Ακόμη κι όταν το βλέπεις από τη σέλα ενός Yamaha MT-03 που πάει γρήγορα στον παράκτιο ορεινό δρόμο, το θέαμα που προσφέρουν οι τσιμεντένιοι ουρανοξύστες του Benidorm είναι καταθλιπτικό. Είναι η απόδειξη του τι μπορεί να γίνει όταν ο τέλειος συνδυασμός θάλασσας, ήλιου και άμμου της Ισπανικής ακτής θυσιάζεται για να προσφέρει low budget απόλαυση στους τουρίστες μαζί με πλήρη αδιαφορία στην αρχιτεκτονική.
Ευτυχώς η αναζήτηση της Yamaha για low-budget διασκέδαση ήταν πολύ καλύτερη μελετημένη.
Όταν σχεδιάζεις μια entry level μοτοσικλέτα, ο καλύτερος συνδυασμός είναι ο ζωηρός κινητήρας, η καλή οδική συμπεριφορά και η ανταγωνιστική τιμή. Εδώ πάνω σ’ αυτό το φιδίσιο και καλοστρωμένο δρόμο της νότιας Ισπανίας το Yamaha MT-03 πάει τόσο καλά ώστε να συνιστά ότι τουλάχιστον τα πρώτα δύο τα έχουν πιάσει καλά. (Διαβάστε τεχνικές λεπτομέρειες στην επίσημη παρουσίαση του Yamaha MT-03).
Αυτό όμως δεν αποτελεί και έκπληξη επειδή το Yamaha MT-03 σχετίζεται πολύ στενά με το σπορ Yamaha YZF-R3 που έχει αποσπάσει αρκετούς επαίνους και καλές πωλήσεις από την παρουσίασή του πέρυσι. Δεν συναντάμε και πολύ συχνά μια γυμνή μοτοσικλέτα που να ανταποκρίνεται στην περιγραφή της σπορ μοτοσικλέτας χωρίς τα φέρινγκ, αλλά αυτό έγινε ουσιαστικά με τα δύο αυτά Yamaha που στην εποχή που οι μοτοσικλέτες σχεδιάζονται ως πλατφόρμες και διαφοροποιούνται στα περιφερειακά, τούτα τα δύο σχεδιάστηκαν ταυτόχρονα και παρουσιάστηκαν ξεχωριστά για λόγους marketing.
Δικύλινδρος κινητήρας 41 ίππων
Δεν υπάρχει καμία διαφορά στον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 321cc που έχουν από κοινού και οι δύο μοτοσικλέτες – είναι ίδιος ακόμη και ο ψεκασμός και η εξάτμιση. Διαθέτει δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, τετραβάλβιδες κεφαλές και υπερτετράγωνες διαστάσεις κυλίνδρων 68 x 41,4mm με αντικραδασμικό άξονα για να ελέγχει τον κραδασμό επειδή στροφάρει μέχρι τις 13.500 rpm φτάνοντας στην πορεία τους 41hpστις 10.750rpmως μέγιστη απόδοση.
Ίδιο στήσιμο με του sport μοντέλου
Το στήσιμο του Yamaha MT-03 είναι κι αυτό ίδιο με του Yamaha YZF-R3 με το ίδιο ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο που χρησιμοποιεί τον κινητήρα ως φέρον τμήμα του. Το πιρούνι είναι της KYB και δεν έχει ρυθμίσεις, ενώ το αμορτισέρ που εδράζεται στο μακρύ ψαλίδι είναι της ίδιας εταιρίας κι έχει ρυθμιζόμενη προφόρτιση ελατηρίου. Ιδια έχουν μείνει τα φρένα, οι τροχοί και τα ελαστικά, που σημαίνει ότι το Yamaha MT-03 φοράει Michelin Pilot Sport στους χυτούς τροχούς των 17in, ο καθένας από τους οποίους έχει στερεωμένο επάνω του έναν δίσκο.
Οι διαφορές
Εκεί που διαφέρει το Yamaha MT-03 σε σχέση με το Yamaha YZF-R3, πέρα από το ότι το γυμνό έχει ένα υποτυπώδες μασκάκι αντί για φέρινγκ, είναι στην νέα πάνω πλάκα, οι καβαλάρηδες του οποίου συγκρατούν ένα μονοκόμματο τιμόνι που αντικαθιστά τα clip ons της σπορ μοτοσικλέτας. Με το διαφορετικό τιμόνι η θέση οδήγησης είναι πιο όρθια και τα γκριπ είναι 4cm ψηλότερα και φαρδύτερα καθώς και 2cm πιο κοντά στον αναβάτη. Ακόμη κι έτσι όμως το γυμνό δικύλινδρο έδινε αρκετά σπορ αίσθηση όταν έβαλα τα πόδια στα σχετικά ψηλά και μάλλον προς τα πίσω τοποθετημένα μαρσπιέ.
Yamaha MT-03 – on board
Ελαφριά αίσθηση – ευκολία στη χρήση
Το Yamaha MT-03 είναι επίσης πολύ ελαφρύ, ένα κιλό ελαφρύτερο σε σχέση με το Yamaha YZF-R3 στα 168kg με καύσιμα. Αμέσως δίνει την αίσθηση ότι είναι πολύ εύκολο στις μανούβρες και σ’ αυτό βοηθά η λεπτή σέλα που στα 780mm είναι αρκετά χαμηλά ώστε οι περισσότεροι αναβάτες να πατούν και με τα δύο πόδια τους στο έδαφος.
Ο ελαφρύς συμπλέκτης βοηθά κι αυτός τη μοτοσικλέτα να κάνει άνετα ελιγμούς μέσα στην κίνηση, αν και το τιμόνι ακουμπούσε σχεδόν στα γόνατά μου όταν έκανα πλήρη αξιοποίηση του πολύ μεγάλου κοψίματος του τιμονιού.
Το χαμηλό βάρος συνέβαλε στις επιδόσεις του Yamaha MT-03 στην ευθεία που ήταν αρκετά καλές ώστε μοτοσικλέτα να είναι διασκεδαστική. Ο κινητήρας της Yamaha δεν φτιάχτηκε με σκοπό να καλύπτει τα ευρωπαϊκά διπλώματα Α2 όπως π.χ. του Honda CB500F αλλά σχεδιάστηκε για να κατασκευάζεται τόσο στα 321cc όσο και στα 249cc με μικρότερη διάμετρο πιστονιών για την ασιατική και την νοτιοαμερικάνικη αγορά.
Συμπεριφορά του κινητήρα
Τίποτε από αυτά δεν σκεφτόμουν καθώς κρατούσε το γκάζι ανοιχτό και άλλαζα ταχύτητες στο μαλακό εξατάχυτο κιβώτιο για να κρατήσω τις στροφές ψηλά. Ο μικρός δικύλινδρος κινητήρας δεν διαμαρτύρεται στις χαμηλές στροφές, τραβώντας καθαρά από τις 3.000rpm με τρόπο που θα βοηθήσει ώστε η μοτοσικλέτα να μην μοιάζει καθόλου απειλητική στους νέους αναβάτες. Για να μπορείς όμως να αξιοποιήσεις τις επιδόσεις της μοτοσικλέτας πρέπει να φροντίσεις ώστε η μπάρα του στροφομέτρου στη μικρή οθόνη να είναι κοντά στην κόκκινη περιοχή και να δουλεύεις αρκετά τον λεβιέ των ταχυτήτων. Το ιδανικό είναι να κρατάς τον κινητήρα πάνω από τις 7.000rpm.
Αυτό δεν αποτελούσε πρόβλημα καθώς ακολουθούσαμε τον δρόμο CV-70 που φιδογύριζε προς το νότο μέσα από τα βουνά από το Benifato, όπου η ανάγκη για στροφάρισμα του Yamaha απλά προσέθετε ακόμη περισσότερο στον ενθουσιασμό που μας είχε πιάσει. Από πολλές απόψεις αυτή η ελαφριά, γρήγορη και διασκεδαστική μικρή μοτοσικλέτα έφερνε σε κάτι σαν τη σύγχρονη έκδοση του Yamaha RD 250LC που γοήτευσε τόσους πολλούς νέους αναβάτες στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αν και χωρίς το δίχρονο ουρλιαχτό της εξάτμισης ή την κλωτσιά στις μεσαίες στροφές.
Η απόκριση του τετράχρονου κινητήρα γινόταν όλο και πιο δυνατή καθώς οι στροφές ανέβαιναν, χωρίς μεγάλο σκαλοπάτι στην απόδοση και με ένα σχετικά φιμωμένο ήχο από το κοντό τελικό της εξάτμισης.
Σε μια σχετικά κοντή ευθεία το Yamaha MT-03 έφτασε στα 160km/hστο ταχύμετρο έχοντας λίγα αποθέματα ακόμη και με το υποσιάγωνο του κράνους να ακουμπά το τιμόνι σε μια μάταιη προσπάθεια να αποφύγω τον άνεμο. Μπορεί να ταξιδεύει με 120km/h χωρίς πρόβλημα αλλά με κόντρα άνεμο δεν είναι ευχάριστο. Το Yamaha YZF-R3 θα προσέφερε περισσότερη προστασία αλλά και το Yamaha MT-03 σε εκείνη τη θερμή ημέρα του Φεβρουαρίου ήταν πολύ άνετο, παράγοντας ελάχιστο κραδασμό, όσο πολύ κι αν το στροφάριζα.
Η σέλα του είναι λεπτή και δεν έχει και πολύ χώρο για συνεπιβάτη, που τουλάχιστον μπορεί να κρατηθεί από σταθερές χειρολαβές αντί για τον απλό ιμάντα που έχει το σπορ μοντέλο.
Συμπεριφορά των αναρτήσεων – στροφές
Με δεδομένη την ομοιότητα ανάμεσα στις δύο μοτοσικλέτες δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το στήσιμο του Yamaha MT-03 ήταν σχεδόν ίδιο με αυτό του Yamaha YZF-R3 – κι αυτό ήταν πολύ καλό επειδή η σπορ μοτοσικλέτα έβαλε αρκετά υψηλά στάνταρντ με το χαμηλό βάρος και τις απλές αλλά αποτελεσματικές αναρτήσεις. Ίσως το φαρδύτερο τιμόνι να προσφέρει αίσθηση περισσότερης ευελιξίας καθώς έστριβε στις φουρκέτες στο βουνό βόρεια από το Benidorm, όπου ακόμη και το απαλότερο άγγιγμα του τιμονιού ήταν αρκετό για να δώσει στη μοτοσικλέτα μια νέα γραμμή.
Το ίδιο εντυπωσιακό είναι ότι το Yamaha MT-03 έστριβε με ουδέτερη αίσθηση και παρέμενε καθησυχαστικά σταθερό ακόμη και τις πιο ενθουσιώδεις ταχύτητες μέσα στη στροφή. Οι αναρτήσεις του είναι αρκετά μαλακές ώστε να προσφέρουν άνεση στην οδήγηση και να περνά πάνω από τα σαμαράκια που είχαν τα χωριά για να μην τρέχουν τα αυτοκίνητα, χωρίς πολλή ενόχληση. Και τα δύο άκρα έδιναν μαλακή και κάπως θολή αίσθηση όταν ο ρυθμός ανέβαινε, αλλά το Yamaha MT-03 παρέμεινε αρκετά σφιχτό και με καλή απόκριση ώστε να είναι αρκετά διασκεδαστικό.
Φρένα
Το υπόλοιπο στήσιμο ανταποκρινόταν κι αυτό στα στάνταρ της μοτοσικλέτας. Δεν έχει τίποτα το φανταχτερό ο μονός δίσκος των 280mm με τη διέμβολη δαγκάνα και στα δυνατά φρένα το Yamaha MT-03 χρειαζόταν δυνατό πάτημα στη μανέτα, ειδικά οι αναβάτες που χρησιμοποιούν ένα ή δύο δάχτυλα. Αλλά για αυτή την κατηγορία μοτοσικλέτας η διαθέσιμη ισχύς επιβράδυνσης ήταν αρκετή. Ειδικά οι νέοι αναβάτες θα εκτιμήσουν το ABS που επενέβαινε λίγο νωρίτερα από τα καλύτερα συστήματα αλλά προσέφερε ασφάλεια που θα είναι ευπρόσδεκτη στο βρεγμένο.
Ελαστικά
Και μιλώντας για δρόμους με χαμηλό συντελεστή τριβής, τα ελαστικά Michelin Pilot Sport έκαναν αρκετά καλή δουλειά, αν και μερικοί αναβάτες ανέφεραν κάποια γλιστρήματα σε μέρη που είχαν σκόνη και ήταν πιο γλιστερά από όσο φαίνονταν. Αναπόφευκτα τα λάστιχα είναι αρκετά λεπτά, 110 το εμπρός και 140 το πίσω, πράγμα που έκανε τη μοτοσικλέτα πιο ευέλικτη. Πάντως τα λάστιχα προσέφεραν αρκετό καλό κράτημα ώστε η μοτοσικλέτα να πλαγιάζει τόσο που να ακουμπά η μπότα ή ξύστρα του μαρσπιέ στην άσφαλτο.
Εργονομία – πρακτικότητα – κατανάλωση
Παρά το ότι το Yamaha MT-03 έχει ψηλά τοποθετημένα μαρσπιέ (που του προσφέρουν και το κάπως μεγάλο περιθώριο κλίσης), η θέση οδήγησης δεν με στρίμωχνε. αν και έχω μακριά πόδια. Ηταν μάλιστα αρκετά πειστική ότι θα είναι κατάλληλη για καθημερινή χρήση, τουλάχιστον για τους περισσότερους από τους μελλοντικούς του ιδιοκτήτες.
Οι καθρέφτες προσφέρουν καλή ορατότητα προς τα πίσω και το κόμπακτ ψηφιακό όργανο περιέχει αρκετές πληροφορίες και είναι εύκολο στη χρήση, αν και οι ενδείξεις εναλλάσσονται από το όργανο κι όχι από το τιμόνι.
Η οθόνη περιλαμβάνει δείκτη βενζίνης και ένδειξη κατανάλωσης που δείχνει ότι ο δικύλινδρος κινητήρα καίει 4,9lt/100km παρά την αρκετά σκληρή χρήση. Ηταν δηλαδή αρκετά οικονομικό και επαρκές για μια ακτίνα δράσης της τάξης των 250km από το 14λιτρο ρεζερβουάρ.
Η ποιότητα κατασκευής του Yamaha MT-03 που κατασκευάζεται στην Ινδονησία είναι απόλυτα αποδεκτή αν και αναπόφευκτα έχει γίνει προσπάθεια εξοικονόμησης σε διάφορα σημεία, όπως στις μη ρυθμιζόμενες μανέτες και στα απλά αυτοκόλλητα για τα γραφικά.
Πάντως, καθώς επέστρεφα μέσα από το Benidorm –περνώντας τους ουρανοξύστες, τα fast food και τα αγγλικής όψης μπαράκια- μετά από μια πολύ διασκεδαστική βόλτα, οι απλές προδιαγραφές του Yamaha MT-03 φαίνονταν απόλυτα αποδεκτές. Ειδικά όταν οι σκέψεις μου επέστρεψαν στις βασικές αρχές που πρέπει να καλύπτει μια entry level μοτοσικλέτα: τις επιδόσεις του κινητήρα, την καλή οδική συμπεριφορά και την ανταγωνιστική τιμή. Η Yamaha αφού με τον έξυπνο σχεδιασμό της μοτοσικλέτας κατάφερε τα δύο πρώτα, εξασφάλισε και το τρίτο προαπαιτούμενο με την πολύ ανταγωνιστική του τιμή.
Στις περισσότερες χώρες θα κοστίζει περίπου όσο το μονοκύλινδρο KTM 390 Duke και είναι αρκετά φτηνότερο από το πρόσφατα αναβαθμισμένο Honda CB500F. Επίσης δεν είναι και πολύ ακριβότερο σε σχέση με το επιτυχημένο Yamaha MT-125, οι ιδιοκτήτες του οποίου ιδανικά θα ανέβουν κατηγορία παίρνοντας το Yamaha MT-03.
Οπωσδήποτε το Yamaha MT-03 μοιάζει να είναι μια αρκετά καλή επένδυση, όπως και να το δεις, επειδή η μοτοσικλέτα αυτή δεν έχει καμία σχέση με τις φτηνές ισπανικές διακοπές σε ένα διαμέρισμα πολυκατοικία στο Benidorm. Είναι όμορφο, πάει καλά, είναι αρκετά πολυχρηστικό και φαίνεται ότι θα συνεχίσει την επιτυχία της οικογένειας MT – μιας οικογένειας που κάνει προσιτές τις υπηρεσίες της σε μια νέα πλέον γενιά μοτοσικλετιστών.
Shun Miyazawa, Yamaha Product Manager
Shun Miyazawa 2«Το Yamaha YZF-R3 και το MT-03 συνελήφθησαν ως ιδέα ταυτόχρονα. Όταν εξελίσσουμε μοτοσικλέτες με κοινή πλατφόρμα πρέπει να σκεφτόμαστε μπροστά. Ένα κλασικό λάθος είναι το να ακολουθείται μία λύση για το πρώτο μοντέλο και μετά να παλεύεις με το δεύτερο. Ευτυχώς όμως οι entry level σπορ μοτοσικλέτες δεν είναι τόσο σκληροπυρηνικές όσο τα μεγαλύτερα κυβικά κι έτσι είναι εύκολο να φτιάξεις μια πλατφόρμα μοτοσικλέτας δρόμου που να είναι καλή και naked και σπορ μοντέλα.
Μοτοσικλέτες όπως το Yamaha MT-03 δημιουργούνται από παγκόσμιες τάσεις. Το να εξελίξεις μια μοτοσικλέτα Α2 μόνο για την Ευρώπη θα ήταν αρκετά απαιτητικό ως προς την επένδυση και την απόδοσή της επειδή η ομάδα των πιθανών πελατών είναι σχετικά μικρή. Οι συνάδελφοί μας στην Λατινική Αμερική και στην Ασία πουλούν 15 φορές περισσότερα κομμάτια από ό,τι στην Ευρώπη. Στην Ευρώπη περιμένουμε ότι θα πουλήσουμε 3.000 κομμάτια – τα μισά από αυτά στην Τουρκία που είναι μεγάλη αγορά, αν και εκεί και στην Ασία θα πωλούνται ως 250άρια (MT-25) κι όχι ως 320.
Επιλέξαμε την χωρητικότητα των 320cc επειδή είναι το μέγιστο που μπορούσαμε να επιτύχουμε από έναν κινητήρα βασισμένο στα 250cc. Αν φτιάχναμε τη μοτοσικλέτα πολύ ογκώδη και στιβαρή θα χαλούσαμε το 250άρι με αχρείαστο βάρος. Το design είναι ένας συμβιβασμός ανάμεσα στις καλύτερες επιδόσεις του 250, αλλά με αποθέματα για τις χώρες που δεν υπάρχει ο περιορισμός των 250cc.
Ένα κίνητρο για την εξέλιξη μιας μοτοσικλέτας όπως το Yamaha MT-03 είναι ότι οι αρχάριοι αισθάνονται μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση με μια ελαφριά και κόμπακτ μοτοσικλέτα κι αυτό είναι σημαντικό για να τους κρατήσεις στη βιομηχανία μοτοσικλέτας. Όχι απαραίτητα στη Yamaha αλλά εφόσον έχουν την αυτοπεποίθηση να τότε θα μείνουν στο χώρο και στο μέλλον και αυτό είναι σημαντικό για όλους μας».