Στη χώρα μας γίνονται τετρακόσιες περίπου υιοθεσίες το χρόνο. Τετρακόσια ζευγάρια, με αποθέματα αγάπης και στοργής, υποδέχονται ένα παιδί και δημιουργούν μια ευτυχισμένη οικογένεια.
Παλαιότερα υπήρχαν κοινωνικοί λόγοι που έπαιζαν απαγορευτικό ρόλο… Σήμερα, όμως, τα παιδιά εκτός γάμου γίνονται πια αποδεκτά, τόσο από τους φυσικούς τους γονείς όσο και από το ευρύτερο περιβάλλον. Έτσι, υπάρχουν πολλά άτεκνα ζευγάρια και λίγα παιδιά. Γι’ αυτό, άλλωστε, και οι τυπικές διαδικασίες μιας υιοθεσίας απαιτούν πολύ χρόνο. Από την άλλη πλευρά, επειδή ο βασικός στόχος είναι η ευτυχία του παιδιού, οι κοινωνικές υπηρεσίες κάνουν εξονυχιστικές έρευνες, ώστε να καλυφθούν όλα τα πιθανά προβλήματα και να διασφαλιστεί, στο βαθμό του δυνατού, το ότι θα γίνει μέλος μιας οικογένειας που θα το αγαπά και θα το φροντίζει πραγματικά.
Απαιτήσεις για να υιοθετήσεις παιδί
Τα «τυπικά προσόντα για να υιοθετήσει κάποιος ένα παιδί, ορίζονται από το νομοθέτη:
- Πρέπει να είναι μεγαλύτερος από 30 ετών και μικρότερος από 60.
- Η διαφορά ηλικίας μεταξύ παιδιού και θετού γονιού κυμαίνεται από τα 18 έως τα 50 χρόνια.
- Η σταθερή εργασία ή κάποιο περιουσιακό στοιχείο συνήθως αρκεί: βασικές οικονομικές προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν ότι το παιδί μεγαλώνει σύμφωνα με το μέσο όρο.
- Αξιολογείται η υγεία του ζευγαριού. Αν διαπιστωθεί πρόβλημα, επιβάλλεται να μην επηρεάζει τη συμπεριφορά ή την καθημερινότητα της οικογένειας.
- Ελέγχονται, επίσης, η προσωπικότητα και η σχέση του ζευγαριού.
- Τέλος, μπορεί να υιοθετήσει παιδί και ένας μόνο γονιός.
Είναι εύκολη απόφαση η Υιοθεσία παιδιού;
«Η πλειονότητα των ζευγαριών επιθυμεί παιδιά μικρής ηλικίας, με καλό ιστορικό και υγεία. Ωστόσο, λόγω του μεγάλου χρόνου αναμονής, αλλά και της ευαισθητοποίησης επάνω στο θέμα, πολλοί έγιναν πιο δεκτικοί στην υιοθεσία παιδιών με προβλήματα υγείας ή βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό», επισημαίνει η κ. Ελένη Μπουφίδη, κοινωνική λειτουργός του Ιδρύματος Βρεφών «Μητέρα».
Όσοι καταλήγουν σε αυτή την απόφαση είναι ήδη αρκετά ταλαιπωρημένοι, καθώς έζησαν σημαντική ματαίωση των προσπαθειών του, έχοντας αναλώσει χρόνο, συναίσθημα και χρήμα. Για να προσδοκούμε σε μια επιτυχημένη υιοθεσία, πρέπει το ζευγάρι να έχει βιώσει και να έχει ξεπεράσει το «πένθος» για ένα φυσικό παιδί. Διαφορετικά, το θετό παιδί θα του θυμίζει σε καθημερινή βάση την ανεπάρκειά του.
Η κοινωνική έρευνα που γίνεται πριν από την υιοθεσία δεν βεβαιώνει μόνο τις υπηρεσίες ότι το παιδί θα πάει σε καλά χέρια, αλλά βοηθά και το ζευγάρι να εκτιμήσει τα κίνητρα, τα συναισθήματά του, τον τρόπο που σκέφτεται. Το ζητούμενο είναι ν’ αγαπήσουν και ν’ αποδεχτούν το παιδί, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά του στοιχεία. Πρέπει να μπορούν συνειδητά να γίνουν γονείς του, παρόλο που δεν υφίσταται βιολογική συγγένεια, να πιστέψουν ότι δεν αποτελεί «ξένο σώμα» στην οικογένεια και να προσπαθήσουν να το καλοσωρίσει ο περίγυρός τους».
Να του το πούμε ή όχι;
Ένα παιδί έχει δικαίωμα να μάθει ότι είναι υιοθετημένο. Έτσι, μπαίνουν οι βάσεις για μια σχέση ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης. Επιπλέον, εάν το γνωρίζει από μικρή ηλικία, θα το αποδεχτεί καλύτερα. Οι θετοί γονείς πρέπει να είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να μιλήσουν μαζί του για το ζήτημα, ανάλογα βέβαια με την ηλικία του.
Επιβάλλεται, λοιπόν, να γνωρίσει και να συμφιλιωθεί με αυτή την πληροφορία προτού πάει στο σχολείο, πριν, δηλαδή, αρχίσει να «εκτίθεται», όπου υπάρχει κίνδυνος να την πάρει από έναν τρίτο. Σε αντίθετη περίπτωση, θα νιώσει ότι συμβαίνει κάτι παράξενο, μυστικό, κακό… Για αυτό είναι σημαντικό να καταλάβει ότι μπορεί να το μοιραστεί με ανθρώπους που αγαπά και το αγαπούν.
Όταν ενηλικιωθεί, έχει τη δυνατότητα ν’ απευθυνθεί στην αρμόδια υπηρεσία και να ενημερωθεί για τους φυσικούς του γονείς και (πιθανώς και να τους συναντήσει) τις συνθήκες υιοθεσίας του.
Μαρτυρία
«Πριν από 3 χρόνια υιοθετήσαμε δύο αδερφάκια, ένα κοριτσάκι 5 ετών και ένα αγοράκι 3,5. Η διαδικασία, όταν αφορά σε μεγαλύτερα παιδιά, είναι πολύ πιο εύκολη και γρήγορη, αφού για ένα μωρό θα περιμέναμε 4-6 χρόνια. Είχαν προηγηθεί 3 εξωσωματικές και δεν θέλαμε να ταλαιπωρηθούμε άλλο σωματικά και ψυχικά. Έτσι, καταλήξαμε σε αυτήν τη λύση (σήμερα πιστεύω πως έπρεπε να το είχαμε κάνει νωρίτερα). Δεν σκοπεύαμε να αναλάβουμε δύο παιδιά, αλλά όταν μάθαμε ότι υπάρχουν δύο αδερφάκια, σκεφτήκαμε: «Γιατί όχι;». Βέβαια, μας εξέτασαν διεξοδικά -κάτι αρκετά επώδυνο- προκειμένου να σιγουρευτούν για μας.
Το επιστημονικό προσωπικό του «Μητέρα», όμως, ήταν άψογο μαζί μας. Με την κόρη μας κουβεντιάζαμε από την πρώτη μέρα το θέμα. Μάλιστα, είχαμε πολλές φωτογραφίες από τις επισκέψεις μας στο Κέντρο, σε άλμπουμ, στο σπίτι, οι οποίες γίνονταν συχνά αφορμή για να λύνουμε τις απορίες τους.
Άλλωστε, δεν το κρύψαμε από κανέναν. Δεν αλλάξαμε σπίτι, μείναμε στην ίδια γειτονιά, τα παιδιά θα πήγαιναν στο σχολείο της περιοχής μας… Μας βοήθησε επίσης πολύ στην προσπάθειά μας να εξηγήσουμε στην κόρη μας κάποια πράγματα το σίριαλ που είδαμε στην τηλεόραση, το «Λένη». Της γράφαμε στο βίντεο αποσπάσματα από τα επεισόδια και τα συζητούσαμε μαζί της. Μια μέρα έμαθα ότι ανακοίνωσε στην τάξη της ότι είναι υιοθετημένη! Δυσκολίες υπάρχουν πάντα, κάθε οικογένεια έχει. Πρόκειται για εξαιρετικά παιδιά, μας έδωσαν πάρα πολλή αγάπη και προσπαθούμε να τους την ανταποδώσουμε». Σ. Β.