Το Σαράγεβο είναι η Πρωτεύουσα της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης. Η πόλη είναι κτισμένη στις όχθες του ποταμού Μιλζάκα και έχει συνολικό πληθυσμό 275.00 κατοίκους, ενώ ολόκληρη η μητροπολιτική περιοχή έχει 405.000 κατοίκους. Επίσης το πανεπιστήμιο της πόλης ιδρύθηκε το 1429 από τους Τούρκους.
Το 1914, στις 28 Ιουνίου, έγινε στο Σαράγιεβο η δολοφονία του διάδοχου του αυστριακού θρόνου Φραγκίσκου – Φερδινάνδου και της γυναίκας του. Η δολοφονία αυτή υπήρξε αφορμή να ξεσπάσει ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος.
Ο πόλεμος μεταξύ μουσουλμάνων, Κροατών και Σέρβων σε αυτή την πόλη της τότε Γιουγκοσλαβίας, γινόταν με ιδιαίτερη σφοδρότητα, όπως και σε όλη τη Βοσνία, Πολλοί μιλούσαν πως επρόκειτο για Θρησκευτικό πόλεμο, στον οποίο εμπλέκονταν μουσουλμάνοι, καθολικοί και ορθόδοξοι, ενώ σοβαροί πολιτικοί παρατηρητές καταλογίζουν στο Βατικανό σοβαρές ευθύνες για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (καθώς και τη Γερμανία) και στη δημιουργία της σημερινής περίπλοκης ακήρυκτης και άτυπης εμπόλεμης κατάστασης.
Η ανατροπή του Σάχη της Περσίας και η ισχυρή επιρροή την οποία άσκησε στα ισλαμικά στοιχεία ο Αγιατολλάχ Χομεϊνί, οδήγησε στην ανάδειξη ισλαμιστών σε ισχυρή δύναμη στην Ανατολή και έφερε στην επιφάνεια τα μουσουλμανικά στοιχεία των Βαλκανίων, την κηδεμονία των οποίων ανέλαβε να ασκήσει η Τουρκία.
Πέραν της ένοπλης και ισχυρής μουσουλμανικής παρουσίας στη Βοσνία- Ερζεγοβίνη, οι λεγόμενες μουσουλμανικές μειονότητες στα Βαλκάνια, απομεινάρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εντοπίζονται στη Νότια Βουλγαρία, τα Σκόπια και στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη καθώς και στην Αλβανία.
Η διεθνής πολιτική για την προστασία των μειονοτήτων που ανέκυψε διευκόλυνε στην ανάδειξη των μουσουλμανικών μειονοτήτων στα Βαλκάνια σε τοπικούς ή ακόμη και ρυθμιστικούς παράγοντες, όπως συνέβη στη Βουλγαρία με τη συμμετοχή του μουσουλμανικού κόμματος στην κυβέρνηση της χώρας.
Η τουρκική διείσδυση στα Βαλκάνια με απώτερο στόχο τη συγκρότηση του ισλαμικού τόξου, ξεκίνησε με τη διάλυση του Ανατολικού Συνασπισμού και την αναδιάταξη των σχέσεων στη χερσόνησο του Αίμου, οπότε και παρατηρήθηκε μια γενικότερη τάση ανασύστασης των σφαιρών επιρροής από χώρες που κατά περιόδους είχαν εμπλακεί στις βαλκανικές υποθέσεις.
Η προσπάθεια αυτή της Άγκυρας εμφανίσθηκε με την παροχή υποστήριξης σε συγκεκριμένα κοινωνικο-θρησκευτικά στοιχεία της Βουλγαρίας, των Σκοπίων, της Βοσνίας, του Κοσσυφοπεδίου και της Αλβανίας και ήταν ενταγμένη στο γενικότερο πλαίσιο της πολιτικής περί ανασυστάσεως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Τούρκου προέδρου Οζάλ, που πέθανε πρόσφατα για να τον διαδεχθεί ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.
Γεωγραφικά η πολιτική αυτή είχε στόχο τη δημιουργία ενός νοητού άξονα, ο οποίος ξεκινώντας από την Τουρκία θα διερχόταν από τη Βουλγαρία και διαμέσου Σκοπίων και Αλβανίας θα εκτεινόταν βόρεια προς το Κοσσυφοπέδιο για να καταλήξει στη Βοσνία. Η προσπάθεια αυτή εντάθηκε από το 1991 οπότε η απόσχιση της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης από τον κορμό της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας δημιούργησε άμεσα τις προϋποθέσεις για τη σύσταση του πρώτου μουσουλμανικού κράτους στην Ευρώπη.
Η ιδέα διαμορφώσεως δύο μουσουλμανικών κρατών στις απολήξεις του λεγόμενου ισλαμικού τόξου, ήταν από τα κεντρικά σημεία αντίληψης των διαμορφωτών της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Η πολυσχιδής προσπάθεια της Άγκυρας συνδύασε υψηλού επιπέδου διπλωματία με παροχή υποσχέσεων οικονομικής βοήθειας και ταυτόχρονη συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα σε μια προσπάθεια να ελέγξει τους τρεις βόρειους γείτονες της Ελλάδας και με προφανή σκοπό να “αποκλείσει” την Αθήνα από βορρά. Αποτέλεσμα της σύντονης αυτής προσπάθειας ήταν η άμεση βελτίωση των σχέσεων της Άγκυρας με τα Σκόπια, τη Σόφια και τα Τίρανα, καθώς και η αναβάθμιση των σχέσεων των κρατών αυτών μεταξύ τους.
Στο κρίσιμο αυτό σημείο και ενώ, παρά τις ελληνικές αντιρρήσεις, το ΝΑΤΟ επέτρεψε στην Τουρκία να συμμετάσχει στην επιχείρηση αεροπορικού αποκλεισμού της Βοσνίας, η Δύση άρχισε να παρουσιάζει κατά τρόπο εμφανή την απροθυμία της να επέμβει στρατιωτικά υπέρ των μουσουλμάνων στη δοκιμαζόμενη από τον πόλεμο Δημοκρατία.
Ακόμη και μετά την απόρριψη του σχεδίου Βανς-Όουεν από το Κοινοβούλιο των Σέρβων της Βοσνίας στο Πάλε, η διεθνής κοινότητα δεν έλαβε κανένα μέτρο, παρέχοντας “πίστωση χρόνου” στους Σέρβους, και ενώ η κοινή γνώμη ήταν προετοιμασμένη από τα μέσα ενημέρωσης για το “μεγάλο κτύπημα” χρειάσθηκε να συνέλθουν οι υπουργοί εσωτερικών των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ στην Αθήνα, ώστε να αντιληφθεί η διεθνής κοινή γνώμη ότι η Δύση δεν σκοπεύει να επέμβει δραστικά στη βοσνιακή κρίση. Ίσως επειδή οι ηγέτες της αντιλήφθηκαν ότι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του μουσουλμανικού στοιχείου δεν ήταν τόσο επιθυμητή όσο είχαν πιστέψει. Παρόλα αυτά και μόνη η αναγνώριση της μουσουλμανικής οντότητας στη Βοσνία δημιουργεί νέα μη προβλέψιμα ενδεχόμενα.
Ανεξάρτητα όμως των δυτικών συμφερόντων τελευταία παρατηρείται μείωση τόσο της έντονης τουρκικής δραστηριότητας στα Βαλκάνια, όσο και της ανταπόκρισης των μειονοτήτων στην τουρκική πολιτική. Πολιτικοί παρατηρητές υπογραμμίζουν ότι ο κύριος λόγος της έλλειψης ανταπόκρισης είναι η αδυναμία της Τουρκίας να υλοποιήσει τις υποσχέσεις της απέναντι στα βαλκανικά κράτη τις μουσουλμανικές μειονότητες, των οποίων προσπάθησε να κηδεμονεύσει.
Η διακοπή της ροής χρημάτων στην Άγκυρα μετά την ολοκλήρωση των υποχρεώσεων του αραβικού κόσμου από τον Πόλεμο του Κόλπου, έχει δημιουργήσει σημαντικό οικονομικό πρόβλημα στην Τουρκία, η οποία έχει παράλληλα να αντιμετωπίσει και το βάρος του ογκώδους εξοπλιστικού της προγράμματος. Αποτέλεσμα της διακοπής χρηματοδοτήσεων ήταν αρχικά η απογοήτευση των μουσουλμανικών πληθυσμών, αλλά και των κρατών στα οποία αυτές βρίσκονται, με συνέπεια την εκδήλωση δυσπιστίας τους απέναντι στην τουρκική πολιτική.
Όμως το σοβαρότερο εμπόδιο που εμφανίστηκε στην υλοποίηση της τουρκικής πολιτικής είναι η αδυναμία της να συντηρήσει το μεγάλο άνοιγμα που πραγματοποίησε τόσο προς τα Βαλκάνια όσο και προς τις νεοσύστατες νότιες Δημοκρατίες της πρώην ΕΣΣΔ. Σύμφωνα με οικονομικούς κύκλους το άνοιγμα αυτό έχει τέτοιο εύρος που θα προκαλέσει μεσοπρόθεσμες αλλά και μακροπρόθεσμες συνέπειες στην αξιοπιστία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Ένα σημαντικό ορόσημο στη διαμόρφωση των βαλκανικών συσχετισμών αναφορικά με το ρόλο της Τουρκίας ήταν και ο θάνατος του προέδρου Οζάλ, του οραματιστή της παλινόρθωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της ιδέας της Μεγάλης Τουρκίας. Ο νέος πρόεδρος Ντεμιρέλ δεν ενστερνίζεται του οραματισμούς του με αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση της τουρκικής πολιτικής και τη στροφή της στα εσωτερικά προβλήματα.
Στο ίδιο μήκος κύματος και η νέα πρωθυπουργός Τσιλέρ εμφανίζεται αποφασισμένη να δώσει βάρος στα σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα στο εσωτερικό της και τα οποία πρέπει να αντιμετωπισθούν άμεσα, αν η ηγεσία δεν επιθυμεί να αντιμετωπίσει το φάσμα της οικονομικής κατάρρευσης.