσι θέλω” στου Χριστού “την πίστη την αγία”. Βέβαια στα 14 του, όταν οι ορμόνες πήραν μπρος, τα πράγματα άλλαξαν. Ο μικρός Robert προς απογοήτευση των “παιδαγωγών” του άρχισε να δηλώνει άθεος και εν τέλει έπεισε τους γονείς του να τον στείλουν στο Brooklyn Polytechnic High School για να γίνει μηχανικός. Βέβαια για αρχή απλά ήθελε να γλυτώσει από το λεγόμενο “Catholic Reality Tunnel” και να διευρύνει τους ορίζοντες του προς άλλες κατευθύνσεις.

Έτσι κατά την διάρκεια της τετραετίας 1946-1950 ο μικρός Robert την έπαιζε λύνοντας εξισώσεις και διαβάζοντας τα αδιάβαστα. Από Shakespeare μέχρι Jung, από Eliot μέχρι Spinoza και διάφορους άλλους ενδιαφέροντες κύριους. Βέβαια την μεγάλη πετριά την έφαγε με τον James Joyce, πετριά που -δικαιολογημένα-του έμεινε στο κεφάλι καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του.

Τελειώνοντας το σχολείο έπιασε δουλειά, σε μια εταιρία που ειδικευόταν στην αποκατάσταση υπόγειων σωληνώσεων -σου μυρίζουν και εσένα τα σκατά;- και μετέπειτα μπήκε στο Brooklyn Polytechnic Institute, με την ειδικότητα του ηλεκτρολόγου μηχανικού. Στα μισά του δρόμου άλλαξε ειδικότητα και το γύρισε στα λατρεμένα του μαθηματικά, αφού στο κάτω κάτω ήταν πάντοτε καλύτερος με τα θεωρητικά/αναλυτικά τερτίπια, παρά με τα πρακτικά.

Μαζί με ‘όλα αυτά, εκείνον τον καιρό ξεκίνησε και το χόρτο — άλλη μια όμορφη, εφ’ όρου ζωής σχέση για τον Robert. Επίσης έκανε ένα πέρασμα από τους τροτσκιστές αλλά πήρε πόδι γιατί “του άρεσαν λάθος καλλιτέχνες και ο Jung”. Μετά από αυτό, διάβασε Ayn Rand και μετατράπηκε για αρκετό καιρό σε Randroid, παπαγαλίζοντας το δόγμα της Rand θαρρώντας πως είναι ατομικιστής. Αφού πέρασε το στάδιο του Randroid, το έριξε στον Bertrand, τον Russell, τον Mencken και τον Nietzsche, κολλώντας στον εαυτό του την ταμπέλα του “freethinker”.

Γενικά μπαινόβγαινε σε διάφορες τρύπες κουλτούρας, συνειδητοποιώντας τελικά ότι δεν μπορεί να μείνει “μονογαμικός” και σκαλωμένος σε μια ιδεολογία. Παράλληλα έτρεχε σε ψυχαναλυτές για να ξεπεράσει τα τραύματα που του είχε αφήσει το καθολικό του παρελθόν (χρόνιους πονοκεφάλους, συσχετισμένους με την υποσυνείδητη φοβία ότι ο Σατανάς θα του μπήξει τριμμένα γυαλιά στα μάτια, την οποία μάλλον ανέπτυξε εξαιτίας κάποιας καλοπροαίρετης καλόγριας που ήθελε να σώσει την ψυχή του, και άλλα τέτοια χαριτωμένα).

Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 έγινε οδηγός ασθενοφόρου. Το 1956 έδωσε την πρώτη του ομιλία με τίτλο “Science, pseudo-science and science fiction” στο New York Academy of Sciences. Στο κοινό της εν λόγω ομιλίας ήταν βρισκόταν και η Arlen Rinley η οποία μετά από δύο χρόνια έγινε σύζυγος του Robert (βέβαια ο δικός μας στο ενδιάμεσο διάστημα, πριν την γνωρίσει, τραβιόταν με μια εβραιοπούλα και παραλίγο να αυτοκτονήσει για τα όμορφα της μάτια. Έλα να σε βλέπω να σε πιάνει ο αντισημιτισμός σου!).

Και μετά ήρθαν τα ’60s. Και μαζί με αυτά ήρθαν οι πειραματισμοί με ψυχεδελικά (κυρίως peyote στην αρχή) και με τον επαναπρογραμματισμό του ανθρώπινου εγκεφάλου, με βάση τις θεωρίες του John Lily. Η δεκαετία του ’60 για τον Robert πρέπει να είχε πολλή πλάκα. Μπορεί μέχρι το 1962 να ζούσε μαζί με την οικογένειά του σε μια σάπια καλύβα έξω από το Yellow Springs του Ohio, αλλά αυτή η δεκαετία γάμαγε και έδερνε.

Το 1964 γνώρισε τον Timothy Leary, το 1966 τον William S. Burroughs – οι οποίοι αποτέλεσαν μεγάλη επιρροή για την μετέπειτα δουλειά του. Επίσης το 1966 έγινε αναπληρωτής συντάκτης στο Playboy, στην σελίδα της αλληλογραφίας. Η κύρια του ασχολία ήταν να διορθώνει τα γράμματα των ανάνταφλων αναγνωστών του περιοδικού και να απαντάει σε κοσμογονικά ερωτήματα τύπου “τι να κάνω για να μεγαλώσει το πουλί μου;”. Τέλος την ίδια χρονιά γνώρισε τον θείο Thornley και έγινε πάπας και κήρυκας του Ντισκορντιανισμού.

Στα τέλη των ’60s -για την ακρίβεια το 1968- άρχισε να μαγειρεύει μαζί με τον Robert Shea το Illuminatus! Trilogy. Η συγκεκριμένη τριλογία αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά έργα του θείου Bob. Το τι υπάρχει εκεί μέσα αδυνατείς να το φανταστείς. Μηχανήματα που προβλέπουν το μέλλον, θεωρίες συνωμοσίας, πεφωτισμένοι, εριστικές σπόντες, αμερικάνικη παράνοια και πολλά άλλα τέτοια γαρνιρισμένα με παρωδία και γελοιότητα. Αυτή η τριλογία φταίει σε μεγάλο βαθμό για την εξάπλωση του Ντισκορντιανισμού, για το γεγονός ότι πολύς κόσμος θεωρούσε πως ο Robert έγραψε το Principia Discordia και το 1986 κέρδισε το Prometheus Hall of Fame Award.

Πέρα από το “Illuminatus!” ο Robert έγραψε γύρω στα 35 βιβλία, άλλα φαντασίας, άλλα πάνω σε θέματα αποκρυφισμού, άλλα σχετικά με την ψυχολογία και τον εγκεφαλικό επαναπρογραμματισμό. Σε γενικές γραμμές ασχολήθηκε με μια πληθώρα θεμάτων και κοσμοθεωριών. Συν τοις άλλοις, υπάρχουν άρθρα του διάσπαρτα fnord που καταπιάνονται με ότι μπορείς (και δεν μπορείς) να φανταστείς.

Ο μπάρμπα Bob ήταν ο ορισμός του “πολυτεχνίτη” χωρίς βέβαια να είναι πάντα “ερημοσπίτης”. Όχι πως δεν είχε περάσει άσχημες περιόδους. Παρόλα αυτά πάντα είχε κάτι ενδιαφέρον να πει και να κάνει απ’ το να κάτσει και να κλάψει την μοίρα του. Ας πούμε -όπως ανέφερα και στο προηγούμενο άρθρο- ίδρυσε το Maybe Logic Academy. Συνεργαζόταν με το ίδρυμα Association for Consciousness Exploration, ήταν πάπας της The Church of SubGenius, ίδρυσε το Guns and Dope Party και εν ολίγοις έτρεχε από δω και από κει συνεισφέροντας σε διάφορους τομείς που ίσως βοηθούσαν/βοηθήσουν την ανθρωπότητα να ξεφύγει από τα διάφορα στεγανά στα οποία θεωρεί πως βολεύεται. Γαμάτος!

Και αυτή την γαματοσύνη του την κράτησε μέχρι τέλους ο μπαγάσας. Όπως σου ανέφερα, το 2000 παρουσίασε μεταπολιομυειτιδικό σύνδρομο, με αποτέλεσμα από ένα σημείο και μετά να καθηλωθεί σε αναπηρική καρέκλα (μου κάνει τόσο δελτίο ειδήσεων αυτή η ατάκα). Και φυσικά ενώ θα έπρεπε, όπως όλοι οι γερομπαμπάλιδες να γκρινιάζει για την κατάσταση του, απλά αρκούταν στο “‘ντάξει η διαδικασία μέχρι τον θάνατο είναι κομματάκι τι δυσάρεστη”.

Αυτό που άρχισε να τον χαλάει ήταν το αμερικάνικο σύστημα υγείας. Όπως και στο όμορφο Ελλαδιστάν μας, που συχνά-πυκνά θυμίζει μικρογραφία του Αμέρικα, έτσι και στο ίδιο το Αμέρικα το δημόσιο σύστημα υγείας είναι ολίγον τι για τ’ ανάθεμα. Κατ’ επέκτασιν και το ιδιωτικό, αφού για να μην σου φερθούν σαν κρέας αλλά “σαν ανθρώπινη ψυχή που υποφέρει” πρέπει να ξετινάξεις όλες τις οικονομίες που έκανες καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής σου, ελπίζοντας να τις πάρουν τα κουτσούβελα σου όταν εσύ με το καλό τα τινάξεις. Έτσι ο γλυκούλης Bob τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε ένα κακό χάλι υγείας και οικονομίας, αλλά την πάλευε — δεν ήταν ούτε αισιόδοξος ούτε απαισιόδοξος, απλά ζούσε το “τώρα” χωρίς να μεμψιμοιρεί. Και όταν εν τέλει στις 6 Ιανουαρίου του 2007 οι γιατροί του είπαν ότι του έχουν απομείνει δύο μέρες έως δύο μήνες ζωής αυτός μπήκε στο blog του και έγραψε το εξής:

“Διάφορες ιατρικές αρχές συρρέουν μέσα και έξω από εδώ, προβλέποντας πως έχω από δύο μέρες ως δύο μήνες για να ζήσω. Νομίζω πως απλά κάνουν εικασίες. Εξακολουθώ να είμαι κεφάτος και να μην μου κάνει εντύπωση. Αναμένω χωρίς δογματική αισιοδοξία, αλλά δίχως φόβο. Σας αγαπώ όλους και σας εκλιπαρώ βαθιά να αφήσετε τα λαζάνια να πετάνε. Παρακαλώ συγχωρέστε την ελαφρότητα μου. Δεν μπορώ να πάρω στα σοβαρά τον θάνατο. Μοιάζει παράλογο”.

Συγκινήθηκα ρε θείο…

Εν τέλει πέντε μέρες αργότερα, στις 11 Ιανουαρίου, πέθανε ειρηνικά κατά την διάρκεια του ύπνου του. Οι στάχτες του σκορπίστηκαν στο ίδιο σημείο που είχαν σκορπιστεί και οι στάχτες της γυναίκας του, στο Santa Cruz Beach Broadwalk.

Απ’ όσο μπόρεσα να περιγράψω μέσα σε ένα άρθρο, ο Robert Anton Wilson ήταν ένα αξιολάτρευτο και τετραπέρατο τυπάκι. Απόλαυσε την ζωή του, έδωσε και πήρε, αντιμετώπισε τον θάνατο με στωικότητα, χώθηκε στο Χάος και στην ανθρώπινη “ψυχή” και πολυπλοκότητα με χαρά. Θα πρότεινα σε κάθε αναγνώστη να ψάξει την δουλειά του. Ανεξάρτητα από τα πιστεύω και τα ζόρια που τραβάει ο καθένας, ο θείος Bob ίσως σε κάνει να δεις τον κόσμο και την ζωή με άλλο μάτι.

All Hail Eris! Και καλό κουράγιο για το νέο έτος. Αγοράστε ένα ζευγάρι σπιρούνια καλού κακού.

Μη φεύγεις, δεν τελειώσαμε, σου έχω λίγες ακόμη σπαρταριστές πληροφορίες για τον Robert Anton Wilson.

Ο Robert λοιπόν κάποια στιγμή γνώρισε την Ayn Rand που τόσο θαύμαζε. Έτσι πάνω στον διάλογό τους αποφάσισε να της πει πόσο του αρέσει η θεωρία της, αλλά τι, κατά την γνώμη του, μπορούσε να διορθώσει. Η κυρά-Ayn, προς μεγάλη του έκπληξη, κόντεψε να του φάει το κεφάλι. Μετέπειτα δήλωσε πως η αντιμετώπιση της Rand απέναντι στην πρότασή του έκανε τους πιο φανατικούς τροτσκιστές και καθολικούς χριστιανούς που γνώριζε “να φαντάζουν υποδείγματα ανεκτικότητας μπροστά της”. Και κάπου εδώ κολλάει όμορφα και το τσιτάτο του:

Χρειάζεται μόλις 20 χρόνια για έναν προοδευτικό να γίνει συντηρητικός, χωρίς να αλλάξει ούτε μια ιδέα. Σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο σύμπαν, αυτοί που μένουν στάσιμοι κινούνται προς τα πίσω.

Α, επίσης παρέλειψα να σου πω πως το πραγματικό του όνομα ήταν Robert Edward Wilson, το Anton ήταν του παππού του και είπε να το χρησιμοποιήσει στην αρχή της συγγραφικής του καριέρας, μέχρι να γίνει γνωστός, αλλά εν τέλει το κράτησε μιας και είχε γίνει αναγνωρίσιμος με αυτό.

Στέλιος Θεοδωρίδης
Στέλιος Θεοδωρίδης
Ο ήρωας μου είναι ο γάτος μου ο Τσάρλι και ακροάζομαι μόνο Psychedelic Trance
RELATED ARTICLES

Πρόσφατα άρθρα

Tηλέφωνα έκτακτης ανάγκης

Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος: 11188
Ελληνική Αστυνομία: 100
Χαμόγελο του Παιδιού: 210 3306140
Πυροσβεστική Υπηρεσία: 199
ΕΚΑΒ 166