Το Ωρολόγιο, που στην καθημερινότητα το αποκαλούμε ως ρολόι, είναι συσκευή με την οποία μετράμε κυρίως το χρόνο, επίσης ο μετρητής δύναμης ή ρεύματος, ένα είδος φυτού αλλά και μεταφορικά σημαίνει την καλή λειτουργία ή την καλή κατάσταση, [φράση: όλα πάνε ρολόι].
Ως ωρολόγιο εννοούμε το Μηχανισμό με τον οποίο μπορούμε να μετρούμε τις ώρες του εικοσιτετραώρου. Κυριότερο εξάρτημα του είναι ο αντισταθμιστής που μπορεί να είναι εκκρεμές ή σπειροειδές ελατήριο.
Είδη Ωρολόγιων
Υπάρχουν πολλών ειδών ρολόγια, όπως: χεριού, τοίχου, τραπεζιών, αυτόματα (δεν χρειάζονται κούρδισμα), ηλεκτρικά (λειτουργούν αποκλειστικά με ηλεκτρικό ρεύμα πόλης ή μπαταρίας που κινεί ένα σύγχρονο κινητήρα), από χαλαζία (είναι ρολόγια με τη μεγαλύτερη ακρίβεια και η αρχή λειτουργίας τους στηρίζεται στο φαινόμενο του πιεζοηλεκτρισμού), με αμμωνία (ή μέιζερ, που εφευρέθηκε το 1953), με πιεσμένο αέρα, ατομικά (εφευρέθηκαν το 1954 και πρόκειται για ρολόγια μεγάλης ακρίβειας, χάνουν 1 δευτερόλεπτο στα 3.000 χρόνια).
Ιστορία του Ωρολόγιου
Η πρώτη μορφή ρολογιού εμφανίστηκε με το ηλιακό ρολόι στην Κίνα και την Αίγυπτο τον 13ο π.Χ. αιώνα. Οι Έλληνες τα ρολόγια αυτά τα ονόμασαν γνώμονες. Αυτά βασίζονται στην κίνηση του ήλιου και δείχνουν την ώρα με τη μετακίνηση της σκιάς ενός πασσάλου πάνω σε μια επιφάνεια που είναι κατάλληλα βαθμολογημένη και αντιστοιχεί με τις ώρες και τις υποδιαιρέσεις τους.
Στη διαδρομή των αιώνων επινοήθηκαν διάφοροι τύποι από ηλιακά ωρολόγια, όπως το ημικυκλικό του Χαλδαίου αστρονόμου Βερόζους και τα αραβικά ηλιακά ωρολόγια, καθώς και οι Βελτιωμένοι τύποι που επινόησαν οι αρχαίοι Έλληνες και που από αυτούς τα πήραν και τα χρησιμοποίησαν οι Ρωμαίοι.
Κατά την αρχαιότητα χρησιμοποιήθηκαν για τη μέτρηση του χρόνου οι κλεψύδρες και τα αμμωτά ωρολόγια. Αργότερα άρχισαν να χρησιμοποιούνται τα υδραυλικά ρολόγια ή κλεψύδρες. Αυτά αποτελούνταν από ένα δοχείο με νερό. Το δοχείο αυτό είχε μια τρύπα και η μέτρηση του χρόνου γινόταν με την εκάστοτε στάθμη του νερού. Πολλές φορές αντί για νερό χρησιμοποιούσαν άμμο.
Τα ηλιακά ωρολόγια ήταν σε χρήση μέχρι και τον 18ο αιώνα όταν άρχισε η πλατιά χρησιμοποίηση των μηχανικών ωρολογίων.
Τα μηχανικά ωρολόγια επινοήθηκαν, ίσως, κατά το 10ο μ.Χ. αιώνα. Αναφέρεται πως ο Πάπας Σίλβεστρος ο Β’ το 996 μ.Χ. επινόησε το πρώτο μηχανικό ωρολόγιο. Ακόμη αναφέρεται ότι μηχανικό ωρολόγιο είχε τοποθετηθεί σε πύργο του Ουεστμίνστερ το 1288 και άλλο στον καθεδρικό ναό του Καντέρμπουρι το 1292. Στις μελέτες του Γαλιλαίου για τις ταλαντώσεις στηρίχτηκε ο Ολλανδός Χόιενς για να παρουσιάσει το πρώτο εκκρεμές ρολόι το 1657. Στα 1840 ο Μπέιν κατασκεύασε το πρώτο ηλεκτρικό ρολόι.
Στις αρχές τα μηχανικά ωρολόγια είχαν μεγάλο μέγεθος και ήταν βαριά. Αργότερα κατασκευάστηκαν μικρότερα ωρολόγια για δωμάτια. Κατά τον 15ο αιώνα επινοήθηκε το σπειροειδές ελατήριο που βοήθησε στην κατασκευή μικρών ωρολογίων, καθώς και ωρολογίων της τσέπης.
Μηχανικό ωρολόγιο είχε τοποθετηθεί και στο δικαστικό μέγαρο του Παρισιού κατά τον 14ο αιώνα. Για την επισκευή του μάλιστα κάλεσαν το διάσημο, τότε, κατασκευαστή ωρολογίων στη Γερμανία Ερρίκο Βικ.
Σημαντικά, στην τελειοποίηση των ωρολογίων, βοήθησαν ο Γερμανός μαθηματικός Χρ. Χόιενς (17ος αιώνας) και ο Άγγλος φυσικός Ρ. Χουκ τον ίδιο αιώνα.
Με την ανάπτυξη της επιστήμης και της μηχανικής κατά τους 18ο και 19ο αι. βοηθήθηκε και η ανάπτυξη της ωρολογοποιίας και η κατασκευή ωρολογίων με μεγάλη ακρίβεια στη μέτρηση του χρόνου και πολυτέλεια και κομψότητα στην εμφάνιση. Κατορθώθηκε η κατασκευή ωρολογίων που δείχνουν όχι μόνο τις ώρες, λεπτά και δευτερόλεπτα, αλλά και τις ημέρες, τους μήνες και τα χρόνια, τις φάσεις του φεγγαριού κ.ά.
Γνωστή για την ανάπτυξη της ωρολογοποιίας στο μεσαίωνα υπήρξε η Νυρεμβέργη, ενώ από τον 19ο αιώνα και μετά μεγάλη ανάπτυξη της έχουμε στην Ελβετία, της οποίας τα ωρολόγια είναι ονομαστό σε ολόκληρο τον κόσμο.
Σήμερα με τις τελειοποιήσεις που έγιναν, χρησιμοποιούνται ευρύτατα και τα ηλεκτρικά ωρολόγια, οι προσπάθειες για την κατασκευή των οποίων, άρχισαν από το 1840. Χρησιμοποιούνται επίσης και τα ηλεκτρονικά ωρολόγια που είναι προηγμένης τεχνολογίας.
Ηλιακό Ωρολόγιο
Σύστημα και μέθοδος για τον προσδιορισμό της ώρας που στηρίζεται στη φαινομενική κίνηση του Ήλιου. Αποτελείται από ένα στοιχείο (στύλο) πού στερεώνεται πάνω σ` ένα επίπεδο οριζόντιο ή κατακόρυφο. Εμφανίστηκε το 13ο αι. π.Χ. στην Αίγυπτο και στην Κίνα, ενώ οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν γνώμονα.
Η φαινομενική κίνηση του Ήλιου στον ουρανό προκαλεί μια συνεχή μετατόπιση της σκιάς του στύλου, που προβάλλεται πάνω στην οριζόντια ή κατακόρυφη επιφάνεια. Πάνω στην επιφάνεια αυτή και με κεντρικό το σημείο όπου στηρίζεται ο στύλος χαράσσονται κατά ορισμένα διαστήματα γραμμές που έχουν ίδια διεύθυνση με τη σκιά. Οι γραμμές αυτές σε σχέση με τη γραμμή που αντιστοιχεί στο μεσουράνημα του Ήλιου δείχνουν την ωριαία γωνία, δηλαδή τον ακριβή ηλιακό χρόνο.
Στα η. ρ. η γραμμή που αντιστοιχεί στο μεσουράνημα του Ήλιου (κεντρική γραμμή της μεσημβρίας) είναι ίδια με τη μεσημβρινή γραμμή του τόπου όπου είναι τοποθετημένο το η. ρ., έχει δηλ. τη διεύθυνση Β-Ν. Ο ηλιακός χρόνος που δείχνουν τα ηλιακά ρολόγια μετατρέπεται στον πολιτικό χρόνο μετά από μερικές διορθώσεις.