«Γεννάει μια γυναίκα και αισθάνεται εκείνη την ώρα ότι δεν θέλει το παιδί. Βλέπουμε όμως στα μάτια της ότι ίσως το θέλει κατά βάθος. Αυτή η γυναίκα χρειάζεται στήριξη, χρειάζεται ενίσχυση για να φτάσει -αν φτάσει- να το κρατήσει…». Η εικόνα που μας μεταφέρει η Μαριάνθη Νικολοπούλου, κοινωνική λειτουργός στη νεογνολογική μονάδα του «ΕΛΕΝΑ», περιγράφει με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο την αμφιθυμία που ταλανίζει κάποιες γυναίκες· γυναίκες που φτάνουν στο μαιευτήριο αποφασισμένες (σχεδόν) να παρατήσουν το παιδί τους εκεί, μετά τη γέννα. Οι λόγοι γι’ αυτό, σύνθετοι. Η κάθε περίπτωση ξεχωριστή. Μπορεί το οικονομικό να παίζει πάντα σημαντικό ρόλο, αλλά όχι τον πρώτο σε μια τέτοια απόφαση.
Πόσο συχνό είναι τελικά μια μάνα να πει ευθύς εξαρχής, με το που θα έρθει στο νοσοκομείο, ότι δεν θέλει να κρατήσει το παιδί της;
«Συμβαίνει συχνά. Τα στατιστικά στοιχεία του νοσοκομείου λένε ότι από το 2011 έως το 2016 έφυγαν από εδώ 41 παιδιά για διάφορα Κέντρα Κοινωνικής Φροντίδας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, είχαμε μια επαφή με τις μητέρες τους για κάποια 24άωρα, μιλήσαμε μαζί τους, ήταν σημαντικό να τις ακούσουμε.
Ελάχιστες είναι αυτές που γεννούν και εξαφανίζονται αμέσως, χωρίς καν να τις δούμε, και όταν τις ψάχνουμε, αποδεικνύεται ότι έδωσαν ψεύτικα στοιχεία. Τα ποσοστά Ελλήνων και αλλοδαπών που αφήνουν τα παιδιά τους είναι απολύτως μοιρασμένα: 50% – 50%.
Στο ίδιο χρονικό διάστημα, πάντως, περίπου 95 μητέρες, παρά τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπιζαν (χρήστες ναρκωτικών ουσιών, ψυχολογικά και οικονομικά προβλήματα), πήραν τελικά έπειτα από μερικούς μήνες τα παιδιά τους και έφτιαξαν τη δική τους οικογένεια, με τη βοήθεια της κοινωνικής υπηρεσίας και με τη συνεργασία φορέων της κοινότητας».
Γιατί μια μάνα αποφασίζει να αφήσει το παιδί της;
«Κάθε φορά που κάθομαι να καταγράψω τους λόγους, βλέπω την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης. Για παράδειγμα, μια γυναίκα από τη Βουλγαρία που ήρθε στην Ελλάδα για να δουλέψει και έχει ήδη δική της οικογένεια εκεί, πώς να γυρίσει με ένα παιδί, όταν μάλιστα αυτό δεν είναι του συζύγου της;
Το οικονομικό παίζει πάντα ρόλο, αλλά πρωτίστως είναι κοινωνικοί οι λόγοι μιας τέτοιας απόφασης.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, ο σύντροφός τους, ο πατέρας του παιδιού, τις εγκαταλείπει, οι ίδιες δεν έχουν πίσω τους γονείς ή συγγενείς που να τις στηρίξουν οικονομικά και ψυχολογικά. Εμείς προσπαθούμε να έρθουμε σε επαφή με φορείς (νομαρχία, φιλανθρωπικές οργανώσεις, κέντρα οικογένειας κ.ά.) που θα μπορούσαν να παίξουν αυτόν τον ρόλο. Χρειάζονται βέβαια συντονισμός των υπηρεσιών και δημιουργία ενός δικτύου προστασίας για ένα μεγάλο διάστημα. Αν δούμε, βέβαια, ότι μια μάνα είναι αδύνατο να πάρει το παιδί της, ότι κάτι τέτοιο θα ήταν επικίνδυνο για το μικρό, δεν της το δίνουμε».
Στη χώρα μας, τέτοια δίκτυα προστασίας μάλλον δεν λειτουργούν. Ποιες υπηρεσίες, πόσοι και ποιοι κοινωνικοί λειτουργοί υπάρχουν για να ασχοληθούν με τόσες πολλές και διαφορετικές περιπτώσεις;
«Δεν λειτουργούν, είναι αλήθεια. Ομως, έστω και μια οικογένεια να προλάβουμε, είναι πολύ σημαντικό. Εμείς, βέβαια, δουλεύουμε με τα περιστατικά του νοσοκομείου και όχι όλης της κοινότητας. Δεν λέμε, λοιπόν, “αφού δεν τα καταφέρνουμε με τις δέκα περιπτώσεις, ας αφήσουμε κι αυτή τη μια”.
Αυτό που χρειάζεται, είναι συντονισμός των υπηρεσιών και μια διαφορετικού τύπου οργάνωση: θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να υπάρχουν σταντ-μπάι ανάδοχες οικογένειες, “εκπαιδευμένες” από πριν για να παίξουν αυτόν τον ρόλο, γιατί βέβαια δεν είμαστε όλοι ικανοί να γίνουμε ανάδοχοι γονείς».
Η κ. Νικολοπούλου επισημαίνει ότι τα παιδιά παραμένουν δυστυχώς πολλούς μήνες στο «ΕΛΕΝΑ», αφού στα κέντρα παιδικής μέριμνας, που είναι γεμάτα, δεν υπάρχουν θέσεις. Συνήθως, τα παιδιά μένουν στο νοσοκομείο τέσσερις μήνες, μπορεί όμως και 7, και 14. Κάτι που θεωρεί επιβαρυντικό για την ψυχοκινητική τους εξέλιξη. Μπορεί οι μαίες και το νοσηλευτικό προσωπικό να τα φροντίζουν, να αντικαθιστούν τα πρότυπα και τις σταθερές σχέσεις που τα μικρά έχουν ανάγκη, αλλά αυτό «δεν σημαίνει ότι είναι χώρος εδώ για να ζήσει ένα παιδί. Φανταστείτε ότι δεν μπορούμε να το βγάλουμε έξω, δεν παίζει όσο θα έπρεπε, δεν είναι σε μια αγκαλιά όσο θα έπρεπε…».