Ό,τι αξίζει αντέχει στο χρόνο. Κάτι που αποδεικνύεται όλο και πιο πολύ για τον εκλιπόντα Alexander McQueen, τον έκπτωτο άγγελο της βρετανικής Μόδας.
Στις 2 Αυγούστου του 2015, στις 23.00 ακριβώς έκλεισαν οι πόρτες του V&A Museum έχοντας φιλοξενήσει την έκθεση «Alexander McQueen: Savage Beauty». Μια έκθεση που έσπασε κάθε ρεκόρ προσελκύοντας 493.043 επισκέπτες και ανάγκασε το Μουσείο να μείνει ανοιχτό ακόμη και το βράδυ τις τελευταίες μέρες προκειμένου να σεβαστεί το κοινό που σχημάτιζε ουρές για να δει ένα φαντασμαγορικό κόσμο αφιερωμένο στο απόλυτο British icon. Ένα icon που μάλιστα είναι υποψήφιο να τυπωθεί σε βρετανικό χαρτονόμισμα το 2017, ως εκπρόσωπος του κόσμου της Τέχνης.
Αν μετά τους Beatles και τους Rolling Stones γεννήθηκε ένα νέο, ροκ ίνδαλμα, ήταν αυτός. Ο γιος ενός ταξιτζή, που κάποτε ατένιζε από το δωμάτιό του στις εργατικές πολυκατοικίες του Stratford αρπακτικά πουλιά να πετούν στον αέρα, χωρίς να ξέρει πως θα γινόντουσαν έμπνευση για τις καινοτόμες φόρμες του. Μεγαλώνοντας την εποχή της acid house, των ναρκωτικών, της ανεργίας, της φτώχειας και του απόηχου της πανκ ο Αlexander, τότε Lee, είχε απορροφήσει τους κραδασμούς του Λονδίνου εκεί έξω στους δρόμους και τα σκληρά nightclubs του. «Εμπνέεσαι από τους δρόμους. Δεν χρειάζεται να πας στην Ινδία, μπορείς να αντλήσεις έμπνευση από τη Bethnal Green ή στη Brick Lane. Προκύπτει παντού» υποστήριζε ο σχεδιαστής που καινοτόμησε από τα πρώτα κιόλας βήματα όταν παρουσίασε για πρώτη φορά στον κόσμο της μόδας τα χαμηλοκάβαλα παντελόνια -όχι για να προκαλέσει, αλλά για να αποκαλύψει την αρχιτεκτονική της σπονδυλικής στήλης.
Ο Alexander Lee McQueen σόκαρε, αποπλανούσε, γοήτευε, αηδίαζε κοινό και κριτικούς με κάθε κολεξιόν του. «Χούλιγκαν», «τα μοντέλα ήταν σαν drug queens» έγραφε ο γαλλικός Τύπος για τη πρώτη Haute Cuture κολεξιόν του McQueen στον οίκο Givency, τον οποίο ανέλαβε σε ηλικία 26 ετών. «Δεν υπάρχει πια για εμένα επιστροφή. Θα σας πάω σε ταξίδια που δεν έχετε ονειρευτεί ποτέ», είχε δηλώσει κάποτε και κράτησε την υπόσχεσή του.
Κάθε σόου του ήταν και ένα αφήγημα. Ο Alexander Lee McQueen σόκαρε, αποπλανούσε, γοήτευε, κοινό και κριτικούς με κάθε κολεξιόν του.
Κάθε σόου του ήταν και ένα αφήγημα. Πάντοτε υπήρχε μια κεντρική ιδέα και ο ίδιος δεν δίσταζε να θίξει ακόμη και κοινωνικά θέματα, όπως τη βία στη κολεξιόν του 1995 «Highland Rape». Σε αυτή τα μοντέλα παρέλασαν με τουαλέτες σκισμένες και το στήθος έξω, σχεδόν κακοποιημένες προκαλώντας σάλο στα μίντια. Την άνοιξη του 2001 στην συλλογή του «Voss» έκλεισε τα μοντέλα του μέσα σ’ έναν γυάλινο κύβο, αποκλείοντάς τα από τον έξω κόσμο, σαν εγκλωβισμένες πεταλούδες με μαγικά φορέματα. Μέχρι που στο εσωτερικό του κύβο, έσπασε ένα κλουβί για να αποκαλυφθεί το γυμνό σώμα της συγγραφέως Michelle Olley με το πρόσωπο της καλυμμένο από στρατιωτική μάσκα οξυγόνου.
Τίποτα πια δεν θύμιζε τον πιτσιρικά που κάποτε έραβε κοστούμια για τον Κάρολο της Αγγλίας ως μαθητευόμενος σε εμβληματικούς βρετανικούς οίκους ανδρικών κοστουμιών, όπως οι Anderson & Sheppard Tailors -εκεί όπου έμαθε τις βάσεις του british tailoring.
Το 2010 υπήρξε μοιραίο. Ο Alexander βρέθηκε στο ζενίθ της πορείας του παρουσιάζοντας την υπνωτιστική του συλλογή «Plato’s Atlantis» συγκλονίζοντας τους ανθρώπους της Μόδας. «Πρέπει να συγκροτηθώ» έγραφε λίγους μήνες μετά από το διαμερισμά του στο Mayfair, έπειτα από τον θάνατο της μητέρας του κι έχοντας μπροστά του ένα ασφυκτικά γεμάτο πρόγραμμα. Στις 11 Φεβρουαρίου έκοψε το νήμα της ζωής του βυθίζοντας τη Βρετανία σε πένθος.