Η έρευνα κατά του Pavel Durov στη Γαλλία σηματοδοτεί τη νέα προσέγγιση των ευρωπαϊκών αρχών απέναντι στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, δείχνοντας ότι η υπομονή έχει εξαντληθεί.
Ο ιδρυτής του Telegram, Pavel Durov, ήταν πάντα ένα outsider ανάμεσα στους ηγέτες των μεγάλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Δεν πήγε ποτέ στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ για να ζητήσει συγγνώμη για τα λάθη του παρελθόντος, όπως έκανε ο Mark Zuckerberg του Facebook.
Σε αντίθεση με τον Shou Zi Chew του TikTok, δεν υποβλήθηκε ποτέ σε πεντάωρη ανάκριση στο Κογκρέσο των ΗΠΑ για να διαπιστωθεί αν η εφαρμογή του κατασκοπεύει τους πολίτες. Ούτε συμμετείχε ποτέ σε ένα αμήχανο θεσμικό βίντεο με έναν Ευρωπαίο Επίτροπο, όπως έκανε ο Elon Musk της X.
Αντίθετα, ο Durov αφιέρωσε χρόνια καλλιεργώντας τη φήμη του Telegram, μετατρέποντας το σε μια πλατφόρμα που υπερηφανεύεται ότι διατηρεί μία αντιεξουσιαστική στάση. Στην πράξη, αυτό σήμαινε ότι αγνοούσε τις κυβερνητικές αιτήσεις για διαγραφή περιεχομένου ή αποκάλυψη ταυτοτήτων χρηστών που ήταν ύποπτοι για σοβαρά εγκλήματα: “Μέχρι σήμερα, έχουμε αποκαλύψει 0 byte δεδομένων χρηστών σε τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων”, δήλωσε με υπερηφάνεια η εταιρεία στην ιστοσελίδα της.
Οι κατηγορίες κατά του Durov
Τώρα ο Durov αντιμετωπίζει τις συνέπειες αυτών των επιλογών. Την περασμένη εβδομάδα, η εισαγγελέας του Παρισιού, Laure Beccuau, ανακοίνωσε ότι ο 39χρονος κατηγορήθηκε από την Εισαγγελία του Παρισιού για συνεργία στη διαχείριση μιας υπηρεσίας που επιτρέπει τη διάπραξη μιας σειράς εγκλημάτων και την άρνηση να παραδώσει πληροφορίες και έγγραφα στις γαλλικές αρχές.
Υπήρξε “σχεδόν παντελής έλλειψη ανταπόκρισης από το Telegram στις νομικές αιτήσεις”, δήλωσε η Beccuau την περασμένη εβδομάδα σε δήλωση που μοιράστηκε με το Wired. Ο Durov πρέπει να απαντήσει σε ένα ευρύ φάσμα κατηγοριών, μεταξύ των οποίων η συνεργία για τη διευκόλυνση παράνομων συναλλαγών, τη διακίνηση ναρκωτικών και τη διάδοση παιδικής πορνογραφίας στην πλατφόρμα του· ωστόσο, η δήλωση της Beccuau επικεντρώθηκε στην απροθυμία του Telegram να συνεργαστεί με τις αρχές, τόσο στη Γαλλία όσο και στο Βέλγιο. “Αυτό οδήγησε το Junalco [τη γαλλική εθνική υπηρεσία για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος] να ανοίξει μια έρευνα”.
Ο Durov δεν μπορεί πλέον να φύγει από τη χώρα και πρέπει να παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα δύο φορές την εβδομάδα.
Μετά τη σύλληψη του Durov, στις 24 Αυγούστου, το hashtag #FreePavel διαδόθηκε γρήγορα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης μοιράστηκαν εικόνες διαδηλωτών που τοποθετούσαν χάρτινα αεροπλανάκια (το λογότυπο του Telegram) έξω από την γαλλική πρεσβεία στη Μόσχα. “Είναι παράλογο να υποστηρίζεται ότι μια πλατφόρμα ή ο ιδιοκτήτης της είναι υπεύθυνοι για την κατάχρηση αυτής της πλατφόρμας”, δήλωσε το Telegram όταν δημοσιοποιήθηκαν οι κατηγορίες. Ο δικηγόρος του Durov δεν απάντησε στο αίτημα σχολιασμού που υπέβαλε το Wired.
Η κατάσταση έχει η αλλάξει και το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω
Ο επικεφαλής του κοινωνικού δικτύου αποτελεί το πρώτο θύμα υψηλού προφίλ της αλλαγής στον τρόπο λειτουργίας των αρχών, οι οποίες έχασαν την υπομονή τους με τις πλατφόρμες που κατηγορούν ότι διαταράσσουν την εσωτερική πολιτική των χωρών ή ενισχύουν την εγκληματικότητα. “Η σύλληψη του Durov έρχεται σε μια ιδιαίτερα κομβική στιγμή για τις διαδικτυακές πλατφόρμες και τους χρήστες τους”, δήλωσε σε ανακοίνωση η Evelyn Austin, διευθύντρια του ολλανδικού ιδρύματος για τα ψηφιακά δικαιώματα Bits of freedom.
Το ζήτημα, όμως, ξεπερνά το Telegram. Τα πρόστιμα των ευρωπαϊκών θεσμών για τις παραβάσεις των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών ανέρχονται πλέον σε δισεκατομμύρια δολάρια. Οι διαπραγματεύσεις για τους νέους νόμους που πρόκειται να θεσπιστούν σύντομα που, σύμφωνα με τους επικριτές, απειλούν την κρυπτογράφηση των δεδομένων των χρηστών, συνεχίζονται. Και αυξάνεται η άποψη ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι υπεύθυνα για τις παράνομες ενέργειες των χρηστών τους.
Μια έρευνα που διεξήχθη το περασμένο καλοκαίρι στο Ηνωμένο Βασίλειο έδειξε ότι τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων θεωρούν ότι οι εταιρείες θα πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνες για το περιεχόμενο που ενθαρρύνει παράνομες πράξεις και ότι οι ιστότοποι δεν ρυθμίζονται επαρκώς.
Οι αιτήσεις πολιτικών και δικαστών για αναστολή πρόσβασης σε μια σειρά μέσων κοινωνικής δικτύωσης εξαιτίας κοινωνικών αναταραχών έχουν γίνει σχεδόν κοινές: Στη Γαλλία πέρυσι, μετά τις διαδηλώσεις κατά της αστυνομικής βίας· όπως και στη Νέα Καληδονία, και σήμερα στη Βραζιλία, όπου η κυβέρνηση μπλόκαρε το X στο πλαίσιο μιας διαμάχης για την παραπληροφόρηση. “Στον Musk και τους ομοίους του θα πρέπει να υπενθυμιστούν οι ευθύνες τους”, δήλωσε ο Μπρους Ντάισλι, πρώην στέλεχος του Twitter που εργαζόταν στο γραφείο της εταιρείας στο Ηνωμένο Βασίλειο, λίγες ημέρες αφότου Βρετανοί διαδηλωτές προσπάθησαν να πυρπολήσουν ένα ξενοδοχείο όπου φιλοξενούνταν αιτούντες άσυλο.
Η μέθοδος του Telegram
Ωστόσο, το Telegram προκάλεσε πολιτική οργή περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πλατφόρμα. Η μη συνεργατική προσέγγιση της εταιρείας έθεσε την πλατφόρμα, που δραστηριοποιείται παράλληλα ως μια εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων και ως κοινωνικό δίκτυο, σε πορεία σύγκρουσης με τις κυβερνήσεις όλου του κόσμου.
Η υπόθεση στη Γαλλία δεν αποτελεί φυσικά την πρώτη φορά που το Telegram κατηγορείται ότι αρνείται να συνεργαστεί με τις αρχές. Η συγκεκριμένη διαδικτυακή πλατφόρμα έχει ανασταλεί προσωρινά δύο φορές στη Βραζιλία, το 2022 και το 2023, και στις δύο περιπτώσεις μετά από κατηγορίες για μη συμμόρφωση με τις διαταγές των δικαστηρίων.
Το 2022 συνέβη κάτι παρόμοιο στη Γερμανία, όταν ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών απείλησε να απαγορεύσει την εφαρμογή, μετά από την έλλειψη απάντησης σε επίσημες ερωτήσεις για διάφορα φλέγοντα ζητήματα. Οι αρχές της χώρας ανησυχούσαν για το γεγονός ότι αντι-μεταναστευτικές ομάδες χρησιμοποιούσαν το Telegram για να σχεδιάζουν δολοφονίες με πολιτικό κίνητρο.
Διάφορες γερμανικές εφημερίδες, μεταξύ των οποίων και η ταμπλόιντ Bild, έστειλαν δημοσιογράφους στο γραφείο του Ντουμπάι που η εταιρεία αναφέρει ως έδρα της, βρίσκοντάς το έρημο και με τις πόρτες κλειδωμένες.
Στις αρχές του 2024, η Ισπανία απέκλεισε επίσης για λίγο την εφαρμογή, αφού ορισμένοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς στη χώρα ανέφεραν την παρουσία υλικού εκεί μέσα που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα. Ο δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ισπανίας Σαντιάγο Πεντράζ τόνισε ότι η απόφαση για την απαγόρευση του Telegram βασίστηκε σε έλλειψη συνεργασίας για την έρευνα του ζητήματος.
Οι κατηγορίες στη Γαλλία είναι πολύ συγκεκριμένες και έχουν να κάνουν με τις μεθόδους δραστηριοποίηση του Telegram , λέει ο Arne Möhle, συνιδρυτής της υπηρεσίας κρυπτογραφημένων email Tuta. « Φυσικά είναι σημαντικό να είσαι ανεξάρτητος, αλλά ταυτόχρονα είναι επίσης σημαντικό να σεβόμαστε τα αιτήματα των αρχών εάν είναι νόμιμα», λέει.
Η απόφαση της Γαλλίας να κατηγορήσει τον Durov – συνδέοντας έτσι ένα στέλεχος τεχνολογίας με εγκλήματα που συμβαίνουν στην πλατφόρμα του – είναι ασυνήθιστη, αλλά όχι πρωτοφανής . Ο Durov εντάσσεται σε μια ομάδα που περιλαμβάνει τους ιδρυτές του The Pirate Bay , που καταδικάστηκαν από τις σουηδικές αρχές σε ένα χρόνο φυλάκιση το 2009, και τον Γερμανό ιδρυτή του Megaupload, Kim Dotcom , ο οποίος τον Αύγουστο έδωσε μια δικαστική μάχη 12 ετών για να μην εκδοθεί στο Ηνωμένες Πολιτείες από τη Νέα Ζηλανδία (όμως σχεδιάζει να ασκήσει έφεση).
Προειδοποίηση για όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Ωστόσο, ο Durov είναι ο πρώτος από τον κύκλο των ιδρυτών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που αντιμετωπίζει τόσο σοβαρές συνέπειες. Και η μοίρα του θα είναι ένα μάθημα για όλους τους υπόλοιπους.
Ο Bastien Le Querrec, νομικός υπεύθυνος της γαλλικής ομάδας για την ψηφιακή ελευθερία με την ονομασία La Quadrature du Net, δεν υπερασπίζεται σε καμία περίπτωση τον ανύπαρκτο έλεγχο των χρηστών στο Telegram. Ωστόσο, ανησυχεί ότι η υπόθεση κατά του Durov αντικατοπτρίζει την τεράστια πίεση που δέχονται αυτή τη στιγμή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι εφαρμογές μηνυμάτων για να συνεργαστούν με τις αρχές.
“Η εισαγγελέας [Beccuau] αναφέρεται σε μια διάταξη του γαλλικού νόμου που υποχρεώνει τις πλατφόρμες να αποκαλύπτουν οποιοδήποτε έγγραφο μπορεί να βοηθήσει τις αρχές να παρακολουθούν τις επικοινωνίες – αναφέρει ο Le Querrec. – Από ότι γνωρίζουμε, είναι η πρώτη φορά που μια πλατφόρμα, ανεξαρτήτως του μεγέθους της, ερευνάται [στη Γαλλία] επειδή αρνήθηκε να αποκαλύψει τέτοια έγγραφα. Είναι ένα πολύ ανησυχητικό προηγούμενο”.