Η Φωτιά είναι η ταυτόχρονη ανάπτυξη θερμότητας και φλόγας κατά την καύση.
Η ανακάλυψη της φωτιάς από τον άνθρωπο αποτέλεσε σπουδαίο γεγονός, γιατί άλλαξε τέλεια τις συνθήκες της ζωής του. Πότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά δεν μπορεί να καθοριστεί. Η στενότερη όμως γνωριμία με τη φωτιά κι η ανακάλυψη των ωφέλιμων ιδιοτήτων της πρέπει να έγινε όταν ο άνθρωπος είχε φτάσει σε ανώτερες κάπως βαθμίδες εξέλιξης.
Ο πρώτος σταθμός για την κατάκτηση της φωτιάς ήταν η συντήρησή της. Κάποτε δηλαδή, όταν ο άνθρωπος διαπίστωσε τις ωφέλειες της φωτιάς, σκέφτηκε ότι θα πρέπει να την κρατάει άσβηστη κι αυτό το πέτυχε με το να την τροφοδοτεί συνέχεια με καύσιμες ύλες ή να τη σκεπάζει με στάκτη. Ο επόμενος σταθμός ήταν να μην περιμένει να τη βρει τυχαία – π.χ. από τις πυρκαγιές που άναβαν οι κεραυνοί – αλλά να μπορεί μόνος του να τη δημιουργεί, όποτε τη χρειάζεται. Αυτό το κατόρθωσε με τρεις τρόπους κυρίως:
Τρίβοντας δύο ξερά ξύλα μεταξύ τους. Το ένα ξύλο “τρύπανον” το έτριβαν στη σχισμή του δεύτερου ξύλου “εσχάρας”.
Χτυπώντας δύο πέτρες μεταξύ τους και κυρίως κομμάτια “πυρίτου λίθου”.
Τελειοποιώντας την πρώτη μέθοδο περιέστρεφαν το “τρύπανον” με τις παλάμες ή με ένα σχοινί.
Το πότε ακριβώς “κατακτήθηκε” η φωτιά δεν ξέρουμε. Έχουμε όμως ενδείξεις ότι κατά τη Μειόκαινο ζούσε “ον”, που γνώριζε καλά την αξία της φωτιάς. Οι επιστήμονες μας πληροφορούν ότι κατά τη νεότερη περίοδο του Τριτογενούς υπήρχαν όντα που γνώριζαν όχι μόνο την αξία της φωτιάς, αλλά μπορούσαν και να τη δημιουργήσουν.
Για τη Μουστιαία βαθμίδα του παλαιο-παλαιολιθικού έχουμε αποδείξεις, υπολείμματα από στάχτη και κάρβουνα, ότι η φωτιά είχε κατακτηθεί πια και είχε γίνει όπλο και φίλος του ανθρώπου. Οι αποδείξεις αυτές γίνονται περισσότερες κατά το νεο-παλαιολιθικό με την εμφάνιση του “Χόμο Σάπιενς” και ακόμα περισσότερες κατά τη Μεσολιθική και Νεολιθική. Κατά τη Μεταλλική εποχή, όταν ο άνθρωπος χρησιμοποίησε το χαλκό, όχι μόνο είχε κατακτήσει τη φωτιά αλλά μπορούσε να πετυχαίνει πολύ μεγάλες θερμοκρασίες (110° C) που του χρειάζονταν για την κατεργασία των μετάλλων.
Θρησκευτικές δοξασίες αρχαίων λαών που σχετίζονται με τη φωτιά
Οι σκληρές προσπάθειες που έκανε ο άνθρωπος για να διατηρήσει στην αρχή, τη φωτιά και στη συνέχεια να την κατακτήσει και να τη χρησιμοποιήσει για τις ανάγκες του, άφησαν πολλά κατάλοιπα που σώθηκαν στις θρησκευτικές παραδόσεις και στη μυθολογία.
Στην αρχή οι αρχαίοι λαοί έδιναν στη φωτιά θεϊκή προέλευση και την αντιμετώπιζαν με φόβο και θαυμασμό, αλλά και με ευλάβεια σαν κάτι το ιερό.
Στους Πέρσες η φωτιά ήταν το κυριότερο αντικείμενο της λατρείας. Σε κάθε ναό υπήρχε ειδική αίθουσα που δε φωτιζόταν από το φως της ημέρας, αλλά μόνο από το φως μιας ιερής φωτιάς, που έκαιγε συνέχεια και κανείς δεν μπορούσε να την πλησιάσει. Ακόμα και οι ιερείς φορούσαν γάντια και ειδικό πέπλο όταν την πλησίαζαν.
Οι Ινδοί λάτρευαν τη φωτιά στο πρόσωπο του Άγνι, θεού της φωτιάς και του Ήλιου και οι Βραχμάνοι, ακόμα και σήμερα, στις θρησκευτικές τελετές τους ανάβουν φωτιά με την πρωτόγονη, μέθοδο της τριβής των ξύλων. Οι Αιγύπτιοι, οι Βαβυλώνιοι και Ασσύριοι είχαν ειδικές γιορτές, όπου άναβαν φωτιές και τιμούσαν το Βάαλ, θεό του ήλιου και της φωτιάς συγχρόνως. Οι αρχαίοι Έλληνες τιμούσαν ιδιαίτερα τη φωτιά και αυτό φαίνεται από το ότι τη διατηρούσαν άσβηστη σε πολλά ιερά, όπως στους ναούς της Αθηνάς, του Δία, του Απόλλωνα στους Δελφούς κ.α.
Ως κυριότερους θεούς, κατόχους της φωτιάς, λάτρευαν το Δία και τον Ήφαιστο. Μαζί με τον Ήφαιστο λάτρευαν και τον Προμηθέα, γιο του Τιτάνα Ιαπετού.
Η παράδοση λέει ότι ο Προμηθέας έκλεψε τη φωτιά, προνόμιο των θεών του Ολύμπου και την έδωσε στους ανθρώπους, γι’ αυτό και οι θεοί τον τιμώρησαν. Ανάλογες θρησκευτικές παραδόσεις με τους αρχαίους Έλληνες είχαν και οι Ρωμαίοι. Διατηρούσαν κι αυτοί άσβηστη φωτιά στα σπίτια τους, που κάθε νεόνυμφη γυναίκα ήταν υποχρεωμένη να την αγγίζει για εξαγνισμό και για να συμμετέχει στα αγαθά της νέας ζωής της. Στη Ρώμη τη διατήρηση της ιερής φωτιάς είχαν αναλάβει οι “Εστιάδες”.
Λαογραφία
Με την επικράτηση του χριστιανισμού η λατρεία της φωτιάς αφανίστηκε, έχουν διασωθεί όμως πολλά κατάλοιπα. Όπως οι αρχαίοι Έλληνες και οι Βυζαντινοί έτσι και οι νεότεροι χρησιμοποιούν τη φωτιά για να βγάλουν συμπεράσματα για το μέλλον (πυρομαντεία). Οι μαντείες αυτές γίνονται την Πρωτοχρονιά, τα Θεοφάνια, το Πάσχα και την παραμονή της γέννησης του Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου).
Στις 24 Ιουνίου υπάρχει και η συνήθεια να ανάβουν φωτιές και να τις πηδούν οι νέοι και οι νέες. Τη συνήθεια αυτή προσπάθησε να την καταργήσει η εν Τρούλλω Οικουμενική Σύνοδος (690), αλλά παρόλ’ αυτά διατηρήθηκε μέχρι σήμερα και γίνεται με την ευκαιρία του θερινού ηλιοστάσιου. Υπάρχουν και πολλές δεισιδαιμονίες γύρω από τη φωτιά π.χ. δε δανείζουν ποτέ φωτιά τη νύχτα ή σ’ όλη τη διάρκεια του Μαρτίου.