Οι μετρήσεις της ατμόσφαιρας του Λονδίνου δείχνουν ότι η πόλη απελευθερώνει περισσότερο μεθάνιο, κυρίως από διαρροές φυσικού αερίου.
Οι μετρήσεις, που πραγματοποιήθηκαν από ερευνητές στο Imperial College του Λονδίνου, δείχνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος του μεθανίου που απελευθερώνεται στο Λονδίνο είναι αποτέλεσμα διαρροών από υποδομές φυσικού αερίου και όχι χωματερών, όπως πιστευόταν παλαιότερα.
Το μεθάνιο είναι πιο ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου, ακόμη και από το διοξείδιο του άνθρακα, και έχει την αρνητική ιδιότητα να ενισχύει το φαινόμενο της θέρμανσης της Γης, αλλά παραμένει στην ατμόσφαιρα για λιγότερο χρόνο. Οι εκπομπές μεθανίου παγκοσμίως είναι μια σημαντική ανησυχία και η μείωση τους θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Τα αποτελέσματα της νέας μελέτης, που δημοσιεύθηκαν στο Atmospheric Chemistry and Physics, δείχνουν ότι η υποδομή φυσικού αερίου του Λονδίνου διαρρέει περισσότερο μεθάνιο από ό,τι εκτιμάται και η συσσώρευση πολλών μικρών διαρροών προσθέτει επιπλέον σημαντικές εκπομπές μεθανίου στην πόλη.
Ένα από τα μέλη της παρούσας επιστημονικής έρευνας ο Eric Saboya, από το Τμήμα Φυσικής στο Imperial College , είπε ότι «η μελέτη τους δείχνει ότι το Λονδίνο εκπέμπει περισσότερο μεθάνιο από όσο αρχικά πιστεύαμε, αλλά επειδή καταφέραμε να εντοπίσουμε την πηγή, έχουμε μια σαφή κατεύθυνση προς τα που θα πρέπει να κινηθούμε προκειμένου να μειώσουμε αυτές τις βλαβερές εκπομπές αερίων».
Ο Eric Saboya πρόσθεσε: «Προηγούμενες επιστημονικές εκτιμήσεις εξηγούσαν ότι οι χώροι υγειονομικής ταφής στο Λονδίνο ήταν οι κυριότερες και μεγαλύτερες εκπομπές μεθανίου, αλλά η δικιά μελέτη μας δείχνει ότι οι διαρροές φυσικού αερίου είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Οι στρατηγικές μετριασμού μπορούν τώρα να κατευθυνθούν εκεί που πραγματικά απαιτείται, όπως η αντικατάσταση των παλιών μεταλλικών σωλήνων με νεότερες που είναι κατασκευασμένες από ειδικό πλαστικό».
Οι κύριες πηγές μεθανίου περιλαμβάνουν τη γεωργία, τους χώρους υγειονομικής ταφής και απορριμμάτων, τις υποδομές φυσικού αερίου και τις φυσικές πηγές, όπως οι υγρότοποι.
Οι εκτιμήσεις των εκπομπών μεθανίου βασίζονται τυπικά σε μια προσέγγιση «από κάτω προς τα πάνω», όπου οι εκπομπές υπολογίστηκαν με βάση τις στατιστικές. Για παράδειγμα, οι αγελάδες παράγουν λίγο μεθάνιο, οπότε γνωρίζοντας κατά μέσο όρο πόσο μεθάνιο παράγει κάθε αγελάδα και πολλαπλασιάζοντας το με τον αριθμό των αγελάδων στο Ηνωμένο Βασίλειο, δίνει μια εκτίμηση των εκπομπών από τις αγελάδες για τη χώρα ως σύνολο.
Η νέα μελέτη χρησιμοποίησε αντίθετα μια προσέγγιση «από πάνω προς τα κάτω» δειγματοληψίας της πραγματικής ατμόσφαιρας στο Λονδίνο, από εξοπλισμό που είναι εγκατεστημένος στην πανεπιστημιούπολη του Imperial στο South Kensington, για να ελέγξει εάν οι μετρήσεις συμφωνούν με τις εκπομπές μεθανίου «από κάτω προς τα πάνω».
Χρησιμοποιώντας συνεχείς μετρήσεις από τον Μάρτιο του 2018 έως τον Οκτώβριο του 2020 και μοντέλα ατμοσφαιρικών μεταφορών, η ομάδα συνέκρινε τις εκτιμήσεις από κάτω προς τα πάνω με τα δεδομένα μέτρησης. Εκτός από τη συγκέντρωση του μεθανίου στην τοπική ατμόσφαιρα, μπόρεσαν να βρουν την πηγή του μεθανίου χάρη στις μικρές, αλλά μετρήσιμες διαφορές μεταξύ των ιδιοτήτων του μεθανίου από διαφορετικές πηγές.
Αυτά τα στοιχεία συγκρίθηκαν με δύο «αποθέματα» εκπομπών – εκτιμήσεις εκ των κάτω προς τα πάνω. Ενώ το ένα απόθεμα EDGAR συσχετίστηκε σχετικά καλά με τις μετρήσεις της συνολικής συγκέντρωσης μεθανίου, το άλλο UK NAE I(Εθνικός κατάλογος εκπομπών ατμοσφαιρικών εκπομπών του Ηνωμένου Βασιλείου) φάνηκε να υποτιμά τις εκπομπές μεθανίου κατά 30-35%.
Και οι δύο απογραφές υποτίμησαν το κλάσμα των εκπομπών από το φυσικό αέριο. Για παράδειγμα, η απογραφή NAEI πρότεινε ότι το φυσικό αέριο αντιπροσώπευε περίπου το 25% του μεθανίου που μετρήθηκε στο South Kensington, ενώ οι πραγματικές μετρήσεις δείχνουν ότι η πραγματικότητα είναι πιο κοντά στο 85%.
Ένα άλλο μέλος της παρούσας έρευνας η Δρ. Giulia Zazzeri, από το Τμήμα Φυσικής στο Imperial, είπε ότι «αυτό δεν είναι μόνο ένα πρόβλημα του Λονδίνου – αλλά και άλλων πόλεων σε διαφορετικές χώρες, όπως το Παρίσι και η Βοστώνη που έχουν δείξει παρόμοια αποτελέσματα – αλλά η τοπική σύνθεση των πηγών μεθανίου είναι διαφορετική για κάθε πόλη, δείχνοντας τη δύναμη αυτών των μετρήσεων για τον προσδιορισμό του που πρέπει να κατευθύνετε ο μετριασμός της κατάστασης για να βοηθηθούν οι πόλεις προκειμένου να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου».
Η Δρ. Heather Graven, από το Τμήμα Φυσικής στο Imperial, πρόσθεσε ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν είναι από τις 100 χώρες που δεσμεύτηκαν να μειώσουν τις εκπομπές μεθανίου κατά 30% έως το 2030 ως μέρος της πρόσφατης συνάντησης COP26 στη Γλασκώβη. Το μεθάνιο εκπέμπεται από διάφορες πηγές που είναι δύσκολο να εκτιμηθούν με ακρίβεια πόσο εκπέμπει η κάθε πηγή μεμονωμένα. Συνεπώς θα πρέπει να εστιάσουμε σε αυτά τα δεδομένα, διότι είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση του προβλήματος και την πρόοδο πάνω σε τούτο το ζήτημα στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Ωστόσο πρέπει να καταστεί σαφές πως για να αντικατασταθούν όλοι οι σωλήνες φυσικού αερίου στο Λονδίνο με νέες που είναι πιο αποτελεσματικές, απαιτείται πολύς χρόνος και παράλληλα μεγάλο κόστος, και είναι κάτι που λειτουργεί σαν αποτρεπτικός παράγοντας, κυρίως για τις ιδιωτικές εταιρείες που διαχειρίζονται αυτές τις υποδομές.
Επιπρόσθετα μία ακόμη σημαντική παράμετρος του όλου θέματος είναι είναι πως το συνολικό κόστος αντικατάστασης των σωλήνων προφανώς θα μετακυλιστεί στον τελικό καταναλωτή που είναι ο φτωχός πολίτης, πράγμα που σημαίνει πως ενδεχομένως Θα υπάρξουν σφοδρές αντιδράσεις από τους δημότες του Λονδίνου, διότι ο λογαριασμός πιθανό να αυξηθεί κατά 50% με 60% έως ότου γίνει απόσβεση της επένδυσης για την αντικατάσταση των σωλήνων φυσικού αερίου.
Μάλιστα δεν πρέπει να αγνοούμε πως ήδη το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη στη γεωγραφική περιοχή της Ευρώπης έχει εκτοξευτεί στα ύψη, και ένα επιπλέον κόστος στο λογαριασμό θα ήταν δυσβάσταχτο για τον περισσότερο κόσμο που είναι βιοπαλαιστές.
Φυσικά υπάρχει και το λόμπι των εταιρειών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που σαφώς έχει τον τελευταίο λόγο και ασκούν μεγάλη επιρροή στις κυβερνήσεις. Αν λοιπόν αυτές οι εταιρείες διαπιστώσουν πως θίγονται ανεπανόρθωτα τα οικονομικά συμφέροντα τους, και κατ’ επέκταση ζημιώνονται από τέτοιου είδους πρωτοβουλίες, προφανώς δεν θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια και θα προσπαθήσουν να αντιστρέψουν τις αποφάσεις.
Πάντως έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε την γραμμή θα ακολουθήσει, τόσο ο δήμος του Λονδίνου, όσο και η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου πάνω σε τούτο το ζήτημα, και αν τελικά επικρατήσει η λογική φωνή των επιστημόνων για άμεση δράση κατά της κλιματικής αλλαγής. Βέβαια για να λέμε και του στραβού το δίκιο, οι επιστήμονες δυστυχώς είναι ο τελευταίος Τροχός της Αμάξης και δεν του δίνουν πολύ σημασία οι πολιτικοί.