Ένας ευαίσθητος, δημιουργικός και ταλαντούχος άνθρωπος. Επέλεξε να αυτοκτονήσει, στα 95 του, για να μη γίνει βάρος στους άλλους.
O Mario Monicelli (1915-2010), Ιταλός σκηνοθέτης και σεναριογράφος, αυτοκτόνησε τη Δευτέρα, 29 Νοεμβρίου του 2010, σε ηλικία 95 ετών, πέφτοντας από το παράθυρο του νοσοκομείου Σαν Τζοβάνι. Υπέφερε από καρκίνο του προστάτη σε τελικό στάδιο και αποφάσισε να επισπεύσει το τέλος του. Τον θυμάμαι ως σκηνοθέτη μιας πολυαγαπημένης μου κωμωδίας με τίτλο: Οι Εντιμότατοι Φίλοι μου (Amici miei), όπου πρωταγωνιστούν οι Ούγκο Τονιάτσι και Φιλίπ Νουαρέ, αλλά είναι και σκηνοθέτης των ιδιαίτερα επιτυχημένων κωμωδιών: Ο Κλέψας του Κλέψαντος (1958) , με τους Βιτόριο Γκάσμαν και Κλαούντια Καρντινάλε και Οι Γενναίοι του Μπρανκαλεόνε (1966), επίσης με τον Γκάσμαν. Προτάθηκε 3 φορές για Όσκαρ, για τις ταινίες: Ο Μεγάλος Πόλεμος (που κέρδισε ένα Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας και ήταν παραγωγή του γνωστού μας Ντίνο ντε Λαουρέντις (1919-2010) που επίσης έφυγε από κοντά μας πριν από λίγες βδομάδες σε ηλικία 91 ετών ), Οι Σύντροφοι, με τον Μαστρογιάνι και Το Κορίτσι με το Πιστόλι, με τη Μόνικα Βίτι.
Θεωρείται, δίκαια, ο μεγάλος μάστορας της Ιταλικής κωμωδίας. Ζούσε σε ένα μικρό διαμέρισμα στη Ρώμη, διαμέρισμα που θα μπορούσε κάλλιστα να ανήκει σε φοιτητή. Αν και ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένος, στη χώρα του, αλλά και στο εξωτερικό, αν και είχε κερδίσει πολλά χρήματα με τις ταινίες του, παρέμεινε σε όλη του τη ζωή πρότυπο σεμνότητας.
Λίγο πριν πεθάνει είχε μιλήσει σε δημοσιογράφους και τους είχε πει ότι τα γηρατιά είναι εντάξει, μέχρι τη στιγμή που αρχίζεις να γίνεσαι βάρος στους άλλους. Η αλήθεια είναι ότι είχε τρομερή ενεργητικότητα, τελείωσε την τελευταία ταινία του (Le Rose del Deserto, Τα Τριαντάφυλλα της Ερήμου, 2006) σε ηλικία 91 ετών -σκηνοθέτησε συνολικά πάνω από 60 ταινίες- ενώ ήταν απόλυτα διαυγής, και πνευματώδης, ως το τέλος. Πριν 15 χρόνια είχε λάβει μέρος σε διαδήλωση, ενάντια στον Μπερλουσκόνι και δήλωσε ότι τον ευχαριστεί πολύ επειδή τον έκανε να νιώσει πάλι νέος και να πάει σε διαδήλωση ενάντια σε ένα σύγχρονο τύραννο…
Δεν ξέρω αν απάντησε ο Μπερλουσκόνι στην προσβλητική δήλωση του Μονιτσέλι, αυτό που ξέρω είναι ότι τώρα εμπλέκεται σε καινούριο σκάνδαλο. Ο Μονιτσέλι, που είχε υπηρετήσει πιστά τις αριστερές ιδέες σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ήταν έξαλλος με τους Ιταλούς που είχαν ψηφίσει μια απομίμηση, ή μετεμψύχωση του Μουσολίνι.
Από όλες τις ταινίες του, ο ίδιος προτιμούσε το Μπρανκαλεόνε, και τη συνέχεια που γύρισε ο ίδιος (γυρίστηκε και Μπρανκαλεόνε ΙΙΙ, από άλλο σκηνοθέτη). Ο Μπρανκαλεόνε είναι ο κλασσικός Ιταλός με όλα τα ελαττώματά του, μοιάζει με καρικατούρα του Μουσολίνι, θεατρίνος, ψεύτης και υποκριτής που λατρεύει τις υπερβολές, γοητευτικός και ανθρώπινος, με μεγαλύτερο ταλέντο τη χειραγώγηση των άλλων. Στο Οι Σύντροφοι, αυτός ο τύπος (Μαρτσέλο Μαστρογιάνι) είναι πολιτικός αγκιτάτορας που προτρέπει τους εργάτες σε απεργία…
Ενώ όμως στο εξωτερικό γελοιοποιούσε τη χώρα και τους συμπατριώτες του, στην Ιταλία έκανε τους πάντες να γελούν, δεν είχε εχθρούς και αφοσιώθηκε στην τέχνη του, σκηνοθέτησε συνολικά πάνω από 60 ταινίες. Επιπρόσθετα προτάθηκε για Όσκαρ και 4η φορά, για το σενάριο του Καζανόβα 70, επίσης με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και διορθώνω, προτάθηκε για Όσκαρ 4 φορές, αλλά δεν το κέρδισε ποτέ. Έχω δει 4 μόνο ταινίες του, αλλά δεν θα ξεχάσω ποτέ το γέλιο που μου χάρισαν οι Εντιμότατοι Φίλοι μου, μια ταινία πάνω σε μια παρέα μεσόκοπων που αποφασίζουν να συμπεριφερθούν σαν παιδιά και κάνουν εξωφρενικά κωμικές φάρσες, με αποκορύφωμα μια σκηνή που δεν θα ξεχάσω ποτέ, τα χαστούκια στους ανύποπτους ταξιδιώτες στο τραίνο.
Οι ταξιδιώτες είναι εντελώς αθώοι και ανυποψίαστοι και αυτό ακριβώς μας κάνει να ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια. Οι φάρσες που σκαρώνει η παλιοπαρέα, ακόμα και οι εξωφρενικές, έχουν στην πραγματικότητα μεγάλο ρεαλισμό, και ποιος δεν θυμάται τις πλάκες που έγιναν στο σχολείο, ή στο στρατό, αλλά και μια δόση πίκρας, που είναι διάχυτη σε όσες ταινίες του Μονιτσέλι έχω δει. Οι μεσόκοποι δεν θέλουν να γεράσουν. Μου θυμίζουν λίγο και τον αξέχαστο δικό μας “τρελοπενηντάρη” Λάμπρο Κωσταντάρα που επίσης μας χάρισε άφθονο γέλιο. Οι Εντιμότατοι Φίλοι προσπαθούν απεγνωσμένα να διώξουν μακριά τα γηρατειά και να ζήσουν αυθόρμητα και χωρίς έγνοιες, σαν σκανταλιάρικα παιδιά ή ανέμελοι έφηβοι.
Οι άνθρωποι γερνούν κι αναρωτιούνται: που πήγε η ζωή μου; πώς πέρασε τόσο γρήγορα; Μερικοί αντιδρούν όπως οι ήρωες του Μονιτσέλι, αρνούνται την πραγματικότητα, άλλοι λαμβάνουν μέτρα ενάντια σε αυτή την κατάσταση και τρέχουν στους αισθητικούς χειρούργους, ενώ υπάρχουν και αυτοί που αποδέχονται την πραγματικότητα. Ο Μονιτσέλι, που έζησε πλούσια, δημιουργική ζωή και μας άφησε πολύ καλά σενάρια και εξαιρετικές ταινίες, αποδέχθηκε την πραγματικότητα.
Ήταν αξιοπρεπής, δεν ήθελε να γίνει βάρος σε κανένα, από τη στιγμή που έφτασε σε τελικό στάδιο καρκίνου και σύντομα δεν θα μπορούσε να φροντίσει τον εαυτό του, και αποφάσισε να πηδήξει από το μπαλκόνι για να ξεμπερδεύει. Μαθαίνω ότι στην Τοσκάνη, όπου μεγάλωσε, υπάρχει παράδοση φάρσας, που συνεχίζεται ως σήμερα. Ένα ολόκληρο χωριό συνεννοείται και κάνει μια μεγάλη πλάκα σε κάποιον αντιπαθητικό συμπολίτη, συνήθως τον τύπο που έμμεσα διακωμωδούν και οι κωμωδίες του Μονιτσέλι. Τον τύπο που κάνει χοντράδες και ζαβολιές για να χορτάσει την απληστία του και προσποιείται τον αξιοπρεπή και τον ενάρετο.
Η πίκρα του Μονιτσέλι οφείλεται στο ότι ξέρει καλά, από πολύ νέος, την ανθρώπινη φύση και το πόσο εύκολα παρασύρεται για να ικανοποιήσει τις, συχνά ανόητες και παιδιάστικες, φιλοδοξίες της. Ήταν ηθικολόγος, αλλά από αυτούς που αφήνουν το θεατή να βγάλει μόνος του συμπεράσματα, κατά την άποψη μου είναι πολύ ευαίσθητος και φίνος, πραγματικός καλλιτέχνης και, πάντα καλόβολος, χαμογελαστός κι αισιόδοξος άνθρωπος. Να κι ένας από τους λίγους ανθρώπους που έφυγε αφήνοντας θετικές δονήσεις πίσω τους και ένα έργο που προσφέρει άφθονο και αβίαστο γέλιο.