Στον πίνακα από φελλό που μου χρησίμευε παλιότερα για να οργανώνω τις εκκρεμείς υποχρεώσεις μου, με εμβόλιμα τα ενθυμήματα από στιγμιότυπα που είχαν σταθερότερα εμπνεύσει την «ηθική σταδιοδρομία» μου, μένει καρφιτσωμένο ως σήμερα ένα απόκομμα της εφημερίδας USA Today (φύλλο της Τρίτης 11 Μαϊου 1993). Το άρθρο, υπογεγραμμένο από τον υποδειγματικό στυλίστα, αθλητικογράφο Bryan Burwell έχει τίτλο Dr.J brought life back to game. Το είχε βρει στο Λονδίνο και μου το είχε στείλει ο γιός μου, ο Στέφανος, άλλο ένα από τα τόσα ωραία, σημαδιακά και διδακτικά πάντα δώρα του, ζητώντας μου να το βάλω απαραιτήτως στο γραφείο μου, σε ανάμνηση των χρόνων που είχαμε ζήσει στο Μοντρεάλ του Καναδά.
Τον Dr.J- κατά κόσμον Julius Wienfield Erving II- τον είχαμε βέβαια μαζί καμαρώσει ως αδιαφιλονίκητο ηγέτη των 76ers της Φιλαδέλφειας στα συναρπαστικά παιχνίδια του μπάσκετ που μας καθήλωναν εμπρός στην οθόνη της τηλεόρασης του φορτωμένου χιόνια σπιτιού μας. Διηύθυνα τότε το γραφείο του ΕΟΤ στον Καναδά, και αποκαρδιωμένος από τη φαυλότητα, την αναξιοκρατία και τον φαβοριτισμό της κεντρικής διοίκησης ήμουν αποφασισμένος να παραιτηθώ. Έδωσα τόπο παρολαυτά στην οργή και ανέχτηκα για έναν ακόμα χρόνο τις μιζέριες τους μόνο και μόνο για να έχουμε μαζί με τον μικρό ακόμα τότε γιό μου την ευκαιρία να πανηγυρίσουμε τους 76ers ως πρωταθλητές του NBA (περιμένοντας πως δίπλα στον Julius Erving, o νεοφερμένος Moses Malone, ο πολυαναμενόμενος δηλαδή… Μωϋσής της ομάδας θα τους πήγαινε επί τέλους στη Γη της Επαγγελίας). Ήταν το 1982, αν θυμάμαι καλά, στον πρώτο χρόνο της «απομάγευσης» από τις ριζοσπαστικές επαγγελίες του Πασόκ, μετά και από την εδραίωση των άθλιων Πασινοφρουρών.
Πίσω όμως στον έπαινο του δημοσιογράφου μας για τον Τζούλιους Έρβινγκ – Dr. J. Αφιερώνει βεβαίως το μεγαλύτερο μέρος του εγκωμίου του στις εκρηκτικές απογειώσεις του αφροαμερικανού μπασκετμπολίστα και στις θρυλικές πλέον σήμερα φιγούρες του- χωρίς πάντως τίποτα το φιγουρατζήδικο – εν πτήσει προς το αντίπαλο καλάθι (αυτές ακριβώς που άνοιξαν το δρόμο για τα κατορθώματα εν συνεχεία του Air- Jordan, του Kobe Bryant και του δικού μας… γάβρου τώρα πια Jef Childress). Θα σταθώ όμως εγώ εδώ στο καταληκτικό σχόλιο του άρθρου του:
«Τα χρόνια ωστόσο (του Dr.J ) στο NBA μένουν χαραγμένα στη μνήμη μας όχι μόνο για την ικανότητά του να χορεύει ανάμεσα στα σύννεφα, αλλά για την αξιοπρέπεια, την πραότητα και την ευγένειά του μέσα και έξω από το γήπεδο. Αυτό που κατ’ αρχάς εκπροσωπούσε εμπρός στο έθνος, προκαλώντας μοιραίως τη σύγχυση, ήταν η αντίκρουση όλων των βλακωδών στερεοτύπων που μας ταλαιπωρούσαν. Έμαθε τον κόσμο να ξεπερνά τις ηλίθιες εμμονές του. Πίσω από τα πελώρια και σκοτεινά εκείνα Άφρο μάτια του… ήταν ένας εκλεπτυσμένος, αρχοντικός στην κυριολεξία άντρας με οξυδέρκεια και ευαισθησίες. Μας έδειχνε κάθε μέρα πως δεν είχαμε τίποτα να φοβηθούμε. Μας έδειξε πως υπήρχε πάντα κάτι να μάθουμε από τον καθένα και πως θα βρίσκεται πάντα κάποιος που μπορούμε να εκτιμήσουμε και να θαυμάσουμε. Αυτό ήταν το δώρο του και η καλή μας τύχη.»
Τώρα, είκοσι και κάτι χρόνια μετά, τον είδα βέβαια κι εγώ σ’ ένα βιντεάκι τον Barak Hussein Obama (ας τον προσφωνήσουμε Dr. B.H.O) να βάζει με περισσή χάρη τρίποντα καλάθια παίζοντας, όπως το συνηθίζει, μπάσκετ με τους φίλους του. (Αλήθεια, πόσο πιο ωραία και παραδειγματική σωματική άσκηση αυτή- σε ομαδικό παιχνίδι- από εκείνα τα άτσαλα, ατσούμπαλα και αργόσυρτα βέβαια τρεχαλητά στα οποία επιδίδονται κατά μόνας- δε μετράνε οι σωματοφύλακες- οι λογής λογής «μπροστάρηδές» μας που θέλουν πάση θυσία να διατηρήσουν τη φόρμα τους!) Αλλ’ ασφαλώς πάντως και δεν είναι αυτή η μόνη επιδεξιότητα που θα συγκρατήσουμε και στη δική του την περίπτωση. Παραφράζοντας τον τίτλο του σημειώματος που παρέθεσα προηγουμένως, θέλω κι εγώ με τον τρόπο μου να επιμείνω στο ότι, ύστερα από δύο περίπου χρόνια σκληρού προεκλογικού αγώνα, ο οποίος μόλις στέφθηκε με τη γνωστή θριαμβευτική επιτυχία, ο Μπαράκ Χουσείν Ομπάμα έφερε ξανά (και αυτός) τη ζωή στο παιχνίδι. Στο αμιγώς πολιτικό πια παιχνίδι.
Και λογαριάζω εδώ όχι τόσο το ότι ξόρκισε μια για πάντα τους φόβους μας για τους μαύρους, τα σκιάχτρα τους «αράπηδες», τους αλλόφυλους, τους αλλόθρησκους, τους αλλοεθνείς και τον κάθε ξένο, που θα’ πρεπε βέβαια να είναι κατ’ εξοχήν ευπρόσδεκτος αφού από αυτόν εξαρτάται και η ευημερία η δικιά μας, ούτε καν το ότι σκόρπισε παντού τον ενθουσιασμό, δίνοντας έτσι ξανά και στους νεότερους συμπολίτες μας τη διάθεση της συμμετοχής στα έργα και τις ημέρες της κοινότητας, αλλ’ ούτε ακόμα και το ότι ο ίδιος και οι επιτελείς του μας έδειξαν πόσο καλά μπορούσαν να εμπιστευθούν και να αξιοποιήσουν τη συναρπαστική νέα τεχνολογία της κοινωνίας του δικτύου, της αμοιβαιότητας, της εθελοντικής δράσης και της συνεργασίας. Δεν είναι βέβαια ασήμαντα πράγματα όλα αυτά. Αντιθέτως, είναι θα έλεγα κι εγώ μαζί με τόσους άλλους, κοσμοϊστορικά. Αλλ’ επιτρέψτε μου παρολαυτά πρωτίστως να επιμείνω, ακολουθώντας εδώ το πρόσφατο editorial του New Yorker, πως ο Μπαράκ Ομπάμα πρέπει κυρίως να πιστωθεί την επαναφορά της ευφράδειας, του στιλπνού δηλαδή και κομψού, αλλά και ευθύβολου και δεινού λόγου, στην πολιτική σκηνή- και ευρύτερα στην κοινωνική μας ζωή. (Σημαδιακό μάλλον το ότι χρειάστηκα τόσες επεξηγηματικές λέξεις για να σχολιάσω την «ευφράδεια»- εκεί που οι editorialists του καλού νεοϋορκέζικου περιοδικού διόλου δε δίστασαν να πουν το πράγμα απλώς με το όνομά του: eloquence. Αλλά τις έχει όντως τρομάξει το μάτι μας τις… ρητορείες. Όχι δε τόσο επειδή θυμίζουν- και είναι- πάντα ψεύτικα λόγια, μικρά ή μεγάλα. Αλλά διότι είναι ξύλινα, ανελαστικά, απελπιστικά τυποποιημένα λόγια. Ανούσια και ανέκφραστα. Άχρωμα και άοσμα. )
Ενώ του Ομπάμα τα λόγια- που θα ηχούν είμαι βέβαιος για κάμποσο καιρό στα αυτιά μου, είχαν κάτι από τη μυρωδιά του δροσερού αέρα που περνά ανάμεσα στα σύννεφα- ναι, εκεί ψηλά, ντε, όπου πετούσε, καλή ώρα, και ο Τζούλιους Έρβινγκ. Και οι βροντερές και κοφτές παραινέσεις του «Yes, we can» δεν νομίζω πως είναι παράταιρο να πω πως μόνο με τα ευθύβολα και τα τόσο τελεσίδικα καρφώματα «slum dunks» των άσσων του μπάσκετ μπορούν να παραβληθούν. Κι έτσι, λοιπόν, με τα αεράτα και καλοζυγισμένα λόγια του δόθηκε ξανά ζωή και νόημα στα… παιχνίδια μας. Και ό, τι κι αν γίνει από δω κι εμπρός, χαλάλι του!