- Είδος: Βιογραφική, αστυνομική ταινία
- Σκηνοθεσία: Ridley Scott
- Ηθοποιοί: Denzel Washington, Russell Crowe, Chiwetel Ejiofor, Cuba Gooding, Jr., Josh Brolin, Armand Assante, RZA, John Ortiz, John Hawkes, Ted Levine, Common, T.I.
- Διάρκεια: 157 λεπτά
- Παραγωγή: Universal Pictures
- Ημερομηνία κυκλοφορίας: 2 Νοεμβρίου 2007
- Προϋπολογισμός: 100 εκατομμύρια δολάρια
- Box office: 266.5 εκατομμύρια δολάρια
- Μουσική: Marc Streitenfeld
- Γλώσσα : Αγγλικά
Πρέπει να θεωρείται εγχείρημα η οποιαδήποτε προσπάθεια «κατασκευής» μιας ολόκληρης εποχής που έχει σβήσει. Δεν είναι μόνο τα σκηνικά και τα κοστούμια (τα οποία στην συγκεκριμένη ταινία είναι άρτια), είναι ο διάλογος, το περιβάλλον στο οποίο οι χαρακτήρες κινούνται, είναι τα συναισθήματα που εμπεριέχονται στην κοινωνική ψυχοσύνθεση και που αντικατοπτρίζουν το προσωπικό ‘εγώ’ του καθενός ανθρώπου που ζει σ’ αυτή.
Σεναριακά, η γλώσσα (προς αποφυγή της παρεξηγημένης λέξης lingo) που καλείτε στην εξυπηρέτηση της ιστορίας, στοχεύει άψογα στο να χτίσει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των κοινωνικών μπλόκ / γκρούπ. Αυτό δεν είναι μικρό κατόρθωμα και μόνο το γεγονός πως παραμένει απαρατήρητο από το «γυμνό μάτι» δουλεύει πιο αποφασιστικά στην τεκμηρίωση και εμβάθυνση των συνόρων.
Η ίδια η ιστορία σαφώς θέτει αυτές τις διαχωριστικές γραμμές με επιπλέον τρόπους (σκεφθείτε τις συνεχείς αναφορές στην «μαύρη» σπείρα που δουλεύει με πρότυπα της ιταλικής μαφίας-φαμίλιας). Τα όρια αυτά γεννιούνται και υφίστανται ως σημείο τριβής με πολλαπλούς τρόπους που έχουν αντίκτυπο στον ήρωα της ιστορίας.
Αντίθετα στις προσδοκίες, ο «κυνηγός» γίνεται ο αντι-ήρωας στην ταινία: «μπάτσος» με παρελθόν, αφιερωμένος στην δουλειά του, αλλά ταυτόχρονα και αντικείμενο χλευασμού από τους ομοίους του, με ένα κατεστραμμένο γάμο να λειτουργεί σαν υπόβαθρο της αφοσίωσης του στο καθήκον.
Όλα αυτά είναι στερεότυπα τα οποία τα συναντάμε στην πληθώρα κάθε αστυνομικής ταινίας από την δεκαετία του ‘70. Αντίθετα, ο ήρωας της ταινίας γίνεται ο «κυνηγημένος», ο οποίος δεν χωρά σε κάποια σταθερά ως αντίκτυπο στο αντίπαλο δέος του. Μόχθος, ευρηματικότητα, επίτευγμα, είναι επιθετικοί προσδιορισμοί οι οποίοι δεν χωράνε απαραίτητα στον «κακό» της ιστορίας. Έτσι δημιουργείται ο παράδοξος συνδυασμός του «καλού κακού» και του «κακού καλού».
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δεν λέω ότι ο Frank Lucas είναι καλός άνθρωπος. Η ταινία, όμως, χτίζει συνεχώς γύρω από αυτόν ένα υπέρμετρο θαυμασμό και παρακινεί το κοινό της να συμπάσχει όχι με τις πράξεις του, αλλά με τα όπλα τα οποία χρησιμοποιεί, θέτοντας βάσιμα επιχειρήματα σ’ αυτήν την προσπάθεια. Ο Lucas σπέρνει τον θάνατο με την ηρωίνη, αλλά το κάνει για ένα καλύτερο αύριο για την οικογένεια του – κάτι που όλοι σαν θεατές μπορούμε να κατανοήσουμε. Τα επιχειρήματα του είναι αξιέπαινα, τα εργαλεία του όμως όχι.
Είναι ενδιαφέρον το πως η ταινία κάθε φορά που χτίζει και επενδύει στα επιχειρήματα του χαρακτήρα, τα γκρεμίζει με τις πράξεις του, με μόνο σκοπό να επαναλάβει αυτή την άσκηση προσήλωσης προκειμένου να μετρήσει το μέγεθος της συγχώρεσης που εμείς ως κοινό μπορούμε αποδώσουμε. Αυτό είναι ουσιαστικά και το κλειδί για το τέλος της ιστορίας, όπου μια συνεχώς αμφίρροπη μάχη καταλήγει με εμάς ως κριτές της απονομής χάριτος.
Ο Denzel Washington κάνει μια εξαιρετική δουλειά φέρνοντας στον χαρακτήρα σε ένα παιχνίδι ισορροπίας μεταξύ όσων αναφέρω παραπάνω. Πλέκει ένα κουβάρι με διαφορετικά νήματα το οποίο ξετυλίγει αργά και μεθοδικά, με κάθε κλωστή να αντιπροσωπεύει μια άλλη πτυχή του χαρακτήρα του. Σε αντίθεση ο Russel Crowe παίζει με τα στερεότυπα, προσπαθώντας ανεπιτυχώς να δυναμιτίσει τον ρόλο του, γιατί ακριβώς το σενάριο δεν του επιτρέπει επίθεση στα σύνορα τα οποία το ίδιο θέτει. Εκεί φαίνεται και η μόνη αδυναμία του σεναριακού αυτού ευρήματος, μιας και δεν επιτρέπει την μεταβολή των ορίων, κάτι που θα έδινε στην ιστορία το κάτι παραπάνω.
Η μεγάλη επιτυχία της ταινίας είναι στην παρουσίαση μιας ολόκληρης δεκαετίας, του παλμού, του φόβου και της εξάρτησης της. Αγγίζοντας πολλά κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, η ιστορία επιμένει στους ήρωες με τα γεγονότα της εποχής να λειτουργούν ευνοϊκά στο παρασκήνιο.
Η ταινία είναι μακρόσυρτη και εκεί είναι που χάνει. Ο ρυθμός της δεν χτίζει παράλληλα με τα γεγονότα και τα συναισθήματα των χαρακτήρων, αλλά παραμένει σταθερός προσπαθώντας να παραδώσει κάποιο δίδαγμα περί αντικειμενικότητας που χάνεται όμως στην πορεία. Το κοινό γίνεται δέκτης των συμβάντων (που δεν είναι λίγα) και κινείται στην ίδια τροχιά με τους χαρακτήρες, αλλά με μικρότερη ταχύτητα. Εκεί που πάσχει η ταινία, είναι στο να μεταφέρει μια αίσθηση αδρεναλίνης, ακόμη και στις πιο χείριστες στιγμές, αφήνοντας μια πικρή αίσθηση στην αντίληψη μας πως είμαστε θεατές και όχι συμμέτοχοι.
Δείτε παρακάτω το τρέιλερ της ταινίας American Gangster (2007).
Διάβασε επίσης: Τι είναι Γεμολογία; Πως να γίνεις Γεμολόγος